23 Νοεμβρίου, 2024

Select your Top Menu from wp menus

«Εν δράσει 2018 – Σεμινάρια»: «Κανών και κανόνες – Σπουδή στον Ακάθιστο Ύμνο»

Από την Πέμπτη 27 Ιανουαρίου και για 8 εβδομάδες το πρόγραμμα «Ενορία εν δράσει…» του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο Επιστημόνων Πειραιώς πραγματοποιεί Σεμινάριο Εκκλησιαστικής Γλωσσομάθειας.

Το φετεινό θέμα είναι «Κανών και κανόνες – Σπουδή στον Ακάθιστο Ύμνο» με εισηγητή τον θεολόγος και φιλόλογο π. Ελισσαίο Κυνούση.

Οι περιλήψεις του Σεμιναρίου:

Συνάντηση 1η – Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2018

Εισηγητής: π. Ελισσαίος Κυνούσης

 

 

«Άσω γηθόμενος ταύτης τα θαύματα». Α΄ και Γ΄ Ωδή του κανόνος του Ακαθίστου.

Γραμματικό φαινόμενο: Ο τονισμός των λέξεων τότε και σήμερα.

Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ:

Εισαγωγή.  Την Παρασκευή της πέμπτης εβδομάδας της Μεγάλης Σαρακοστής ακούγονται και οι 24 Οίκοι που συνθέτουν τον Ακάθιστο Ύμνο. Ο μεγάλος σε έκταση και ιδιαίτερα πλούσιος σε θεολογικά νοήματα ύμνος, που αναπτύσσεται τις πρώτες τέσσερις εβδομάδες της Σαρακοστής, καθιερώθηκε να ψάλλεται στα μέσα του 7ου αιώνα, όταν βασιλιάς του Βυζαντίου ήταν ο Ηράκλειος. Ο συγγραφέας του είναι άγνωστος, αν και πολλοί τον αποδίδουν, μάλλον αυθαίρετα,  στον Ρωμανό τον Μελωδό, που έζησε τον 6ο αιώνα.

Η αφορμή για να θεσπισθεί ο Ακάθιστος Ύμνος ως ακολουθία της Εκκλησίας (Χαιρετισμοί της Θεοτόκου) στάθηκε η εκστρατεία του αυτοκράτορα Ηράκλειου εναντίον των Περσών. Οι Πέρσες είχαν κυριαρχήσει σε πολλές περιοχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, μεταξύ των οποίων και η Παλαιστίνη. Από εκεί άρπαξαν τον Τίμιο Σταυρό και αιχμαλώτισαν πολλούς χριστιανούς, μεταξύ των οποίων και τον Πατριάρχη Ζαχαρία. Έχοντας αρκετά οικονομικά προβλήματα ο αυτοκράτορας, βρήκε ως αφορμή την αρπαγή αυτή προκειμένου να εκστρατεύσει εναντίον του Πέρση βασιλιά Χοσρόη, με τον οποίο είχε κι άλλα προηγούμενα. Στις μάχες που έγιναν, ο βυζαντινός στρατός φάνηκε ότι θα έβγαινε νικητής στον πόλεμο αυτόν.

Τότε ο Χοσρόης, για να δημιουργήσει αντιπερισπασμό στον Ηράκλειο, ήρθε σε συνεννόηση με έναν λαό που ζούσε στα βόρεια του Βυζαντίου, τους Αβάρους. Έτσι οι Άβαροι, ένας λαός που δεν υπάρχει σήμερα, έστειλαν τα πλοία τους και τον στρατό τους και πολιόρκησαν την Κωνσταντινούπολη από ξηρά και θάλασσα. Οι πολιορκημένοι υπερασπιστές της Πόλης στήριξαν την ελπίδα τους στη Θεοτόκο. Ο πατριάρχης Σέργιος πήρε την εικόνα της Παναγίας των Βλαχερνών και την περιέφερε στα τείχη, εμψυχώνοντας τους στρατιώτες. Η πολιορκία λύθηκε, ενώ συγχρόνως στη θάλασσα σηκώθηκε μεγάλη τρικυμία και τα πλοία των Αβάρων καταποντίσθηκαν ή έπαθαν σοβαρές ζημιές.

Ο λαός, ευγνωμονώντας τη Θεοτόκο, έτρεξε στον ναό της Παναγίας των Βλαχερνών – που σώζεται μέχρι σήμερα – και με βαθιά κατάνυξη έψαλε όρθιος ύμνους προς την Υπέρμαχο Στρατηγό. Μεταξύ αυτών πιο δημοφιλής υπήρξε ο ύμνος «Τῇ ὑπερμάχῷ στρατηγῷ τὰ νικητήρια …», στον οποίο από τότε δόθηκε ο χαρακτηρισμός «Ακάθιστος».

Τα μέρη του Ακαθίστου Ύμνου.

  1. Απολυτίκιον Ακαθίστου, Κανών,    3. Κοντάκιον.

Κανών: Ο κανόνας είναι ένα σύστημα τροπαρίων που διακρίνεται σαφώς σε εννέα ενότητες, οι οποίες ονομάστηκαν ωδές. Το πρώτο τροπάριο κάθε ωδής, που ονομάζεται ειρμός, καθορίζει το μέτρο και τη μουσική των υπόλοιπων τροπαρίων της ωδής. Αυτό επιτυγχάνεται με την τήρηση των κανόνων της ισοσυλλαβίας και της ομοτονίας. Κάθε ωδή έχει το δικό της ειρμό, δηλαδή ένα διαφορετικό μουσικό και μετρικό πρότυπο. Η μουσική ποικιλία του είδους αυτού υπήρξε ένας από τους σημαντικούς λόγους της υπερίσχυσης του κανόνα ως προς το κοντάκιο. Τα θέματα των ειρμών είναι σταθερά καθορισμένα. Πιο συγκεκριμένα προέρχονται από οκτώ ωδές (ύμνους) της Παλαιάς Διαθήκης και μία της Καινής Διαθήκης:

α) Ο ειρμός της Α΄ ωδής αναφέρεται στην ωδή του Μωυσή μετά τη διάβαση της Ερυθράς θάλασσας (Έξοδ. 15.1-19).

β) Ο ειρμός της Β΄ ωδής αναφέρεται στην ωδή του Μωυσή μετά την παράδοση του θείων εντολών στους Εβραίους και στη διαμαρτυρία του για την αχαριστία των Ισραηλιτών. (Δευτ. 32.1-43).

γ) Ο ειρμός της Γ΄ ωδής αναφέρεται στην ωδή της προφήτιδας Άννας μετά τη γέννηση του γιου της Σαμουήλ (Α’ Βασιλ. 2.1-10).

δ) Ο ειρμός της Δ΄ ωδής αναφέρεται στην ωδή του Αββακούμ (Αββακ. 3.2-19).

ε) Ο ειρμός της Ε΄ ωδής αναφέρεται στην ωδή του Ησαΐα (Ησ. 26.1-21).

στ) Ο ειρμός της ΣΤ΄ ωδής αναφέρεται στην ωδή του Ιωνά μέσα την κοιλιά του κήτους (Ιων. 2.3-10).

ζ) Ο ειρμός της Ζ΄ ωδής αναφέρεται στην προσευχή των Τριών Παίδων στην κάμινο της Βαβυλώνας (Δαν. 3.26-45 και 52-56).

η) Ο ειρμός της Η΄ ωδής αναφέρεται στον ύμνο των Τριών Παίδων στην κάμινο της Βαβυλώνας (Δαν. 3.57-88).

θ) Ο ειρμός της Θ΄ ωδής αναφέρεται στην ωδή της Θεοτόκου μετά τον ευαγγελισμό του Γαβριήλ (Λουκ. 1,46-55).

Ο κανών του Ακαθίστου ύμνου.

Ο κανών του Ακαθίστου αποτελείται από 37 τροπάρια χωρισμένα σε 9 ωδές. Ο Ιωσήφ ο Ξένος θεωρείται ο ποιητής του κανόνα του Ακαθίστου. Φρόντισε, ώστε το πρώτο γράμμα από τα τροπάρια να συνθέτει την ακροστιχίδα:  «Χαράς δοχείον, σοι πρέπει χαίρειν μόνη. Ιωσήφ». Στον πίνακα του αρχαίου κειμένου το πρώτο γράμμα είναι μεγαλύτερο και πιο έντονο. Κάθε ωδή αρχίζει με έναν «ειρμό»  δηλαδή ένα κείμενο που δεν περιλαμβάνεται στην ακροστιχίδα. Ο «ειρμός» (από το αρχ. ρήμα εἴρω = συνάπτω, συνδέω) ήταν ο σύνδεσμος των ωδών. Ακολουθούν  τα τροπάρια. Μεταξύ των τροπαρίων παρεμβάλλονται τα έξης:

Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς. (όλα πλην του τελευταίου και προτελευταίου τροπαρίου κάθε ωδής)

Δόξα Πατρὶ καὶ Υἱῷ καὶ Ἁγίῳ Πνεύματι. (προτελευταίο τροπάριο)

Καὶ νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. ( τελευταίο τροπάριο)

Ο υμνογράφος χρησιμοποιεί, όπως συνηθίζονταν τότε, το «υπερβατόν σχήμα» του λόγου. Αλλάζει δηλαδή τη σύνταξη του κειμένου με στόχο να επιτύχει καλύτερο μέτρο και αισθητική στο ποίημα. Με τον τρόπο αυτό ταυτίζονται μετρικά και μουσικά οι συλλαβές προσομοιάζοντας στον ειρμό.

Α΄ Ωδή   Ο ειρμός

Ἀνοίξω τὸ στόμα μου, καὶ πληρωθήσεται πνεύματος, καὶ λόγον ἐρεύξομαι, τῇ βασιλίδι Μητρί, καὶ ὀφθήσομαι, φαιδρῶς πανηγυρίζων, καὶ ᾄσω γηθόμενος, ταύτης τὰ θαύματα.

Ανοίξω το στόμα μου και πληρωθήσεται πνεύματος και ερεύξομαι λόγον τη Βασιλίδι μητρί, και οφθήσομαι φαιδρώς πανηγυρίζων, και άσω γηθόμενος ταύτης τα θαύματα.

Θα ανοίξω το στόμα μου και θα γεμίσει πνεύμα και θα μιλήσω για την βασίλισσα μητέρα και θα με δείτε χαρούμενα να πανηγυρίζω και θα τραγουδήσω με ευχαρίστηση για τα θαύματά της.

ΓΡΜ: ἀνοίγω και ἀνοίγνυμι (ἀνὰ + οἰγω),  ἀνέῳγον,  ἀνοίξω, ἀνέῳξα, ἀνέῳχα.
πληροῦμαι (γεμίζομαι), ἐπληρούμην, πληρώσομαι και παθ. πληρωθήσομαι, ἐπληρωσάμην και ἐπληρώθην,
πεπλήρωμαι., ἐπεπληρώμην.
ἐρεύγομαι(ρεύομαι, βγάζω αβίαστα από μέσα μου)
ὁρῶμαι (βλέπομαι, φαίνομαι), ἑωρώμην,  ὀφθήσομαι,  ὤφθην, ἑόραμαι (ἑώραμαι) ή ὦμμαι, ἑωράμην ή ὤμμην.
ᾄδω (=ψάλλω, τραγουδώ), ᾖδον, ᾄσομαι, ᾖσα.

ΛΞ: γηθόμενος: χαρούμενος
                                                                            1ο Τροπάριο

Χριστοῦ βίβλον ἔμψυχον, ἐσφραγισμένην σε Πνεύματι· Ὁ μέγας Ἀρχάγγελος, Ἁγνὴ θεώμενος, ἐπεφώνει σοι· Χαῖρε χαρᾶς δοχεῖον, δι’ ἧς τῆς Προμήτορος ἀρὰ λυθήσεται.

Ο μεγας Αρχαγγελος θεωμενος σε αγνη, εμψυχον βιβλον Χριστου εσφραγισμενην πνευματι, επεφωνει σοι “χαιρε χαρας δοχειον δι΄ης της προμητορος αρά λυθησεται”.

Όταν σε είδε Αγνή ο Μέγας Αρχάγγελος, εμπνευσμένο βιβλίο σφραγισμένο με το πνεύμα, σου φώναξε “Χαίρε δοχείο της χαράς που θα λύσει την κατάρα της προγόνου μας ”.

ΓΡΜ: θεάομαι -ῶμαι (κοιτάζω, παρατηρώ), ἐθεώμην, θεάσομαι, ἐθεασάμην, τεθέαμαι.
ἐπιφωνέω-ῶ (μιλώ μεγαλόφωνα, φωνάζω), ἐπεφώνουν, ἐπιφωνήσω, ἐπεφώνησα.
λύομαι (λύνομαι, απαλάσσομαι), ἐλυόμην, λυθήσομαι, ἐλυθην, λέλυμαι, ἐλελύμην.

ΛΞ: αρά: κατάρα, Προμήτωρ: Εύα,

2ο Τροπάριο

Ἀδὰμ ἐπανόρθωσις, χαῖρε Παρθένε Θεόνυμφε, τοῦ ᾍδου ἡ νέκρωσις, χαῖρε πανάμωμε, τὸ παλάτιον, τοῦ μόνου Βασιλέως. χαῖρε θρόνε πύρινε, τοῦ Παντοκράτορος.

