Η Εκκλησία με τους ιεροκήρυκες, τους μοναχούς των κρυφών σχολείων και κυρίως με τους νεομάρτυρες, διέσωσε την σπίθα που άναψε την φλόγα της ελευθερίας.
Ομιλία με θέμα: «Η σχολική διδασκαλία της ιστορίας και ειδικά της ιστορίας των εθνικών αγώνων: Κριτική των προτεινομένων νεοτερισμών», πραγματοποίησε ο Πολιτικός Επιστήμων κ. Κωνσταντίνος Χολέβας, την Τρίτη 20 Μαρτίου, στο Πνευματικό Κέντρο του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Πειραιώς.
Η εκδήλωση, που πραγματοποιήθηκε σε συνεργασία με το Ορθόδοξο Ιεραποστολικό Σωματείο «Ο Πειραϊκός Φάρος», εντάσσεται στο πλαίσιο των εορταστικών εκδηλώσεων «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΡΙΑ 2018» που διοργανώνει ο Ναός, για 20η συνεχή χρονιά.
Τον ομιλητή προλόγισε ο ιατρός κ. Πολύκαρπος Παπασπηλιώπουλος.
Η ομιλία του κ. Χολέβα, επικεντρώθηκε στα πνευματικά εφόδια που οδήγησαν τον Ελληνισμό στην Επανάσταση του 1821 και τον στήριξαν να επιβιώσει μετά από αιώνες Τουρκοκρατίας και Ενετοκρατίας.
Και πρώτα απ’ όλα η Ορθόδοξη Εκκλησία που διεφύλαξε την πίστη, την εθνική συνείδηση και καλλιέργησε το αγωνιστικό πνεύμα.
Κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας, όποιος χανόταν για την Ορθοδοξία, χανόταν και για τον ελληνισμό. Οι εξισλαμισμένοι τούρκευαν και μετατρέπονταν σε διώκτες των Ελλήνων.
«Η Εκκλησία με τους ιεροκήρυκες, τους μοναχούς των κρυφών σχολείων και κυρίως με τους νεομάρτυρες, διέσωσε την σπίθα που άναψε την φλόγα της ελευθερίας.»
Η πίστη στη διαχρονική συνέχεια του Ελληνισμού είναι ένας ακόμη παράγων. Λόγιοι και κληρικοί, αγωνιστές και απλός λαός, όλοι είχαν την συνείδηση ότι πρέπει να ελευθερωθούν, διότι είναι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων και της ελληνορθόδοξης βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Σημαντική παράμετρος, συνέχισε ο κ. Χολέβας, ήταν η επιβίωση της Μεγάλης Ιδέας ως όραμα και ως ελπίδα.
«Ο Ελληνισμός ουδέποτε εγκατέλειψε την ελπίδα για απελευθέρωση όλων των εδαφών που του ανήκαν επί Βυζαντίου.
Σήμερα, μία από τις αιτίες της πολύπλευρης κρίσης είναι το γεγονός ότι ως Έλληνες δεν έχουμε βρει μία νέα Μεγάλη Ιδέα για να μας συναρπάσει και να μας ανυψώσει πνευματικά.»
Ξεχωριστή ήταν η αγάπη των Ελλήνων για τα γράμματα. Άλλοτε σε κρυφά σχολειά και άλλοτε, κυρίως μετά το 1700, σε φανερά εκπαιδευτήρια, οι υπόδουλοι μάθαιναν γράμματα με βασικά εγχειρίδια το Ψαλτήρι, την Οκτώηχο και το Ευαγγέλιο.
Σε ανώτερο επίπεδο, διδάσκονταν οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς και κείμενα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Λόγω δε της απαγορεύσεως των ελληνικών τυπογραφείων από τους Τούρκους, οι κοινότητες του εξωτερικού εξέδιδαν πολλά ωφέλιμα βιβλία.
‘Άλλος αξιοσημείωτος παράγοντας, όπως επεσήμανε ο ομιλητής, ήταν η ικανότητα και παράδοση των Ελλήνων στο εμπόριο και τη ναυτιλία. Έμποροι από την υπόδουλη Ελλάδα, έφευγαν για την Δυτική και Ανατολική Ευρώπη, όπου συγκέντρωναν χρήματα και επέστρεφαν για να ανοικοδομήσουν εκκλησίες και σχολεία.
Το ναυτικό των νησιών και των παραλίων πόλεων ξεκίνησε ως εμπορικό, αλλά το 1821 μετετράπη σε πολεμικό. Το εμπόριο και η ναυτοσύνη τέθηκαν στην υπηρεσία των εθνικών οραματισμών.
Δεν πρέπει φυσικά να παραλείψουμε το κοινοτικό σύστημα και ως δημοκρατικό θεσμό και ως ένδειξη αλληλεγγύης προς τους πάσχοντες.
Των Ελλήνων οι κοινότητες υπήρξαν προέκταση της ενορίας, εξέλεγαν τους δημογέροντες, φρόντιζαν για την παιδεία και βοηθούσαν τις χήρες και τα ορφανά.
Τέλος, οι δεκάδες εξεγέρσεις που οργανώθηκαν πριν το 1821, μαρτυρούν το αντιστασιακό πνεύμα του Ελληνισμού.
Και ο κ. Χολέβας έκλεισε την ομιλία του:
«Το ελληνορθόδοξο πνεύμα του 1821 ας είναι ο οδηγός μας για να ξεπεράσουμε την πολυσύνθετη κρίση της εποχής μας και ας το μεταδώσουμε στα παιδιά μας.»
Σταμάτης Μιχαλακόπουλος