Συνεχίστηκε την Τετάρτη 28 Ιουλίου, με την 24η διαδικτυακή συνάντηση, η σειρά των μαθημάτων που πραγματοποιεί ο Αρχιμανδρίτης π. Δανιήλ Ψωίνος, με γενικό τίτλο «Εκκλησιαστική ιστορία», στο πλαίσιο των Εκπαιδευτικών Σεμιναρίων του προγράμματος «ΕΝΟΡΙΑ εν δράσει…».
Η συνάντηση, περιλάμβανε την συνέχεια της αναφοράς στο σχίσμα ανάμεσα στην ανατολική και την δυτική Εκκλησία.
Ανέκαθεν ο Πάπας ήθελε να είναι πρώτος, να αποφασίζει και να αποφαίνεται για κάθε εκκλησιαστικό ζήτημα, και ιδιαίτερα για τις εκλογές των Επισκόπων, θεωρούσε τον εαυτό του διάδοχο του Αποστόλου Πέτρου και απαιτούσε οι άλλοι Πατριάρχες, και ιδίως της Κωνσταντινούπολης, να είναι υποτελείς του.
Μέχρι να φτάσουμε στο οριστικό σχίσμα του 1054, συνέβησαν πολλές προστριβές μεταξύ των δύο πλευρών, και ταυτόχρονα επιχειρούνταν πολλές προσπάθειες για να αποσοβηθεί ο κίνδυνος του σχίσματος. Παρ’ όλες όμως αυτές τις προσπάθειες, οι σχέσεις μεταξύ ανατολής και δύσης, ήταν ψυχρές, το γυαλί είχε ήδη ραγίσει και το σχίσμα ήταν μάλλον αναπόφευκτο.
Και διάφορα πολιτικά γεγονότα, συνετέλεσαν σε αυτό. Οι επαρχίες της μέσης και βόρειας Ιταλίας, είχαν χαθεί οριστικά από το Βυζάντιο και τις είχε καταλάβει ο Πάπας Ρώμης. Αυτή η πολιτική κίνηση προκαλούσε μεγάλη στενοχώρια στο Βυζάντιο.
Ο Πάπας Ιωάννης ΙΒ’, έστεψε τον Όθωνα Α’ τον μεγάλο, αυτοκράτορα της γερμανικής αυτοκρατορίας. Η στέψη αυτή, έγινε σταδιακά θεσμός. Ενώ μέχρι τότε, μόνο ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως είχε το δικαίωμα να στέψει τον αυτοκράτορα της βυζαντινής αυτοκρατορίας, πλέον από δω και πέρα, το δικαίωμα αυτό το αποκτά και ο Πάπας Ρώμης, ο οποίος στέφει δεύτερο αυτοκράτορα στη δύση, σχίζοντας έτσι την αυτοκρατορία στα δύο.
Ο τεμαχισμός αυτός, είχε ως συνέπεια την σταδιακή αποδυνάμωση του Βυζαντίου και την πορεία προς την οριστική του κατάρρευση, η οποία πραγματοποιήθηκε το 1453.
Ένας σημαντικός θεολογικός λόγος, που απετέλεσε αιτία του σχίσματος, ήταν το φιλιόκβε. Η παπική Εκκλησία από άκρατο εγωισμό, οδηγήθηκε στο να θεολογεί λανθασμένα και έφτασε στο σημείο να ισχυριστεί ότι το Άγιο Πνεύμα, εκπορεύεται και εκ του Υιού και αυτήν την καινοτομία, δεν μπορούσε να την ανεχτεί η Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία.
Ακόμα, η δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως στη νότια Ιταλία, έγινε πρόβλημα για τις σχέσεις των δύο Εκκλησιών. Ο Πάπας κινούμενος από εωσφορικό εγωισμό, προσπάθησε να επιβάλλει τα λατινικά έθιμα στη νότια Ιταλία.
Ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ Κηρουλάριος διέταξε τους Λατίνους που ζούσαν στην Πόλη, να προσαρμοστούν στα ανατολικά έθιμα, κάνοντας αντίποινα στις ενέργειες του Πάπα. Οι παπικοί αρνήθηκαν να προσαρμοστούν και ο Πατριάρχης έκλεισε τους ναούς και τα μοναστήρια των Λατίνων στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Πάπας έστειλε αντιπροσωπεία στην Κωνσταντινούπολη, που μετέφερε την απάντηση του, σε επιστολή που είχε αποστείλει ο Πατριάρχης. Η απάντηση ήταν εγωιστική και είχε πολλά σφάλματα.
Προσφωνούσε τον Πατριάρχη, Αρχιεπίσκοπο, προκειμένου να τον μειώσει, ενώ έθιγε και σειρά θεμάτων, όπως τα λατινικά έθιμα, τα άζυμα, το παπικό πρωτείο, που το θεωρούσε ιδρυμένο από το θείο δίκαιο και δεν πρέπει να αμφισβητείται. Ζητούσε τέλος, την επιστροφή του ανατολικού Ιλλυρικού, στην παπική δικαιοδοσία.
Όταν έφτασε η παπική αντιπροσωπεία στην Κωνσταντινούπολη, συναντήθηκαν με τον Πατριάρχη, τον αντιμετώπισαν ψυχρά και του παρέδωσαν την παπική επιστολή. Ο Πατριάρχης διαβάζοντας την επιστολή ξαφνιάστηκε και γι’ αυτό συναντήθηκε με τον αυτοκράτορα. Μέσα στην επιστολή, υπήρχε ο αφορισμός του Πατριάρχη, που ήταν όμως προσθήκη των καρδιναλίων που έστειλε ο Πάπας και όχι δική του.
Το Σάββατο 16 Ιουλίου 1054, την ώρα που τελούνταν η θεία Λειτουργία στην Αγία Σοφία, η παπική αντιπροσωπεία, υπό τον Καρδινάλιο Ουμβέρτο άφησε το έγγραφο του αφορισμού, επάνω στην αγία Τράπεζα. Το έγγραφο μιλούσε για το πρωτείο του Πάπα, ανέφερε ότι ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καταχρηστικά ονομάζεται Πατριάρχης, έγραφε για το φιλιόκβε και μια σειρά άλλων θεμάτων.
Την Κυριακή 24 Ιουλίου, έγινε σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη, η οποία αφόρισε τους συντάκτες του κειμένου αλλά δεν αναθεμάτισε τον Πάπα, γιατί ήταν ήδη νεκρός.
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 1η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 2η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 3η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 4η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 5η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 6η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 7η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 8η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 9η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 10η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 11η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 12η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 13η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 14η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 15η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 16η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 17η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 18η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 19η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 20η Συνάντηση
«Εκκλησιαστική Ιστορία»: 21η Συνάντηση