Χαιρε θεονυμφε παρθενε επανορθωσις Αδαμ, η νεκρωσις του Αδου, χαιρε παναμωμε, το παλατιον του μονου βασιλεως. Χαιρε πυρινε θρονε του Παντοκράτορος

Χαίρε του θεού νύμφη, παρθένε, η ανόρθωση του Αδαμ, ο θάνατος του θανάτου, Χαίρε αψεγάδιαστη, το παλάτι του μόνου βασιλιά. Χαίρε φλογερέ θρόνε του Παντοκράτορα.

ΓΡΜ: χαίρω (χαίρομαι), ἔχαιρον, χαιρήσω, ἐχάρην,  γέγηθα.

ΛΞ: Επανόρθωσις: ανόρθωση, διόρθωση.

 

3ο  Τροπάριο

Ῥόδον τὸ ἀμάραντον, χαῖρε ἡ μόνη βλαστήσασα, τὸ μῆλον τὸ εὔοσμον, χαῖρε ἡ τέξασα, τὸ ὀσφράδιον, τοῦ πάντων Βασιλέως, χαῖρε ἀπειρόγαμε, κόσμου διάσωσμα.

Χαιρε η μονη βλαστησασα το αμαραντον ροδον, χαιρε η τεξασα το ευοσμον το μηλον, το οσφραδιον του παντων βασιλεως. Χαιρε απειρογαμε, κοσμου διασωσμα.

Χαίρε εσύ που βλάστησες το ρόδο που δεν μαραίνεται, χαίρε εσύ που γέννησες μήλο μυρωδάτο,  και είσαι το δοχείο των αρωμάτων του βασιλιά  όλων μας. Χαίρε εσύ που χωρίς να γνωρίσεις τον γάμο  έσωσες τον κόσμο

ΓΡΜ: τίκτω(γεννώ), ἔτικτον, τέξομαι, ἔτεκον, τέτοκα.

ΛΞ: εύοσμον: μυρωδάτο, Οσφράδιον: σκεύος με αρώματα, απειρόγαμος: που δεν έχει πείρα γάμου,                                         Διάσωσμα: σωτηρία.

4ο  Τροπάριο

Ἁγνείας θησαύρισμα, χαῖρε δι’ ἧς ἐκ τοῦ πτώματος, ἡμῶν ἐξανέστημεν, χαῖρε ἡδύπνοον κρίνον Δέσποινα, πιστοὺς εὐωδιάζον, θυμίαμα εὔοσμον, μύρον πολύτιμον.

Χαιρε Δεσποινα, θησαυρισμα αγνειας δι ης εξανεστημεν εκ του πτωματος ημων, χαιρε ηδυπνοον κρινον ευωδιαζον πιστους. Ευοσμον Θυμιαμα, πολυτιμον μυρον.

Χαίρε Δέσποινα, θησαυρέ αγνείας που με τη βοήθειά σου αναστηθήκαμε από πτώση μας, χαίρε κρίνο μυρωδάτο που μυρώνεις τους πιστούς.  Θυμίαμα που μοσχοβολά, πολύτιμο μύρο.

ΓΡΜ: ἐξανίστημαι, (σηκώνομαι από κάπου) ἐξανιστάμην, ἐξαναστήσομαι, ἐξανέστην, ἐξανέστηκα, ἐξανεστήκειν.

ΛΞ: πτώματος: πτώση, ηδύπνοον: με ευχάριστη οσμή.

Β΄ Ωδή   Ο ειρμός

Τοὺς σοὺς ὑμνολόγους Θεοτόκε, ὡς ζῶσα καὶ ἄφθονος πηγή, θίασον συγκροτήσαντας πνευματικόν, στερέωσον· καὶ ἐν τῇ θείᾳ δόξῃ σου, στεφάνων δόξης ἀξίωσον.

Θεοτοκε, ως ζωσα και αφθονος πηγη, στερεωσον τους σους υμνολογους, συγκροτησαντας θιασον πνευματικον, και αξιωσον, εν τη θεια δοξη σου, στεφανων δοξης.

Θεοτόκε, σαν ζωντανή και άφθονη πηγή, στερέωσε αυτούς που σε υμνολογούν, που έφτιαξαν έναν πνευματικό χορό, κι αξίωσέ τους να λάβουν το στεφάνι της δόξας.

ΓΡΜ: στερεῶ(στερεώνω, σταθεροποιώ), ἐστερέουν, στερεώσω, ἐστερέωσα, ἐστερέωκα, ἐστερεωκειν.
ἀξιῶ(κρίνω κάποιον άξιο για κάτι, προβάλλω αξίωση), ἠξίουν, ἀξιώσω, ἠξίωσα, ἠξίωκα.

ΛΞ: θίασον πνευματικόν: πνευματικό χορό

 

1ο Τροπάριο

Στάχυν ἡ βλαστήσασα τὸν θεῖον, ὡς χώρα ἀνήροτος σαφῶς, χαῖρε ἔμψυχε τράπεζα, ἄρτον ζωῆς χωρήσασα, χαῖρε τοῦ ζῶντος ὕδατος, πηγὴ ἀκένωτος Δέσποινα.

Η βλαστήσασα τον θείον στάχυν, ως χώρα ανήροτος σαφώς, χαίρε εμψυχε τράπεζα, χωρήσασα άρτον Ζωής. Χαίρε Δέσποινα, ακένωτος πηγή του ζώντος ύδατος.

Εσύ που βλάστησες το θείο στάχυ, σαν χωράφι που σίγουρα ποτέ δεν οργώθηκε, χαίρε τραπέζι με ψυχή που μας δίνεις το ψωμί της ζωής. Χαίρε Δέσποινα, αστείρευτη πηγή του νερού της ζωής.

ΓΡΜ: χωρέω- (χωράω), ἐχώρουν, χωρήσω, ἐχώρησα, κεχώρηκα, ἐκεχωρήκειν

ΛΞ: ανήροτος: ακαλλιέργητος, ακένωτος: αστείρευτος

 

2ο Τροπάριο

Δάμαλις τὸν μόσχον ἡ τεκοῦσα, τὸν ἄμωμον, χαῖρε τοῖς πιστοῖς, χαῖρε ἀμνὰς κυήσασα, Θεοῦ ἀμνὸν τὸν αἴροντα, κόσμου παντὸς τὰ πταίσματα, χαῖρε θερμὸν ἱλαστήριον.

Χαίρε η δάμαλις τεκούσα τον μόσχον τοις πιστοίς. Χαίρε αμνάς κυήσασα αμνόν θεού, το αίροντα τα πταίσματα παντός κόσμου. Χαίρε θερμόν ιλαστήριον.

Χαίρε η Δαμάλα που γέννησε το μοσχάρι για  χάρη των πιστών. Χαίρε η προβατίνα που γέννησε το αμνό του Θεού που σηκώνει τις αμαρτίες όλου του κόσμου. Χαίρε εξιλέωση που προξενεί θέρμη στην ψυχή μας.

ΓΡΜ: κυέω- ῶ (κυοφορώ) ἐκύουν, κυήσω, ἐκυησα, κεκύηκα.                                                                                                αἴρω (σηκώνω, υψώνω) ᾖρον, ἀρῶ, ἦρα, ἦρκα, ἦρκειν.

ΛΞ: ἱλαστήριον: εξιλέωση

3ο  Τροπάριο

Ὄρθρος φαεινὸς χαῖρε ἡ μόνη, τὸν Ἥλιον φέρουσα Χριστόν, φωτὸς κατοικητήριον, χαῖρε τὸ σκότος λύσασα, καὶ τοὺς ζοφώδεις δαίμονας, ὁλοτελῶς ἐκμειώσασα.

Χαιρε ορθρος φαεινος η μονη φερουσα τον ηλιον Χριστον, κατοικητηριον φωτος. Χαιρε λυσασα το σκοτος και εκμειωσασα ολοτελως τους ζοφωδεις δαιμονας.

Χαίρε φωτεινή αυγή η μονή που έφερες τον Ήλιο-Χριστό, που μέσα σου κατοικεί το φως. Χαίρε που έλυσες το σκοτάδια και διέλυσες ολοκληρωτικά τους σκοτεινούς δαίμονες.

ΓΡΜ: φέρω, οἴσω, ἤνεγκα, ἤνεγκον, ἐνήνοχα, ἐνηνόχειν.                                                                                                    ἐκμειόω –ῶ(ελαττώνω, μειώνω), ἐξεμείουν, ἐκμειώσω, ἐξεμείωσα.

ΛΞ: φαεινός: ολόφωτος, ζοφώδεις: σκοτεινοί, ολοτελώς: απολύτως, ολοκληρωτικά.

 

4ο  Τροπάριο

Χαῖρε πύλη μόνη ἣν ὁ Λόγος, διώδευσε μόνος ἡ μοχλούς, καὶ πύλας ᾍδου Δέσποινα, τῷ τόκῳ σου συντρίψασα, χαῖρε ἡ θεία εἴσοδος, τῶν σῳζομένων πανύμνητε.

Χαιρε Δεσποινα μονη πύλη ἣν ο λογος μονος διωδευσε, η συντριψασα τω τοκω σου μοχλούς καὶ πύλας ᾍδου. Χαίρε πανύμνητε η θεία εισοδος των σωζομένων.

Χαίρε Δέσποινα η μόνη πύλη που μόνον ο Λόγος πέρασε, που με τη γέννα σου συνέτριψες τις μπάρες και τις πόρτες του Άδη. Χαίρε χιλιοτραγουδισμένη είσοδος των σωσμένων.

ΓΡΜ: Διοδεύω (πορεύομαι διαμέσου), μόνον Αόρ. διώδευσα.
Συντρίβω (διαλύω ολοκληρωτικά), συνέτριβον, συντρίψω, σενέτριψα.
Σῴζομαι,
ἐσῳζόμην, σώσομαι, ἐσωσάμην, σέσωμαι, ἐσεσώμην.

ΛΞ: μοχλούς: μπάρες

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ

Κανόνες τονισμού αρχαίας ελληνικής γλώσσας

Βραχέα : ε, ο            Μακρά : η, ω           Δίχρονα : α, ι, υ

1) Καμία λέξη πολυσύλλαβη δεν τονίζεται πιο πάνω από την προπαραλήγουσα : π.χ. πε-

ριαγόμεθα.

2) Τα δίψηφα φωνήεντα (αι, ει, οι, υι, ου) είναι όλα μακρόχρονα. Εξαιρούνται και είναι

βραχύχρονα το αι και το οι, όταν βρίσκονται στο τέλος της λέξης και δεν ακολουθεί

άλλο γράμμα. Το αυ και το ευ είναι μακρόχρονα.

3) Όταν η λήγουσα είναι μακρόχρονη, η προπαραλήγουσα δεν τονίζεται : π.χ. βεβαίου.

4) Όταν η προπαραλήγουσα τονίζεται, παίρνει πάντα οξεία (´) : π.χ. ἐρώτησις, σπένδομαι.

5) Κάθε βραχύχρονη συλλαβή, όταν τονίζεται, παίρνει πάντοτε οξεία (´) : εἰπέ, βίος, νέος,

θεός.

6) Όταν η παραλήγουσα είναι μακρόχρονη και τονίζεται, παίρνει πάντοτε περισπωμένη

(~) μπροστά από βραχύχρονη λήγουσα : π.χ. ἐσθῆτος, μεῖνον. Επομένως, «μακρό πρό

βραχέως περισπάται».

 

Συνάντηση 2η – Πέμπτη 1η Φεβρουαρίου 2018

 “Κανών και κανόνες”. «Χαίρε η μετάγουσα πάντας εκ θανάτου προς ζωήν».

Δ΄, Ε΄ και ΣΤ΄ Ωδή του κανόνος του Ακαθίστου.   Ρήμα και κατηγόρημα.

Σημασίες υμνολογικών όρων:

Αίνοι: Καλούνται οι ψαλμοί ρμη’ (148), ρμθ’ (149) και ρν’ (150), όχι μόνο επειδή προτάσσεται στους περισσότερους στίχους αυτών η λέξη «αινείτε», αλλά και διότι οι τρεις αυτοί ψαλμοί είναι κατά το περιεχόμενο ένας αίνος και ένας ευχαριστήριος ύμνος στον Θεό.

Ανάγνωσμα: Περικοπή από τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, από τις Επιστολές (ή Πράξεις) και το Ιερό Ευαγγέλιο που διαβάζεται στις Ακολουθίες της Εκκλησίας και στη Θεία Λειτουργία.

Απολυτίκιο: Απολυτίκια ονομάζονται τα σύντομα εκείνα τροπάρια, που περιέχουν σε περίληψη την υπόθεση (ιστορία) της τελούμενης εορτής. Η ονομασία οφείλεται κατά τους μεν στο ότι αυτά ψάλλονται κανονικά στις απολύσεις των Εσπερινών , κατ’ άλλους στο ότι υπενθυμίζουν το λόγο του Συμεών        « Νυν απολύεις τον δούλον Σου Δέσποτα …».

Απόστιχα: Η «από στίχου» ή «τα του στίχου» είναι τροπάρια που ψάλλονται στον Εσπερινό μετά τα Πληρωτικά και στον Όρθρο καθημερινής προ της απολύσεως (όταν διαβάζονται οι ψαλμοί των Αίνων). Οι στίχοι που προηγούνται στα διάφορα τροπάρια διαφέρουν σε ποσότητα και ποιότητα. Των Αποστίχων οι στίχοι είναι συνήθως κατ’ εκλογή, ενώ των στιχηρών τροπαρίων οι στίχοι είναι κατά συνέχεια από τον στιχολογούμενο ψαλμό. Τα Απόστιχα διακρίνονται: σε Αναστάσιμα (αναφερόμενα στην Ανάσταση του Κυρίου), σε Σταυρώσιμα (στα πάθη και στο Σταυρό του Κυρίου), σε Αποστολικά (στους Αποστόλους), σε Μαρτυρικά, Νεκρώσιμα και Κατανυκτικά (που αναφέρονται στις μετά κατανύξεως δεήσεις μας).

Αυτόμελο: Από μουσική άποψη, λέγεται το τροπάριο που έχει πρωτότυπο μέλος. Αυτόμελο Τροπάριο ονομάζεται ο μονόστροφος ύμνος που έχει ιδιαίτερη μελωδική γραμμή, δηλαδή δεν ακολουθεί μια συγκεκριμένη μελωδία

Δοξαστικό: Το ιδιόμελο τροπάριο, στο οποίο προηγείται o στίχος «Δόξα Πατρί…». Στον Εσπερινό ψάλλεται μετά τα Εσπέρια και τα Απόστιχα. Στον Όρθρο ψάλλεται στη Λιτή και, στους «Αίνους» ή στα Απόστιχα.

Εξαποστειλάριο: Περιέχει την αίτηση για την αποστολή του φωτός. Τα εορταστικά τροπάρια που ψάλλονται σε ημέρες εορτών λέγονται Εξαποστειλάρια, ενώ σε ημέρες άμνημες, δηλαδή σε ημέρες νηστείας (Τεσσαρακοστής) που δεν υπάρχει μνήμη εορτάζοντας Αγίου λέγονται Φωταγωγικά.

Εξάψαλμος: Είναι οι 6 Ψαλμοί που διαβάζονται στην αρχή του Όρθρου (3ος, 37ος, 62ος, 87ος, 102ος, 142ος).

Θεοτοκίο: Τροπάριο που εγκωμιάζει τη Θεοτόκο και κατακλείει τις ομάδες των τροπαρίων ή τις ωδές των κανόνων με στίχο το «Και νυν και αεί…».

Καταβασίες: Οἱ Εἱρμοί τῶν μεγάλων ἑορτῶν ἀποτελοῦν τίς λεγόμενες Καταβασίες, ἐπειδή ψάλλονταν στό μέσον τοῦ ναοῦ, ὅπου κατέβαιναν οἱ ψάλτες ἀπό τά στασίδια τους.

 

ᾨδὴ δ´. Ὁ Εἱρμός.

  καθήμενος ἐν δόξῃ, ἐπὶ θρόνου Θεότητος, ἐν νεφέλῃ κούφῃ, ἦλθεν Ἰησοῦς ὑπέρθεοςτῇ ἀκηράτῳ παλάμῃ, καὶ διέσωσε, τοὺς κραυγάζοντας· Δόξα Χριστὲ τῇ δυνάμει σου.

Ο Ιησους ο καθήμενος εν δόξη επι θρονου θεοτητος ήλθεν, εν κούφη νεφελη, ο υπέρθεος, και διέσωσε τη ακηράτω παλάμη τους κραυγάζοντας “Δοξα Χριστέ τη δυνάμει σου”.

Αὐτὸς ποὺ κάθεται στὸν ἔνδοξο θρόνο τῆς Θεότητος, ἦλθε (στὸν κόσμο) μέσα σ᾿ ἐλαφρὺ σύννεφο (τὴν Παναγία), ὁ Ἰησοῦς ὁ ὕψιστος Θεός, ὁ Ὁποῖος μὲ τὴ δύναμη τῆς ἀμόλυντης παλάμης Του ἔσωσε (ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸ θάνατο) αὐτοὺς ποὺ κραυγάζουν· δόξα Χριστέ, στὴ θεία σου δύναμη.

ΛΞ: νεφέλη κούφη: ελαφρύ νέφος, ακηράτω: αμόλυντη

1ο Τροπάριο

Ἐν φωναῖς ἆσμάτων πίστει, σοὶ βοῶμεν Πανύμνητε· Χαῖρε πῖον ὄρος, καὶ τετυρωμένον ἐν Πνεύματι· χαῖρε λυχνία καὶ στάμνε, μάννα φέρουσα, τὸ γλυκαῖνον, τὰ τῶν εὐσεβῶν αἰσθητήρια.

Πιστει βοώμεν σοι εν φωναίς ασμάτων πανύμνητε. Χαίρε ορος πίον και τετυρωμένον εν πνευματι. Χαιρε λυχνια, και σταμνε φερουσα μαννα, το γλυκαίνον τα αισθητηρια των ευσεβων

Μὲ ἄσματα (ὕμνους) ποὺ βγαίνουν ἀπὸ τὴν πίστη μας, σοῦ φωνάζουμε Πανύμνητε· χαῖρε ἐσὺ ποὺ μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἔγινες εὔφορο βουνό· χαῖρε ἑπτάφωτη λυχνία, στάμνα ποὺ φέρεις μέσα σου τὸ μάννα (τὸν Χριστό) ποὺ γλυκαίνει τὰ πνευματικὰ αἰσθητήρια τῶν εὐσεβῶν.

ΛΞ: πίον: έφορο, τετυρωμένον: πλούσιο σε τροφές, βουνό με τυριά

2ο Τροπάριο

Ἱλαστήριον τοῦ κόσμου, χαῖρε ἄχραντε Δέσποινα· χαῖρε κλῖμαξ γῆθεν, πάντας ἀνυψώσασα χάριτι· χαῖρε ἡ γέφυρα ὄντως, ἡ μετάγουσα, ἐκ θανάτου, πάντας, πρὸς ζωὴν τοὺς ὑμνοῦντάς σε.

Xαίρε άχραντε Δέσποινα Ιλαστήριον του κόσμου, χαίρε κλίμαξ, ανυψώσασα γήθεν χάριτι πάντας χαίρε η γέφυρα οντως, η μετάγουσα πάντας τούς ύμνουντάς σε, έκ θανάτου, πρός ζωήν. 

Χαῖρε ἄχραντε Δέσποινα, ποὺ εἶσαι τὸ ἱλαστήριο τοῦ κόσμου (τὸ μέσο διὰ τοῦ ὁποίου ἐξιλεωθήκαμε)· χαῖρε κλίμακα (σκάλα) ποὺ μὲ τὴ χάρη σου μᾶς ἀνύψωσες ὅλους ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό· χαῖρε ἡ γέφυρα ποὺ πραγματικὰ περνᾶς ἀπὸ τὸ θάνατο στὴ ζωὴ ὅλους ὅσοι σὲ ἀνυμνοῦν.

ΛΞ: Γήθεν: από τη γη, μετάγουσα: που οδηγεί

3ο Τροπάριο

Οὐρανῶν ὑψηλοτέρα, χαῖρε γῆς τὸ θεμέλιον, ἐν τῇ σῇ νηδύϊ, Ἄχραντε ἀκόπως βαστάσασα, χαῖρε κογχύλη, πορφύραν θείαν βάψασα, ἐξ αἱμάτων σου, τῷ Βασιλεῖ τῶν Δυνάμεων.

Χαίρε ‘Αχραντε, Ουρανών υψηλοτέρα,  βαστάσασα ακόπως έν τή ση νηδυϊ γής το θεμέλιον. Χαίρε κογχύλη βάψασα Θείαν πορφυραν, έξ αιμάτων σου, τώ Βασιλεί τών Δυνάμεων.

Ἐσὺ ποὺ εἶσαι ὑψηλότερη ἀπ᾿ τοὺς οὐρανούς, χαῖρε Ἄχραντε, ποὺ στὴν κοιλιά σου βάσταξες χωρὶς κόπο τὸ θεμέλιο τῆς γῆς (τὸν Χριστό). Χαῖρε κογχύλι ποὺ μὲ τὸ αἷμα σου ἔβαψες τὴ θεία πορφύρα (τὸ ἔνδυμα, δηλ. τὴν ἀνθρώπινη σάρκα) ποὺ φόρεσε ὁ Βασιλιὰς τῶν δυνάμεων.

ΛΞ: Νηδύι: κοιλιά

 

4ο Τροπάριο

Νομοθέτην ἡ τεκοῦσα, ἀληθῶς χαῖρε Δέσποινα, τὸν τὰς ἀνομίας, πάντων δωρεὰν ἐξαλείφοντα· ἀκατανόητον βάθος, ὕψος ἄῤῥητον, Ἀπειρόγαμε, δι᾿ ἧς ἡμεῖς ἐθεώθημεν.

Χαίρε Δέσποινα ή τεκούσα, άληθώς, Νομοθέτην τον έξαλείφοντα δωρεαν πάντων τας ανομίας,.  Ακατανόητον  βάθος,  ύψος άρρητον, απειρόγαμε, δι’ ής ήμείς έθεώθημεν.

Χαῖρε Δέσποινα, ἐσὺ ποὺ γέννησες πραγματικὰ τὸ Νομοθέτη (Χριστό), ὁ ὁποῖος ἐξαλείφει χωρὶς κανένα ἀντάλλαγμα τὶς ἁμαρτίες ὅλων μας· (χαῖρε) τὸ βάθος ποὺ ἀνθρώπινο μυαλὸ δὲν μπορεῖ νὰ κατανοήσει καὶ τὸ ὕψος ποὺ μὲ λόγια δὲν μπορεῖ νὰ περιγραφεῖ· ἐσὺ ποὺ ἔγινες ἡ αἰτία τῆς δικῆς μας θέωσης.

ΛΞ: Εξελείφοντα: σβύνει, άρρητον: απερίγραπτος

5ο Τροπάριο

Σὲ τὴν πλέξασαν τῷ κόσμῳ, ἀχειρόπλοκον στέφανον, ἀνυμνολογοῦμεν, Χαῖρέ σοι Παρθένε κραυγάζοντες, τὸ φυλακτήριον πάντων καὶ χαράκωμα, καὶ κραταίωμα, καὶ ἱερὸν καταφύγιον.

Ανυμνολογούμεν σε την πλέξασαν αχειρόπλοκον στέφανον τω κόσμω, το φυλακτήριον πάντων καί χαράκωμα καί κραταίωμα, καί ιερόν καταφύγιον. κραυγάζοντες, «Χαίρε σοι  Παρθένε» 

Ἀνυμνοῦμε ἐσένα ποὺ ἔπλεξες γιὰ τὸν κόσμο στεφάνι χωρὶς νὰ χρησιμοποιηθοῦν χέρια ἀνθρώπινα· σοῦ ἀπευθύνουμε τὸ χαῖρε, Παρθένε, ποὺ εἶσαι τὸ ἀκλόνητο ὀχυρό μας, τὸ χαράκωμα καὶ τὸ στήριγμα καὶ τὸ ἱερὸ καταφύγιο.

ΛΞ: Αχειρόπλοκον: αχειροποίητο, χαράκωμα: οχυρό, κραταίωμα: δύναμη

ᾨδὴ ε´. Ὁ Εἱρμός.

 Ἐξέστη τὰ σύμπαντα, ἐπὶ τῇ θείᾳ δόξῃ σου· σὺ γὰρ ἀπειρόγαμε Παρθένε, ἔσχες ἐν μήτρᾳ τὸν ἐπὶ πάντων Θεόν, καὶ τέτοκας ἄχρονον Υἱόν, πᾶσι τοῖς ὑμνοῦσί σε, σωτηρίαν βραβεύοντα.

Εξέστη τα σύμπαντα επί τη θεiα δόξη σου, σύ  γάρ, απειρόγαμε Παρθένε, έσχες έν μήτρα Θεόν,  τον βραβεύοντα σωτηρίαν επί πάντων, καi τέτοκας άχρονον Υιόν,  πάσι τοίς υμνούσι σε.

Ὅλος ὁ κόσμος ἐξεπλάγη μὲ τὴ θεία δόξα σου· γιατὶ ἐσὺ Παρθένε ἂν καὶ δὲ γνώρισες γάμο, ἀξιώθηκες νὰ κρατήσεις στὴ μήτρα σου τὸ Θεὸ ποὺ ἐξουσιάζει ὅλα τὰ κτίσματα, καὶ γέννησες τὸν ἄχρονο Υἱὸ καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος χαρίζει τὴ σωτηρία σὰν βραβεῖο σ᾿ ὅσους σὲ ἀνυμνοῦν.

ΛΞ: Εξέστη: έμειναν έκπληκτα, τέτοκας: γέννησες

 

1ο Τροπάριο

Ὁδὸν ἡ κυήσασα, ζωῆς, χαῖρε Πανάμωμε, ἡ κατακλυσμοῦ τῆς ἁμαρτίας, σώσασα κόσμον· χαῖρε Θεόνυμφε, ἄκουσμα καὶ λάλημα φρικτόν· χαῖρε ἐνδιαίτημα, τοῦ Δεσπότου τῆς κτίσεως.

Χαίρε Πανάμωμε ή κυήσασα, Οδον ζωής,  ή σώσασα κόσμον [απο του ] κατακλυσμου της αμαρτίας, χαίρε Θεόνυμφε, άκουσμα και λάλημα φρικτόν χαίρε ενδιαίτημα, του Δεσπότου της κτίσεως.

Χαῖρε Πανάχραντε, ἐσὺ ποὺ κυοφόρησες τὴν Ὁδὸ (τὸν Χριστό), ποὺ ὁδηγεῖ στὴ ζωὴ καὶ ἔσωσες τὸν κόσμο ἀπὸ τὸν κατακλυσμὸ τῆς ἁμαρτίας. Χαῖρε νύφη τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶσαι λάλημα καὶ ἄκουσμα ποὺ προκαλεῖ δέος· χαῖρε κατοικία τοῦ Δεσπότη τῆς κτίσεως.

ΛΞ: Ενδιαίτημα: κατοικία

2ο Τροπάριο

 Ἰσχὺς καὶ ὀχύρωμα, ἀνθρώπων, χαῖρε Ἄχραντε, τόπε ἁγιάσματος τῆς δόξης· νέκρωσις ᾍδου, νυμφὼν ὁλόφωτε· χαῖρε τῶν Ἀγγέλων χαρμονή· χαῖρε ἡ βοήθεια, τῶν πιστῶς δεομένων σου.

Χαιρε  ‘Αχραντε, lσχυς καί οχύρωμα ανθρώπων, τόπε αγιάσματος της δόξης. νέκρωσις  Αδου, ολοφωτε νυμφών.  Χαίρε χαρμονή των Αγγέλων, χαίρε η βοήθεια των δεομένων σου πιστώς.

Χαῖρε Ἄχραντε, ποὺ εἶσαι ἡ ἰσχὺς καὶ τὸ ὀχύρωμα τῶν ἀνθρώπων, τόπος ἅγιος τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ· νέκρωση τοῦ θανάτου, ὁλόφωτο νυφικὸ δωμάτιο· χαῖρε ἡ χαρὰ τῶν Ἀγγέλων· χαῖρε ἡ βοήθεια ἐκείνων ποὺ μὲ πίστη σὲ ἐπικαλοῦνται.

ΛΞ: Χαρμονή: ευφροσύνη

3ο Τροπάριο

Πυρίμορφον ὄχημα, τοῦ Λόγου, χαῖρε Δέσποινα, ἔμψυχε Παράδεισε, τὸ ξύλον, ἐν μέσῳ ἔχων ζωῆς τὸν Κύριον· οὗ ὁ γλυκασμὸς ζωοποιεῖ, πίστει τοὺς μετέχοντας, καὶ φθορᾷ ὑποκύψαντας.

Χαίρε  Δέσποινα Πυρίμορφον  οχημα,  του Λόγου. Χαίρε έμψυχε  Παράδεισε [ο] έχων έν μέσω το ξύλον [της] ζωής, [δηλαδη] τον Κύριον, ου ο γλυκασμός ζωοποιεί, τούς μετέχοντας [τη] πίστει, καί υποκύψαντας φθορά.

Χαῖρε Δέσποινα, ἐσὺ ποὺ χρημάτισες πύρινο ἅρμα τοῦ Λόγου, ποὺ ἔγινες ἔμψυχος Παράδεισος ὅπου στὸ μέσο του ἔχει τὸ ξύλο τῆς ζωῆς, τὸν Κύριο, τοῦ Ὁποίου ἡ γλυκύτητα ζωοποιεῖ αὐτοὺς ποὺ μὲ πίστη τὸν γεύονται καὶ οἱ ὁποῖοι προηγουμένως εἶχαν ὑποκύψει στὴ φθορά.

ΛΞ: Πυρίμορφον: φλόγινο, όχημα: άρμα, γλυκασμός: γλυκύτητα

4ο Τροπάριο

 Ῥωννύμενοι σθένει σου, πιστῶς ἀναβοῶμέν σοι· Χαῖρε πόλις τοῦ Παμβασιλέως, δεδοξασμένα καὶ ἀξιάκουστα, περὶ ἧς λελάληνται σαφῶς· ὄρος ἀλατόμητον, χαῖρε βάθος ἀμέτρητον.

Ρωννύμενοι σθένει σου αναβοώμεν σοι πιστώς, «Χαίρε πόλις του Παμβασιλέως», δεδοξασμένα,  καί αξιάκουστα περι ης σαφώς λελάληνται, όρος αλατόμητον, Χαίρε βάθος άμετρητον.

Παίρνοντας δύναμη ἀπὸ τὴν δική σου δύναμη, σοῦ φωνάζουμε μὲ πίστη· χαῖρε ἡ πόλη τοῦ Βασιλιᾶ τῶν ὅλων, γιὰ τὴν ὁποία πολλὰ εἰπώθηκαν δοξασμένα καὶ ἀξιάκουστα. Χαῖρε ὄρος ποὺ δὲ λατομήθηκε ποτέ, χαῖρε βάθος μυστηρίου ἀμέτρητο.

ΛΞ: Ρωννύμενοι: δυναμωμένοι, σθένει σου: με τη δύναμή σου, λελάληνται: λέχθηκαν, αλατόμητον: που δε λατομήθηκε

5ο Τροπάριο

Εὐρύχωρον σκήνωμα, τοῦ Λόγου, χαῖρε Ἄχραντε· κόχλος ἡ τὸν θεῖον μαργαρίτην, προαγαγοῦσα, χαῖρε πανθαύμαστε· πάντων πρὸς Θεὸν καταλλαγή, τῶν μακαριζόντων σε, Θεοτόκε ἑκάστοτε.

Χαίρε Αχραντε, Εύρυχωρον σκήνωμα, του Λογου. χαίρε πανθαύμαστε η προαγαγούσα κοχλος τον θείον μαργαρίτηνπάντων προς Θεόν καταλλαγή, των μακαριζόντων σε, Θεοτόκεεκάστοτε.

Χαῖρε Ἄχραντε, ἐσὺ ποὺ χρημάτισες ἡ εὐρύχωρη κατοικία τοῦ Θεοῦ Λόγου· χαῖρε πανθαύμαστε, ἐσὺ ποὺ εἶσαι τὸ ὄστρακο ἀπ᾿ τὸ ὁποῖο προῆλθε τὸ θεῖο μαργαριτάρι. Θεοτόκε, ἐσὺ συμφιλιώνεις μὲ τὸ Θεὸ ὅλους αὐτοὺς ποὺ ἀδιάκοπα μὲ ὕμνους σὲ ἐγκωμιάζουν.

ΛΞ: Σκήνωμα: κατοικία, κόχλος: κοχύλι, προαγαγούσα: που έφερε, καταλλαγή: συμφιλίωση

ᾨδὴ Ϛ´. Ὁ Εἱρμός.

 Τὴν θείαν ταύτην καὶ πάντιμον, τελοῦντες ἑορτὴν οἱ θεόφρονες, τῆς Θεομήτορος, δεῦτε τὰς χεῖρας κροτήσωμεν, τὸν ἐξ αὐτῆς τεχθέντα Θεὸν δοξάζοντες. 

Τὴν θεία αὐτὴ καὶ ἰδιαίτερα ἄξια τιμῆς ἑορτὴ τῆς Θεομήτορος τελοῦντες οἱ θεόφρονες, ἐλᾶτε νὰ κτυπήσουμε τὰ χέρια ἀπὸ χαρά, δοξάζοντας τὸ Θεὸ ποὺ γεννήθηκε ἀπ᾿ αὐτήν.

Δεύτε οί θεόφρονες, [οι] τελούντες την Θείαν ταυτην καί πάντιμον εορτήν τής Θεομήτορος, κροτήσωμεν τάς χείρας, δοξάζοντες, τον έξ αυτής τεχθέντα Θεον.

ΛΞ: γεμάτη με τιμή, θεόφρονες: αυτοί που έχουν θείο φρόνημα, κροτήσωμε: ας χειροκροτήσουμε

1ο Τροπάριο

 Παστὰς τοῦ Λόγου ἀμόλυντε, αἰτία τῆς τῶν πάντων θεώσεως, χαῖρε Πανάχραντε, τῶν Προφητῶν περιήχημα· χαῖρε τῶν Ἀποστόλων τὸ ἐγκαλλώπισμα.

Χαίρε άμολυντε,  Πανάχραντε, Παστάς του Λόγου αιτία της των πάντων Θεώσεως, χαίρε Πανάχραντε, τών Προφητών περιήχημα  χαίρε το εγκαλλώπισμα των Αποστόλων.

Χαῖρε Πανάχραντε, γιατὶ ἀναδείχτηκες τὸ ἀμόλυντο νυφικὸ δωμάτιο τοῦ Θεοῦ Λόγου καὶ ἔγινες ἡ αἰτία τῆς θέωσης ὅλων μας, τὸ κήρυγμα τῶν Προφητῶν καὶ τὸ σεμνὸ στολίδι τῶν Ἀποστόλων.

ΛΞ: Παστάς: νυφικός θάλαμος, περιήχημα: κήρυγμα

2ο Τροπάριο

 Ἐκ σοῦ ἡ δρόσος ἀπέσταξε, φλογμὸν πολυθεΐας ἡ λύσασα· ὅθεν βοῶμέν σοι· Χαῖρε ὁ πόκος ὁ ἔνδροσος, ὃν Γεδεὼν Παρθένε προεθεάσατο.

Εκ σού απέσταξε η δροσος Παρθενε, ή λύσασα φλομον πολυθείας, όθεν βοώμεν σοι «Χαίρε ο ποκος ενδροσος ον προεθεάσατο [ο] Γεδεων»

Ἀπὸ σένα ἔσταξε ἡ δροσιὰ (ὁ Χριστὸς), ἡ ὁποία ἔσβησε τὴ φλόγα τῆς πολυθεΐας καὶ εἰδωλολατρίας· γιὰ τοῦτο καὶ σοῦ φωνάζουμε δυνατά· χαῖρε, Παρθένε, ἐσὺ ποὺ εἶσαι ὁ πόκος (τὸ μαλλὶ) τὸν ὁποῖο μὲ θαῦμα προεῖδε ὁ Γεδεών.

ΛΞ: Φλογμόν: φωτιά, πόκος: μαλλί, προεθεάσατο: προείδε

3ο Τροπάριο

 Ἰδού σοι, Χαῖρε, κραυγάζομεν, λιμὴν ἡμῖν γενοῦ θαλαττεύουσι, καὶ ὁρμητήριον, ἐν τῷ πελάγει τῶν θλίψεων, καὶ τῶν σκανδάλων πάντων τοῦ πολεμήτορος.

Χαίρε Ιδού σοι κραυγάζομεν « γενού λιμήν καί ορμητήριον ήμίν [τοις] θαλαττεύουσι έν τώ πελάγει τών θλίψεων, καί πάντων των σκανδάλων του πολεμήτορος.»

Νά, σὲ σένα (Παναγία μας) φωνάζουμε δυνατὰ τὸ χαῖρε· γίνε λιμάνι σὲ μᾶς ποὺ ταξιδεύουμε στὴ θάλασσα τῆς ζωῆς καὶ ὁρμητήριο στὸ πέλαγος τῶν θλίψεων καὶ ὅλων τῶν παγίδων τοῦ ἐχθροῦ μας (τοῦ διαβόλου).

ΛΞ: Θαλαττεύουσι: ταξιδεύουμε στη θάλασσα, πολεμήτορος: του διαβόλου

4ο Τροπάριο

 Χαρᾶς αἰτία χαρίτωσον, ἡμῶν τὸν λογισμὸν τοῦ κραυγάζειν σοι· Χαῖρε ἡ ἄφλεκτος βάτος, νεφέλη ὁλόφωτε, ἡ τοὺς πιστοὺς ἀπαύστως ἐπισκιάζουσα.

Αιτία χαρας χαρίτωσον,  ημών τον λογισμόν  του κραυγάζειν σοι: «Χαίρε ή άφλεκτος βάτος, ολόφωτε νεφέλη, η επισκιάζουσα απαύστως τους πιστούς». 

Ἐσὺ ποὺ εἶσαι αἰτία χαρᾶς, γέμισε μὲ τὴ χάρη σου τὴ σκέψη μας γιὰ νὰ σοῦ φωνάζουμε δυνατά· χαῖρε ἄφλεκτη βάτος, καὶ ὁλόφωτη νεφέλη, ποὺ ἀδιάκοπα ἐπισκιάζεις τοὺς πιστούς.

ΛΞ: Χαρίτωσον: δώσε τη χάρη σου, ημών τον λογισμόν: στον λογισμό μας.

 

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ:

Κατηγόρημα  είναι το ρήμα της πρότασης και εκείνες οι λέξεις που συνοδεύουν το ρήμα.

Το κατηγόρημα σε μια πρόταση μπορεί να είναι:

α) Μονολεκτικό, να αποτελείται από ένα ρήμα αμετάβατο μόνο, π.χ. πεινῶ

β) Περιφραστικό, να αποτελείται από:

  • ένα τύπο ενός μεταβατικού ρήματος + αντικείμενο

π.χ  Ὁ Σωκράτης διδάσκει τὴν ἀρετήν.

  • ένα τύπο ενός μεταβατικού ρήματος + αντικείμενο + αντικείμενο

π.χ. Ὁ Σωκράτης διδάσκει τῷ μαθητῇ τὴν ἀρετήν.

  • ένα τύπο ενός συνδετικού ρήματος + το κατηγορούμενο του υποκειμένου

π.χ. Ὁ Σωκράτης ἦν σοφός.

  • ένα τύπο ενός μεταβατικού ρήματος + αντικείμενο + κατηγορούμενο του αντικειμένου

π.χ. Ὁ Σωκράτης νομίζει τὴν ἀρετήν διδακτήν.

 

Ασκήσεις στον τονισμό των λέξεων:

Προγονος , οικος, κηποι, ανδρων, κοποις, γενναιος, δουλων, ταυρος, υπογειος, σπευδε, πρωτον, πρωτων, δεσμωτης, ανθρωπους, ανθρωποι, στρατιωτων, ακουσον.

 

Συνάντηση 3η – Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2018

 

“Κανών και κανόνες”. «Χαίρε Δέσποινα δι΄ ής χαράς πληρούμεθα».

Ζ΄, και Η΄ Ωδή του κανόνος του Ακαθίστου.

Γραμματικό φαινόμενο: Κλίση και χρήση του ουσιαστικού.

ΣΗΜΑΣΙΕΣ ΥΜΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΟΡΩΝ (Β)

Κατηχούμενα: Ευχές και δεήσεις μέσα στη Θεία Λειτουργία. Η Λειτουργία των Κατηχουμένων, όπως ονομάζεται το τμήμα αυτό της Θείας Λειτουργίας,  αποτελεί το δημόσιο μέρος της Θείας Λειτουργίας και συμβολίζει την ζωή του Κυρίου μεταξύ της ενσαρκώσεως και των παθών.

Κοινωνικό: Ο ύμνος που ψάλλεται όταν κοινωνούν οι πιστοί.

Λειτουργία: Η Θεία Λειτουργία αποτελεί το κορυφαίο λατρευτικό γεγονός της Ορθόδοξης εκκλησίας, το οποίο κορυφώνεται με την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας. Ουσιαστικά αποτελεί το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, με τη διαμόρφωση που όρισε η Εκκλησία.

Λειτουργικός κύκλος. Ημερήσιος: Ο ημερήσιος λειτουργικός κύκλος αρχίζει καθημερινά το απόγευμα με την ακολουθία του Εσπερινού και τελειώνει την επόμενη ημέρα με την ακολουθία της Θ΄ Ώρας.                                                                   Εβδομαδιαίος : Ο εβδομαδιαίος λειτουργικός κύκλος αρχίζει με τον Εσπερινό της Κυριακής , που τελείται «τω Σαββάτω εσπέρας», και τελειώνει με την ακολουθία της Θ΄ Ώρας του επόμενου Σαββάτου, που τελείται αμέσως πριν από την ακολουθία του Εσπερινού.   Την Κυριακή εορτάζεται η Ανάσταση του Κυρίου. Η Δευτέρα είναι αφιερωμένη στους Ασωμάτους.  Η Τρίτη είναι αφιερωμένη στον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και Βαπτιστή.  Η Τετάρτη και η Παρασκευή είναι αφιερωμένες στα πάθη και τη σταύρωση του Κυρίου. Η Πέμπτη είναι αφιερωμένη. στους Αποστόλους και τον άγιο Νικόλαο.        Το Σάββατο είναι αφιερωμένο στους μάρτυρες και τη μνήμη των κεκοιμημένων.

ᾨδὴ ζ´. Ὁ Εἱρμός

Οὐκ ἐλάτρευσαν, τῇ κτίσει οἱ θεόφρονες, παρὰ τὸν Κτίσαντα· ἀλλὰ πυρὸς ἀπειλήν, ἀνδρείως πατήσαντες, χαίροντες ἔψαλλον· Ὑπερύμνητε, ὁ τῶν Πατέρων Κύριος, καὶ Θεὸς εὐλογητὸς εἶ.

Οἱ θεόφρονες (Τρεῖς Παῖδες στὴ Βαβυλώνα) δὲ θέλησαν νὰ λατρεύσουν τὰ κτίσματα, ἀλλὰ λάτρευσαν μονάχα τὸν Κτίστη. Καὶ ἀφοῦ ἀψήφισαν μὲ ἀνδρεία τὴν ἀπειλὴ τῆς φωτιᾶς, μὲ χαρὰ ἔψαλαν· Ὑπερύμνητε Θεὲ καὶ Κύριε τῶν Πατέρων μας εἶσαι εὐλογημένος.

ΛΞ: Πατήσαντες:αψήφησαν,

ΟΜΡ: λατρεία, λατρευτικός, λατρευτός, λάτρης-λάτρης, -λατρία

Αρχ.Χρ: ψάλλω, παρατ.: έψαλλα, στιγμ. μέλλ.: θα ψάλω, αόρ.: έψαλα

1ο Τροπάριο

Ἀνυμνοῦμέν σε, βοῶντες· Χαῖρε ὄχημα, Ἡλίου τοῦ νοητοῦ· ἄμπελος ἀληθινή, τὸν βότρυν τὸν πέπειρον, ἡ γεωργήσασα, οἶνον στάζοντα, τὸν τὰς ψυχὰς εὐφραίνοντα, τῶν πιστῶς σε δοξαζόντων.

Σὲ ἀνυμνοῦμε καὶ σοῦ φωνάζουμε δυνατά· χαῖρε τὸ ὄχημα τοῦ νοητοῦ Ἡλίου (τοῦ Χριστοῦ)· ἀληθινὴ ἄμπελος (κληματαριὰ), ἡ ὁποία καρποφόρησες τὸ ὥριμο σταφύλι ποὺ ἀποστάζει κρασὶ (τὴ ζωὴ) καὶ εὐφραίνει τὶς ψυχὲς ἐκείνων ποὺ μὲ πίστη σὲ δοξάζουν.

ΛΞ: τον βότρυν τον πέπειρον: ώριμο σταφύλι, όχημα: εκ του αρχαίου ελληνικού όρου ὄχος= άρμα, άμαξα και του ρήματος ὀχῶ= κινούμαι με άμαξα ΓΡΜ: ΕΝ. βότρυς  βότρυος  βότρυϊ  βότρυν  βότρυ  Πλ. βότρυες  βοτρύων  βότρυσι  βότρυς  βότρυες 

 

2ο Τροπάριο

Ἰατῆρα, τῶν ἀνθρώπων ἡ κυήσασα, χαῖρε Θεόνυμφε· ἡ ῥάβδος ἡ μυστική, ἄνθος τὸ ἀμάραντον, ἡ ἐξανθήσασα· χαῖρε Δέσποινα, δι᾿ ἧς χαρᾶς πληρούμεθα, καὶ ζωὴν κληρονομοῦμεν.

Χαῖρε νύφη τοῦ Θεοῦ, ἐσὺ ποὺ γέννησες τὸν Ἰατρὸ τῶν ἀνθρώπων· ποὺ εἶσαι ἡ μυστικὴ ράβδος, ἀπὸ τὴν ὁποία βλάστησε τὸ ἀμάραντο λουλούδι (ὁ Χριστὸς)· χαῖρε, Δέσποινα, μ᾿ ἐσένα γεμίζουμε ἀπὸ χαρὰ καὶ κληρονομοῦμε τὴν αἰώνια ζωή.

ΛΞ: Ιατήρα: γιατρό, εξανθήσασαν: άνθισε, πρηρούμεθα: πλημμυρίζουμε, κληρονομιά: κλῆρος + νέμω

3ο Τροπάριο

Ῥητορεύουσα, οὐ σθένει γλῶσσα Δέσποινα, ὑμνολογῆσαί σε· ὑπὲρ γὰρ τὰ Σεραφίμ, ὑψώθης κυήσασα, τὸν Βασιλέα Χριστόν· ὃν ἱκέτευε, πάσης νῦν βλάβης ῥύσασθαι, τοὺς πιστῶς σε προσκυνοῦντας.

Δέσποινα, καὶ ἡ πιὸ ρητορικὴ γλώσσα δὲν μπορεῖ ἐπάξια νὰ σὲ ὑμνολογήσει· διότι, μὲ τὸ νὰ γεννήσεις τὸν βασιλέα Χριστό, ὑψώθηκες πιὸ πάνω κι ἀπὸ τὰ Σεραφείμ. Αὐτὸν ἱκέτευε νὰ σώσει τώρα ἀπὸ κάθε βλάβη αὐτοὺς ποὺ μὲ πίστη σὲ προσκυνοῦν.

ΛΞ: ρητορεύουσα ου σθένει γλώσσα: γλώσσα ρήτορα δεν έχει τη δύναμη, ρύσασθαι: να σώσει, ΟΜΡ: σθένος, ασθενής, σθεναρός, σθεναρότητα, ασθένεια., Σεραφείμ: ένα από τα εννέα τάγματα των αγγέλων (Σεραφείμ, Χερουβείμ, Θρόνοι – Κυριότητες, Δυνάμεις, Εξουσίες – Αρχές, Αρχάγγελοι, Άγγελοι).

4ο Τροπάριο

Εὐφημεῖ σε, μακαρίζοντα τὰ πέρατα, καὶ ἀνακράζει σοι· Χαῖρε ὁ τόμος ἐν ᾧ, δακτύλῳ ἐγγέγραπται, Πατρὸς ὁ Λόγος Ἁγνή· ὃν ἱκέτευε, βίβλῳ ζωῆς τοὺς δούλους σου, καταγράψαι Θεοτόκε.

Σὲ εὐφημεῖ καὶ σὲ ἐγκωμιάζει ὅλος ὁ κόσμος ἀναφωνώντας σου· χαῖρε Ἁγνή, ἐσὺ εἶσαι τὸ βιβλίο, στὸ ὁποῖο μὲ τὸ δάκτυλο (τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος) καταγράφηκε ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ Πατρός. Αὐτὸν ἱκέτευε Θεοτόκε, νὰ καταγράψει στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς κι ἐμᾶς τοὺς δούλους σου.

ΛΞ: τα πέρατα: όλος ο κόσμος, τόμος: βιβλίο, εὐφημεῖ: επευφημώ, κραυγάζω σε θρίαμβο, ΟΜΡ: φήμη, φημίζω, διαφημίζω, διαφήμιση, ἐγγέγραπται, καταγρήφηκε, ΟΜΡ: εγγραφή, συγγραφέας, συγγραφή.

5ο Τροπάριο

Ἱκετεύομεν, οἱ δοῦλοί σου καὶ κλίνομεν, γόνυ καρδίας ἡμῶν· Κλῖνον τὸ οὖς σου, Ἁγνή, καὶ σῶσον τοὺς θλίψεσι, βυθιζομένους ἡμᾶς, καὶ συντήρησον, πάσης ἐχθρῶν ἁλώσεως, τὴν σὴν Πόλιν Θεοτόκε.

Σὲ ἱκετεύουμε οἱ δοῦλοι σου καὶ κλίνουμε μπροστά σου τὰ γόνατα τῆς καρδιᾶς μας. Ἄκουσε μὲ προσοχὴ (τὴν ἱκεσία μας) Ἁγνὴ καὶ σῶσε ὅλους ἐμᾶς ποὺ βυθιζόμαστε στὶς θλίψεις· καὶ προφύλαξε ἀπὸ κάθε ἅλωση ἐχθρικὴ τὴν Πόλη σου (ἀλλὰ καὶ κάθε πόλη) Θεοτόκε.

ΛΞ: κλίνομεν γόνυ: γονατίζουμε, κλίνον το ους σου: άκουσε, αφουγκράσου, συντήρησον: φύλαξε

ους ουδέτερο, γενική: ωτός, ΟΜΡ: ωταλγία, ωτασπίδα, ωτικός, ωτίτιδα ΕΚΦΡ: 1. εις ώτα μη ακουόντων, 2. ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω, 3. τείνω ευήκοον ους.

 

ᾨδὴ η´. Ὁ Εἱρμός.

Παῖδας εὐαγεῖς ἐν τῇ καμίνῳ, ὁ τόκος τῆς Θεοτόκου διεσώσατο, τότε μὲν τυπούμενος·  νῦν δὲ ἐνεργούμενος, τὴν οἰκουμένην ἅπασαν, ἀγείρει ψάλλουσαν· Τὸν Κύριον ὑμνεῖτε τὰ ἔργα, καὶ ὑπερυψοῦτε, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

Τοὺς εὐσεβεῖς Παῖδες στὸ καμίνι ὁ τόκος τῆς Θεοτόκου (ὁ Χριστὸς) διέσωσε (ἀπὸ τὶς φλόγες). Καὶ τότε μὲν σὰν προτύπωση, τώρα δὲ ἐνεργώντας φανερὰ σώζει τὴν οἰκουμένη, τὴν ὁποία καὶ συναθροίζει καὶ τὴν κάνει νὰ ψάλει· Ὑμνεῖτε τὸν Κύριο ὅλα τὰ δημιουργήματα καὶ ὑπερυψώνετέ Τον σ᾿ ὅλους τοὺς αἰῶνες.

ΛΞ: ευαγείς: ευσεβείς, τυπούμενος: ως προτύπωση, αγείρει: συνάγω, συναθροίζω,, συλλέγω, σωρεύω, ΟΜΡ: ἀγορά, (συν)αγερμός, (ὁμή)γυρις, (πανή)γυρις.

1ο Τροπάριο

Νηδύϊ τὸν Λόγον ὑπεδέξω, τὸν πάντα βαστάζοντα ἐβάστασας· γάλακτι ἐξέθρεψας, νεύματι τὸν τρέφοντα, τὴν οἰκουμένην ἅπασαν, Ἁγνή, ᾧ ψάλλομεν· Τὸν Κύριον ὑμνεῖτε τὰ ἔργα, καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

Στὰ σπλάγχνα σου, Ἁγνή, δέχτηκες τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ βάσταξες Αὐτὸν ποὺ βαστάζει τὰ πάντα. Ἔθρεψες μὲ τὸ γάλα σου Αὐτὸν ποὺ μ᾿ ἕνα νεῦμα Του τρέφει ὁλόκληρη τὴν οἰκουμένη, πρὸς τὸν Ὁποῖο ψάλλουμε· Ὑμνεῖτε τὸν Κύριο ὅλα τὰ δημιουργήματα καὶ ὑπερυψώνετέ Τον σ᾿ ὅλους τοὺς αἰῶνες.

ΛΞ: νηδύι: στα σπλάχνα, στην κοιλιά ΓΡΜ: ἐξέθρεψας: εκτρέφω με εσωτερική αύξηση.

2ο Τροπάριο

Μωσῆς κατενόησεν ἐν βάτῳ, τὸ μέγα Μυστήριον τοῦ τόκου σου· Παῖδες προεικόνισαν, τοῦτο ἐμφανέστατα, μέσον πυρὸς ἱστάμενοι, καὶ μὴ φλεγόμενοι, ἀκήρατε ἁγία Παρθένε· ὅθεν σε ὑμνοῦμεν εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

Ὁ Μωυσῆς ἀντιλήφθηκε μπροστὰ στὴ φλεγόμενη βάτο τὸ μεγάλο μυστήριο τοῦ τόκου σου. Καὶ οἱ (Τρεῖς) Παῖδες προεικόνισαν τὸ μυστήριο αὐτό, βρισκόμενοι στὸ μέσο τῆς φωτιᾶς τῆς καμίνου καὶ μὴ καιόμενοι, πανάχραντε ἁγία Παρθένε. Γι᾿ αὐτὸ σὲ ὑμνοῦμε σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες.

ΛΞ: ιστάμενοι: ενώ έστεκαν, ακήρατε: αμόλυντε

3ο Τροπάριο

Οἱ πρῴην ἀπάτῃ γυμνωθέντες, στολὴν ἀφθαρσίας ἐνεδύθημεν, τῇ κυοφορίᾳ σου· καὶ οἱ καθεζόμενοι, ἐν σκότει παραπτώσεων, φῶς κατωπτεύσαμεν, φωτὸς κατοικητήριον Κόρη· ὅθεν σε ὑμνοῦμεν, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

Ἐμεῖς ποὺ πρὶν γυμνωθήκαμε ἐξαιτίας τῆς ἀπάτης τοῦ διαβόλου, τώρα μὲ τὴν κυοφορία σου, ντυθήκαμε τὴν στολὴ τῆς ἀφθαρσίας. Καὶ ὅσοι καθόμασταν στὸ σκοτάδι τῶν παραπτωμάτων μας, εἴδαμε τὸ φῶς τοῦ Θεοῦ, Κόρη, ποὺ ἔγινες κατοικητήριο τοῦ φωτός. Γι᾿ αὐτὸ σὲ ὑμνοῦμε σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες.

ΛΞ: απάτη: με απάτη, ενεδύθημεν: ντυθήκαμε, τη κυοφορία σου: την εγκυμοσύνη σου, κατοικητήριο: κατοικία του φωτός, κατωπτεύσαμεν: αντικρίσαμε, ΟΜΡ:  κατοπτευση: ανίχνευση,  προσεκτική παρατήρηση

 

4ο Τροπάριο

Νεκροὶ διὰ σοῦ ζωοποιοῦνται· ζωὴν γὰρ τὴν ἐνυπόστατον ἐκύησας· εὔλαλοι οἱ ἄλαλοι, πρῴην χρηματίζοντες, λεπροί, ἀποκαθαίρονται, νόσοι διώκονται, πνευμάτων ἀερίων τὰ πλήθη, ἥττηνται Παρθένε, βροτῶν ἡ σωτηρία.

Οἱ νεκροὶ ψυχικὰ ἄνθρωποι παίρνουν καὶ πάλι μὲ τὴ μεσιτεία σου ζωή, γιατὶ γέννησες τὴν πραγματικὴ Ζωή, ποὺ εἶναι Πρόσωπο (τὸν Χριστό). Κι ἐκεῖνοι ποὺ πρὶν ἔχασαν (μὲ τὴν ἁμαρτία) τὴ λαλιά τους, γίνονται ὁμιλητικότατοι. Οἱ λεπροὶ καθαρίζονται, οἱ ἀρρώστιες διαλύονται, τὰ πλήθη τῶν ἐναερίων πνευμάτων (τῶν δαιμόνων) νικοῦνται. Κι ὅλα αὐτὰ γίνονται μὲ σένα Παρθένε, ποὺ εἶσαι ἡ σωτηρία τῶν θνητῶν ἀνθρώπων.

ΛΞ: ενυπόστατον: ως πρόσωπο, εύλαλοι: ομιλητικοί, πνευμάτων αερίων: δαιμόνων, ΓΡΜ: η νόσος, οι νόσοι οι οποίες όχι οι οποίοι, όπως οι μέθοδοι, οι νήσοι, οι παράμετροι.

5ο Τροπάριο

Ἡ κόσμῳ τεκοῦσα σωτηρίαν, δι᾿ ἧς ἀπὸ γῆς εἰς ὕψος ἤρθημεν, χαίροις Παντευλόγητε, σκέπη καὶ κραταίωμα, τεῖχος καὶ ὀχύρωμα τῶν μελῳδούντων Ἁγνή· Τὸν Κύριον ὑμνεῖτε τὰ ἔργα, καὶ ὑπερυψοῦτε, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

Χαῖρε, ἐσὺ ἡ εὐλογημένη σὲ ὅλα, ποὺ γέννησες τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου (τὸν Χριστό)· διὰ σοῦ ἀνεβήκαμε ἀπὸ τὴ γῆ στὰ οὐράνια. Ἐσὺ εἶσαι Ἁγνὴ ἡ σκέπη καὶ τὸ στερέωμα, τὸ τεῖχος καὶ τὸ φρούριο ὅλων ὅσοι ψάλλουν· Ὑμνεῖτε τὸν Κύριο ὅλα τὰ δημιουργήματα καὶ ὑπερυψώνετέ Τον σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνες.

ΛΞ: ήρθημεν: ανήλθαμε, ΠΡΓ: άρση, έπαρση, υπεξαίρεση, κραταίωμα: δυνάμωμα

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ

«Κλίση ουσιαστικών με δυσκολίες»

Α΄ Κλίση                                                                              ΑΡΣΕΝΙΚΑ

Eν.  λοχίας  λοχίου  λοχίᾳ  λοχίαν  λοχία                           Πλ. λοχίαι  λοχιῶν  λοχίαις  λοχίας  λοχίαι

Εν. Ἀτρείδης  Ἀτρείδου  Ἀτρείδῃ  Ἀτρείδην  Ἀτρείδη        Πλ. Ἀτρεῖδαι  Ἀτρειδῶν  Ἀτρείδαις  Ἀτρείδας  Ἀτρεῖδαι

Εν. κομήτης  κομήτου  κομήτῃ  κομήτην  κομῆτα             Πλ. κομῆται  κομητῶν  κομήταις  κομήτας  κομῆται

ΘΗΛΥΚΑ

Εν. σοφία  σοφίας  σοφίᾳ  σοφίαν  σοφία                          Πλ. σοφίαι  σοφιῶν  σοφίαις  σοφίας  σοφίαι

Εν. μᾶζα  μάζης  μάζῃ  μᾶζαν  μᾶζα                                   Πλ. μᾶζαι  μαζῶν  μάζαις  μάζας  μᾶζαι

Εν. πύλη  πύλης  πύλῃ  πύλην  πύλη                                   Πλ. πύλαι  πυλῶν  πύλαις  πύλας  πύλαι

Β΄ Κλίση                                                                       ΑΡΣΕΝΙΚΑ

Εν. ἰατρός  ἰατροῦ  ἰατρῷ  ἰατρόν  ἰατρέ                           Πλ. ἰατροί  ἰατρῶν  ἰατροῖς  ἰατρούς  ἰατροί 

ΘΗΛΥΚΑ

Εν. νόσος  νόσου  νόσῳ  νόσον  νόσε                               Πλ. νόσοι  νόσων  νόσοις  νόσους  νόσοι

ΟΥΔΕΤΕΡΑ

Εν. σῦκον  σύκου  σύκῳ  σῦκον  σῦκον                            Πλ. σῦκα  σύκων  σύκοις  σῦκα  σῦκα

Γ΄ Κλίση                                                                      ΑΡΣΕΝΙΚΑ

Εν. πατήρ  πατρός  πατρί  πατέρα  πάτερ                          Πλ. πατέρες  πατέρων  πατράσι  πατέρας  πατέρες

Εν. νιπτήρ  νιπτῆρος  νιπτῆρι  νιπτῆρα  νιπτήρ                 Πλ. νιπτῆρες  νιπτήρων  νιπτῆρσι  νιπτῆρας  νιπτῆρες

Εν. Ἕλλην  Ἕλληνος  Ἕλληνι  Ἕλληνα  Ἕλλην                   Πλ.  Ἕλληνες  Ἑλλήνων  Ἕλλησι  Ἕλληνας  Ἕλληνες

Εν. βασιλεύς  βασιλέως   βασιλεῖ  βασιλέα                             Πλ.  βασιλεῖς  βασιλέων  βασιλεῦσι  βασιλέας  βασιλεῖς

Εν. γέρων  γέροντος  γέροντι  γέροντα  γέρον                   Πλ. γέροντες  γερόντων  γέρουσι  γέροντας  γέροντες 

 

Συνάντηση 4η – Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου 2018

    «Στολήν αφθαρσίας ενεδύθημεν».

Θ΄ Ωδή του κανόνος του Ακαθίστου – Απολυτίκιον και Κοντάκιον του Ακαθίστου.

 Ονοματικοί και Επιρρηματικοί προσδιορισμοί.

ΣΗΜΑΣΙΕΣ ΥΜΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΟΡΩΝ (Γ)

  • Ò Μηναία: Στα λειτουργικά αυτά βιβλία της Εκκλησίας μας είναι καταγεγραμμένος ο ετήσιος λειτουργικός κύκλος. Τα Μηναία είναι δώδεκα (12), δηλαδή ένα για κάθε μήνα του έτους.
  • Ò Παρακλητική ή Οκτάηχος: Ο εβδομαδιαίος λειτουργικός κύκλος βρίσκεται καταγεγραμμένος στο βιβλίο που ονομάζεται Παρακλητική ή Οκτώηχος. Το βιβλίο αυτό χωρίζεται εσωτερικά σε οκτώ (8) όμοια μέρη. Το κάθε ένα από αυτά περιέχει ένα πλήρη και ανεξάρτητο εβδομαδιαίο λειτουργικό κύκλο, που οι ύμνοι του ακολουθούν μουσικά έναν από τους οκτώ (8) βασικούς ήχους της βυζαντινής μουσικής. Έτσι, μέσα στην Παρακλητική κάθε ένας από τους οκτώ (8) ήχους της βυζαντινής μουσικής έχει και το δικό του, θα λέγαμε, εβδομαδιαίο λειτουργικό κύκλο.
  • Ò Προοιμιακός: Ως Προοιμιακός χαρακτηρίζεται 103 ος ο ψαλμός   (Ευλόγει η ψυχή μου τον Κύριον…), γιατί αποτελεί το προοίμιον (το πρώτο, δηλαδή, λατρευτικό στοιχείο) της ακολουθίας του Εσπερινού και – κατά μια γενικότερη έννοια – ολόκληρου του ημερήσιου λειτουργικού κύκλου. Ο ίδιος ψαλμός χαρακτηρίζεται και ως Λυχνικός Ψαλμός ή Ψαλμός του Λυχνικού
  • Ò Προσκομιδή ή πρόθεση: Η προσκομιδή ή πρόθεση, αποτελεί το πρώτο κομμάτι της Θείας Λειτουργίας, την προετοιμασία και εισαγωγή και συμβολίζει τα χρόνια του Χριστού Λόγου πριν την ενσάρκωσή του. Αυτή η ονομασία έχει δοθεί λόγω του μέρους (κόγχη του Αγίου Βήματος προς τα αριστερά της Αγίας Τράπεζας) επάνω στον οποίο προετοιμάζονται τα προσκομιζόμενα δώρα για το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
  • Ò Στιχηρά: Είναι τροπάρια που ψάλλονται στον Εσπερινό (τα Εσπέρια) και στον Όρθρο (οι «Αίνοι»), στα οποία προτάσσονται στίχοι από τους ψαλμούς στη σειρά (ενώ των Αποστίχων κατ’ εκλογήν). Τα Στιχηρά τροπάρια διακρίνονται σε Αναστάσιμα, Ανατολικά, Δεσποτικά, Σταυρώσιμα, Αποστολικά, Κατανυκτικά και Στιχηρά Αγίων, που υμνούν τους Αγίους. Υπάρχουν και Αυτόμελα και Προσόμοια.

 

ᾨδὴ Θ´. Ὁ Εἱρμός

  Ἅπας γηγενής, σκιρτάτω τῷ πνεύματι, λαμπαδουχούμενος· πανηγυριζέτω δέ, ἀΰλων Νόων φύσις γεραίρουσα, τὴν ἱερὰν πανήγυριν, τῆς Θεομήτορος, καὶ βοάτω· Χαίροις παμμακάριστε, Θεοτόκε ἁγνή ἀειπάρθενε.

Κάθε θνητὸς ἂς σκιρτήσει ἀπὸ ἐνθουσιασμὸ κι ἂς φωτιστεῖ σὰν λαμπάδα τὸ πνεῦμα του· ἂς πανηγυρίσει καὶ ἡ νοερὴ φύση τῶν ἄυλων πνευματικῶν Δυνάμεων, ἀνυμνώντας τὴν ἱερὴ πανήγυρη τῆς μητέρας τοῦ Θεοῦ, καὶ ἂς φωνάξει δυνατά· χαῖρε Θεοτόκε, σὺ ποὺ εἶσαι ἄξια κάθε μακαρισμοῦ, ἁγνή, ἀειπάρθενε.

ΛΞ: άπας γηγενής: κάθε θνητός, δαμπαδουχούμενος: πλημμυρισμένος από φως, αΰλων νόων: αγγέλων, γεραίρουσα: υμνώντας.

1ο Τροπάριο

Ἵνα σοι πιστοί, τὸ Χαῖρε κραυγάζωμεν, οἱ διὰ σοῦ τῆς χαρᾶς, μέτοχοι γενόμενοι, τῆς ἀϊδίου, ῥῦσαι ἡμᾶς πειρασμοῦ, βαρβαρικῆς ἁλώσεως, καὶ πάσης ἄλλης πληγῆς, διὰ πλῆθος, Κόρη παραπτώσεων, ἐπιούσης βροτοῖς ἁμαρτάνουσιν.

    Γιὰ νὰ μποροῦμε ἐμεῖς οἱ πιστοί, ποὺ γίναμε μ᾿ Ἐσένα μέτοχοι τῆς αἰώνιας χαρᾶς, νὰ σοῦ φωνάζουμε δυνατὰ τὸ χαῖρε, σῶσε μας, Κόρη, ἀπὸ κάθε πειρασμό, ἀπὸ βαρβαρικὴ ἐπιδρομὴ καὶ ἀπὸ κάθε ἄλλη συμφορὰ ποὺ ἔρχεται (σὲ μᾶς) τοὺς ἁμαρτωλοὺς θνητοὺς ἐξαιτίας τῶν πολλῶν (μας) παραπτωμάτων.

ΛΞ: αιδίου: αιώνιας, επιούσης βροτοίς αμαρτάνουσι: που συμβαίνει λόγω των ανθρώπινων αμαρτιών

2ο Τροπάριο

 Ὤφθης φωτισμός, ἡμῶν καὶ βεβαίωσις· ὅθεν βοῶμέν σοι· Χαῖρε ἄστρον ἄδυτον, εἰσάγον κόσμῳ τὸν μέγαν Ἥλιον· χαῖρε Ἐδὲμ ἀνοίξασα, τὴν κεκλεισμένην Ἁγνή· χαῖρε στῦλε, πύρινε εἰσάγουσα, εἰς τὴν ἄνω ζωήν, τὸ ἀνθρώπινον.

 Φάνηκες σὲ μᾶς φωτισμὸς καὶ στερέωσή μας· γι᾿ αὐτὸ σοῦ φωνάζουμε δυνατά· χαῖρε ἄστρο ποὺ δὲν δύεις ποτὲ καὶ φέρνεις στὸν κόσμο τὸν μεγάλο Ἥλιο. Χαῖρε Ἁγνή, ἐσὺ ποὺ ἄνοιξες τὴν κλεισμένη Ἐδὲμ (τὸν παράδεισο)· χαῖρε σὺ πύρινη στήλη ποὺ ὁδηγεῖς στὴν ἄνω ζωὴ τὸ ἀνθρώπινο γένος.               ΛΞ: ώφθης: φάνηκες

3ο Τροπάριο

    Στῶμεν εὐλαβῶς, ἐν οἴκῳ Θεοῦ ἡμῶν, καὶ ἐκβοήσωμεν· Χαῖρε κόσμου Δέσποινα· χαῖρε Μαρία, Κυρία πάντων ἡμῶν· χαῖρε ἡ μόνη ἄμωμος, ἐν γυναιξὶ καὶ καλή· χαῖρε σκεῦος, μύρον τὸ ἀκένωτον, ἐπὶ σὲ κενωθὲν εἰσδεξάμενον.

    Ἂς σταθοῦμε εὐλαβικὰ στὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ μας (στὸ Ναό) κι ἂς φωνάξουμε δυνατά· χαῖρε Δέσποινα τοῦ κόσμου· χαῖρε Μαρία, Κυρία ὅλων μας· χαῖρε ἡ μόνη ἀμόλυντη καὶ ἐνάρετη μεταξὺ τῶν γυναικῶν· χαῖρε σκεῦος ποὺ δέχτηκες μέσα σου τὸ ἀνεξάντλητο μύρο (τὸν Χριστό), ποὺ ἄδειασε ὁλόκληρο ἐπάνω σου.

 ΛΞ:  στώμεν: ας σταθούμε, άμωμος: αμόλυντη, ακένωτον: ανεξάντλητο, σε κενωθέν εισδεξάμενον: που άδειασε πάνω σου

4ο Τροπάριο

Ἡ περιστερά, ἡ τὸν ἐλεήμονα ἀποκυήσασα, χαῖρε Ἀειπάρθενε· Ὁσίων πάντων χαῖρε τὸ καύχημα, τῶν Ἀθλητῶν στεφάνωμα· χαῖρε ἁπάντων τε, τῶν Δικαίων, θεῖον ἐγκαλλώπισμα, καὶ ἡμῶν τῶν πιστῶν τὸ διάσωσμα.

    Χαῖρε Ἀειπάρθενε, ἐσὺ εἶσαι τὸ περιστέρι ποὺ γέννησε τὸν Ἐλεήμονα Θεό· ἐσὺ εἶσαι τὸ καύχημα ὅλων τῶν ὁσίων καὶ τὸ στεφάνωμα τῶν ἀθλητῶν τῆς πίστεως (τῶν μαρτύρων). Χαῖρε τὸ κόσμημα ὅλων τῶν δικαίων καὶ ἡ σωτηρία γιὰ μᾶς τοὺς πιστούς.

5ο Τροπάριο

   Φεῖσαι ὁ Θεός, τῆς κληρονομίας σου, τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν, πάσας παραβλέπων νῦν, εἰς τοῦτο ἔχων ἐκδυσωποῦσάν σε, τὴν ἐπὶ γῆς ἀσπόρως σε κυοφορήσασαν, διὰ μέγα, ἔλεος θελήσαντα, μορφωθῆναι Χριστὲ τὸ ἀλλότριον.

    Λυπήσου, Θεέ μας, τὴν κληρονομία σου (ὅλους ἐμᾶς ποὺ ἐλπίζουμε σ᾿ Ἐσένα), παραβλέποντας τώρα ὅλες τὶς ἁμαρτίες μας κι ἔχοντας μεσίτρια νὰ σὲ παρακαλεῖ γι᾿ αὐτὸ ἐκείνη ποὺ χωρὶς ἀνθρώπινη σπορὰ σὲ κυοφόρησε στὴ γῆ, ὅταν θέλησες ἀπὸ μεγάλη εὐσπλαγχνία νὰ λάβεις τὴν ξένη πρὸς τὴ θεία σου φύση ἀνθρώπινη μορφή.

ΛΞ: φείσαι: λυπήσου, εκδυσωπούσαν σε: να σε ικετεύει, μορφωθήναι το αλλότριον: να λάβεις ανθρώπινη μορφή

 

ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ

Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια, Ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια, Ἀναγράφω σοι ἡ Πόλις σου Θεοτόκε. Ἀλλ᾿ ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον, Ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον,Ἵνα κράζω σοι· Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Σ᾿ ἐσένα τὴν Ὑπέρμαχο Στρατηγὸ ἀποδίδει ἡ Πόλη σου τὴ νίκη καὶ σοῦ ἐκφράζει Θεοτόκε τὶς θερμὲς εὐχαριστίες ποὺ λυτρώθηκε ἀπὸ τὶς συμφορές. Ἀλλὰ ἐσύ, ποὺ ἡ δύναμή σου εἶναι ἀκατανίκητη, σῶσε με κι ἐμένα ἀπὸ κάθε εἴδους κινδύνων γιὰ νὰ σοῦ φωνάζω δυνατά· χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε.

ΛΞ: κράτος απροσμάχητον: ακατανίκητη δύναμη

 

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ

Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς, λαβὼν ἐν γνώσει, ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ Ἰωσήφ, σπουδῇ ἐπέστη, ὁ Ἀσώματος, λέγων τῇ Ἀπειρογάμῳ· Ὁ κλίνας τῇ καταβάσει τοὺς οὐρανούς, χωρεῖται ἀναλλοιώτως ὅλος ἐν σοί. Ὃν καὶ βλέπων ἐν μήτρᾳ σου, λαβόντα δούλου μορφήν, ἐξίσταμαι κραυγάζειν σοι· Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε!

Ὅταν ὁ Ἀσώματος (ἀρχάγγελος Γαβριὴλ), πληροφορήθηκε αὐτὸ ποὺ μὲ τρόπο μυστηριώδη τοῦ παραγγέλθηκε (ἀπὸ τὸ Θεό), παρουσιάστηκε ἀμέσως στὴν οἰκία τοῦ Ἰωσήφ, λέγοντας σ᾿ αὐτὴν ποὺ δὲ γνώρισε γάμο (στὴ Θεοτόκο)· Αὐτὸς ποὺ μὲ τὴν κατάβασή Του (στὴ γῆ) χαμήλωσε τοὺς οὐρανούς, ἔρχεται νὰ χωρέσει ὁλόκληρος χωρὶς καμιὰ ἀλλοίωση μέσα σου. Αὐτὸν βλέποντάς Τον μὲς στὴν κοιλιά σου νὰ παίρνει τὴ μορφὴ δούλου (νὰ ταπεινώνεται καὶ νὰ γίνεται ἄνθρωπος) μὲ καταλαμβάνει ἔκσταση καὶ δέος καὶ σοῦ φωνάζω δυνατά· Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε.

ΛΞ: σπουδή επέστη: έφτασε βιαστικά

 

ΚΑΘΙΣΜΑ ΘΕΟΤΟΚΙΟΝ

Τὴν ὡραιότητα τῆς παρθενίας σου, καὶ τὸ ὑπέρλαμπρον τὸ τῆς ἁγνείας σου, ὁ Γαβριὴλ καταπλαγείς, ἐβόα σοι Θεοτόκε, ποῖόν σοι ἐγκώμιον, προσαγάγω ἐπάξιον; τί δὲ ὀνομάσω σε; ἀπορῶ καὶ ἐξίσταμαι. Διὸ ὡς προσετάγην βοῶ σοι· Χαῖρε, ἡ Κεχαριτωμένη.

Τὴν ὡραιότητα τῆς παρθενίας σου καὶ τὴν ὑπέρλαμπρη ἁγνότητὰ σου, ὅταν μὲ δέος ἀντίκρισε ὁ Γαβριήλ, σοῦ φώναζε Θεοτόκε· ποιό ἐγκώμιο ἄξιο σ᾿ ἐσένα νὰ σοῦ ἀπευθύνω; Μὲ τί ὄνομα νὰ σὲ καλέσω; Ἀπορῶ καὶ διερωτῶμαι. Γι᾿ αὐτό, ὅπως διατάχθηκα ἔτσι καὶ σὲ προσφωνῶ· Χαῖρε ἡ Κεχαριτωμένη (ἐσὺ ποὺ ἔλαβες ἀπὸ τὸ Θεὸ ὅλες τὶς θεῖες χάρες).

ΛΞ: προσαγάγω επάξιον: προσφέρω αντάξιο; Εξίσταμαι: μένω έκθαμβος,  προσετάγην: διατάχθηκα

 

Φράσεις ειλημμένες από την υμνολογία ή την Αγία Γραφή.

«Το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής», αναφέρει ο Χριστός στους μαθητές Του στη Γεσθημανή.

Από την Κυριακή των Βαΐων και την πανηγυρική είσοδο του Ιησού, στην Ιερουσαλήμ, διατηρούμε στην καθημερινότητα τη φράση «μετά βαΐων και κλάδων».

«Από τον Αννα στον Καϊάφα», λέμε όταν περιγράφουμε την άσκοπη ταλαιπωρία μας.

Η απόλυτη έκφραση ευθυνοφοβίας παραμένει μέχρι και σήμερα το «νίπτω τας χείρας μου» του Ρωμαίου επιτρόπου στην Ιουδαία Πόντιου Πιλάτου.

«Μνήσθητί μου, Κύριε, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου», θα πει στον Ιησού ο μεταμελημένος στον Σταυρό ληστής, πρόταση που σήμερα δείχνει αιφνιδιασμό και μεγάλη έκπληξη.

«Επί ξύλου κρεμάμενος» χαρακτηρίζει τον εκτεθειμένο και ανίσχυρο στα προβλήματα της ζωής άνθρωπο.

«Του έψαλε τον αναβαλλόμενο», λέμε για εκείνον που δέχεται για πολλή ώρα έντονες επιπλήξεις.

Λέγοντας «έχουσιν γνώσιν οι φύλακες», αναπαράγουμε τμήμα κυριακάτικων ψαλμών της Αναστάσεως που αναφέρεται στη φύλαξη του Σώματος του Ιησού από τους Ρωμαίους στρατιώτες, αλλά εννοούμε ότι, παρότι δεν το διατυμπανίζουμε, γνωρίζουμε καλά τι συμβαίνει.

Με το γνωστό «ιδού ο νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός» εννοούμε την απρόσμενη έλευση κάποιου.

«Ανάστα ο Κύριος» ταυτίζεται με τον έντονο θόρυβο και τη φασαρία.

Συχνά αναφερόμαστε στις «μωρές παρθένες», εννοώντας όσους παριστάνουν τους αθώους.
Συντακτικό  Φαινόμενο

 Τι είναι οι ονοματικοί ομοιόπτωτοι προσδιορισμοί;

Οι ονοματικοί προσδιορισμοί είναι ονόματα (ουσιαστικά ή επίθετα ή άλλες λέξεις με σημασία επιθέτου).

Είναι ομοιόπτωτοι, γιατί βρίσκονται στην ίδια πτώση με τη λέξη που προσδιορίζουν.

Σε ποιες κατηγορίες χωρίζονται;

Οι ονοματικοί ομοιόπτωτοι προσδιορισμοί χωρίζονται σε αυτούς που ως προσδιορισμοί είναι: α) ουσιαστικά β) επίθετα

Όσοι προσδιορισμοί είναι ουσιαστικά χωρίζονται σε:

α) παράθεση. Παράθεση ονομάζεται ο ομοιόπτωτος προσδιορισμός

που αποδίδει στον όρο δίπλα στον οποίο τίθεται (παρατίθεται) ένα κύριο και γνωστό γνώρισμα. Η παράθεση μπορεί

να αναλυθεί σε δευτερεύουσα αναφορική πρόταση:  π.χ. Αυτή είναι η κ. Nίκη, η δασκάλα. [που είναι δασκάλα].

 β) επεξήγηση.  Επεξήγηση ονομάζεται ο ομοιόπτωτος προσδιορισμός που διασαφηνίζει την αόριστη και γενική έννοια του όρου

τον οποίο προσδιορίζει. π.χ. Πήγε στο νησί του, την Ίο.

Όσοι προσδιορισμοί είναι επίθετα χωρίζονται σε:

α) επιθετικό. Επιθετικός προσδιορισμός ονομάζεται ο ομοιόπτωτος προσδιορισμός που αποδίδει μια μόνιμη ιδιότητα στο

ουσιαστικό που προσδιορίζει. Ο επιθετικός προσδιορισμός, ο οποίος είναι συνήθως επίθετο, συμφωνεί με το ουσιαστικό

που προσδιορίζει στο γένος, στον αριθμό και στην πτώση. π.χ. Ο καλός βασιλιάς

β) κατηγορηματικό. Κατηγορηματικός προσδιορισμός ονομάζεται ο ομοιόπτωτος προσδιορισμός που αποδίδει μια

παροδική ιδιότητα στο ουσιαστικό που προσδιορίζει. π.χ. Κοίταζε με τα μάτια δακρυσμένα.

Οι λέξεις πᾶς, ἅπας, σύμπας, ὅλος, μόνος, ἕκαστος, αὐτός, ἄκρος, μέσος, ἔσχατος, όταν δεν έχουν άρθρο, είναι κατηγορηματικοί προσδιορισμοί σε όρο που υπάρχει ή εννοείται. Όταν όμως οι λέξεις αυτές είναι έναρθρες, λειτουργούν ως επιθετικοί προσδιορισμοί. 

 

Συνάντηση 5η – Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου 2018

Α΄ Στάση Χαιρετισμών. «Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε».

Τα είδη και η συντακτική χρήση των μετοχών.

ΣΗΜΑΣΙΕΣ  ΥΜΝΟΛΟΓΙΚΩΝ  ΟΡΩΝ (4)

Μεγαλυνάρια: Αρχίζουν συνήθως με τη λέξη « μεγάλυνον ». Μ ‘ αυτά προτρέπονται οι πιστοί να ανυμνήσουν τον Κύριο ή την Παναγία από καρδίας ή να εγκωμιάσουν τον Άγιο.

Τρισάγιος ύμνος: Αποκαλείται έτσι ο συντομότερος Ύμνος του Χριστιανισμού που είναι ο γνωστός: ” ‘Αγιος ο Θεός, άγιος Ισχυρός, άγιος Αθάνατος, ελέησον ημάς “.Η ονομασία του οφείλεται ακριβώς στη τριπλή αυτή επανάληψη της λέξης ‘Αγιος .

Τυπικό:  1)Τυπικό της Εκκλησίας ή Εκκλησιαστικό Τυπικό ή Λειτουργικό Τυπικό, είναι το σύνολο των οδηγιών και διατάξεων για το πώς και πότε πρέπει να τελούνται οι ακολουθίες της Εκκλησίας. 2) Το εκκλησιαστικό βιβλίο που καθορίζει πόσα και ποια τροπάρια ψάλλονται σε κάθε ακολουθία ονομάζεται Τυπικό.

Χερουβικός Ύμνος: Χερουβικός Ύμνος ή απλώς « Χερουβικό » λέγεται ο χριστιανικός ύμνος που αναφέρεται στις τάξεις των Αγγέλων και ιδιαίτερα στα Χερουβείμ και που ψάλλεται κατά τη Θεία Λειτουργία σε αργό μέλος από το χορό πριν από την έξοδο των Τιμίων Δώρων .

Ψαλτήρι: Είναι αρχαίο όργανο με χορδές των ανατολικών λαών που μοιάζει με την άρπα. Με αυτό έψαλλαν τους ψαλμούς. Επίσης Ψαλτήρι λέγεται το λειτουργικό βιβλίο που περιέχει τους 150 ψαλμούς και τις 9 ωδές. Είναι διαιρεμένο σε είκοσι καθίσματα, που το καθένα χωρίζεται σε τρεις στάσεις. 

Δομή του Κοντακίου (2)

Οι 24 «οίκοι» σχηματίζουν αλφαβητική ακροστιχίδα και έχουν εφύμνιο οι μεν περιττοί «Χαίρε, Νύμφη, ανύμφευτε», οι δε άρτιοι «Αλληλούια». Από αυτούς οι 12 αναφέρονται στον Κύριο και τελειώνουν με το «Αλληλούια» = Αινείται το Θεό. Οι άλλοι 12 οίκοι αναφέρονται στη Θεοτόκο και τελειώνουν με το «Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε». «Εφύμνιο» λέγεται η τελευταία φράση του ύμνου που επαναλαμβάνει ο λαός.

Μέσα στους 72 στίχους συναντούμε 144 χαιρετισμούς στη Θεοτόκο: «Χαίρε, της εκκλησίας ο ασάλευτος Πύργος, Χαίρε, της βασιλείας το απόρθητον τείχος, Χαίρε δι ης εγείρονται τρόπαια, Χαίρε, δι ης εχθροί καταπίπτουσι…». Από τη λέξη ΧΑΙΡΕ ονομάστηκαν και Χαιρετισμοί.

Ο Ύμνος διακρίνεται σε δύο ενότητες:

Α) Α-Μ, που αποτελεί το ιστορικό τμήμα (Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, σύλληψη Χριστού από την Παναγία, επίσκεψη της Θεοτόκου στην Ελισάβετ, ανησυχία Ιωσήφ, επίσκεψη ποιμένων και μάγων στο νεογέννητο Χριστό, επιστροφή Μάγων, φυγή στην Αίγυπτο, Υπαπαντή), και

Β) Ν-Ω, που αποτελεί το δογματικό-θεολογικό τμήμα (άσπορος σύλληψη, θεότης και ανθρωπότης του Χριστού, σωτηρία του ανθρώπινου γένους με τη θυσία του Ιησού, θέωση των ανθρώπων, θεομητορικής αξίας της Θεοτόκου κά) χωρίς όμως να λείπουν από κάθε ενότητα και στοιχεία της άλλης.

ΣΤΑΣΙΣ ΠΡΩΤΗ

γγελος πρωτοστάτης, οὐρανόθεν ἐπέμφθη, εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τό, Χαῖρε. καὶ σὺν τῇ ἀσωμάτῳ φωνῇ, σωματούμενόν σε θεωρῶν Κύριε, ἐξίστατο, καὶ ἵστατο κραυγάζων πρὸς αὐτὴν τοιαῦτα·

Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει· χαῖρε, δι᾿ ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει.

Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδὰμ ἡ ἀνάκλησις· χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις.

Χαῖρε, ὕψος δυσανάβατον ἀνθρωπίνοις λογισμοῖς· χαῖρε, βάθος δυσθεώρητον, καὶ Ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς.

Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις Βασιλέως καθέδρα· χαῖρε, ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα.

Χαῖρε, ἀστήρ ἐμφαίνων τὸν Ἥλιον· χαῖρε, γαστὴρ ἐνθέου σαρκώσεως.

Χαῖρε, δι᾿ ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις· χαῖρε, δι᾿ ἧς βρεφουργεῖται ὁ Κτίστης.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ἄγγελος ποὺ ἦταν πρῶτος μεταξὺ τῶν ἀγγέλων, στάλθηκε ἀπὸ τὸν οὐρανὸ νὰ πεῖ στὴ Θεοτόκο τὸ χαῖρε. καὶ μὲ τὴν ἀσώματή του φωνή, βλέποντάς σε Κύριε νὰ παίρνεις σῶμα (νὰ γίνεσαι ἄνθρωπος), ἐκπλησσόταν καὶ στεκόταν φωνάζοντας πρὸς αὐτὴν αὐτὰ τὰ λόγια·

Χαῖρε ἐσὺ ἀπ᾿ τὴν ὁποία θὰ λάμψει ἡ χαρά· χαῖρε ἐσὺ ποὺ γιὰ χάρη σου θὰ σβήσει ἡ κατάρα.

Χαῖρε ἐσὺ ποὺ ἔκανες νὰ σηκωθεῖ ὁ πεσμένος Ἀδάμ· χαῖρε ἐσὺ ποὺ ἔγινες ἡ λύτρωση τῶν δακρύων τῆς Εὔας.

Χαῖρε ὕψος στὸ ὁποῖο δύσκολα μποροῦν νὰ φθάσουν οἱ ἀνθρώπινοι λογισμοί· χαῖρε βάθος ποὺ ἀδυνατοῦν νὰ κατοπτεύσουν καὶ ἀγγέλων ὀφθαλμοί.

Χαῖρε ἐσὺ ποὺ ἔγινες ὁ θρόνος τοῦ Βασιλιᾶ (Χριστοῦ)· χαῖρε γιατὶ βαστάζεις (στὴν ἀγκάλη σου) Ἐκεῖνον ποὺ βαστάζει τὰ πάντα.

Χαῖρε ἀστέρι ποὺ προμηνύεις τὸν Ἥλιο, χαῖρε κοιλία τῆς θεϊκῆς (τοῦ Λόγου) σαρκώσεως.

Χαῖρε ἐσὺ μὲ τὴν ὁποία γίνεται καινούργια ἡ κτίση· χαῖρε ἐσὺ μὲ τὴν ὁποία γίνεται βρέφος ὁ Κτίστης.

Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε.

ΛΞ: πρωτοστάτης: πρώτος σε τάξη, επέμφθη: στάλθηκε, εξίστατο: έμενε εκστατικός, εκλάμψει: θα λάμψει, αρά: κατάρα, εκλείψει: θα σβήσει, ανάκλησις: ανόρθωση, δυσανάβατον: που δύσκολα το φθάνει, εμφαίνων: προμηνύει, νεουργείται: ανακαινίζεται.

Βλέπουσα ἡ Ἁγία, ἑαυτὴν ἐν ἁγνείᾳ, φησὶ τῷ Γαβριὴλ θαρσαλέως· Τὸ παράδοξόν σου τῆς φωνῆς, δυσπαράδεκτόν μου τῇ ψυχῇ φαίνεται· ἀσπόρου γὰρ συλλήψεως τὴν κύησιν πῶς λέγεις; κράζων· Ἀλληλούϊα.

Γνωρίζοντας τὴν ἁγνότητά της ἡ Παναγία λέγει στὸν Γαβριὴλ μὲ θάρρος· Ὅσα παράδοξα ἀκούω ἀπὸ τὴ φωνή σου, εἶναι δύσκολο νὰ τὰ δεχτῶ στὴν ψυχὴ μου· πῶς μοῦ ἀναγγέλλεις κύηση, ἀφοῦ δὲν προηγήθηκε σύλληψη ἀπὸ ἀνθρώπινη σπορά; Κι ὅμως ἐσὺ τὸ λέγεις καὶ φωνάζεις δυνατά, Ἀλληλούϊα (αἰνεῖτε τὸν Θεό).

ΛΞ: φησί: λέει, θαρσαλέως: με θάρρος, δυσπαράδεκτόν μου: με δυσκολία γίνεται δεκτό

Γνῶσιν ἄγνωστον γνῶναι, ἡ Παρθένος ζητοῦσα, ἐβόησε πρὸς τὸν λειτουργοῦντα· Ἐκ λαγόνων ἁγνῶν Υἱόν, πῶς ἐστι τεχθῆναι δυνατόν; λέξον μοι. Πρὸς ἣν ἐκεῖνος ἔφησεν ἐν φόβῳ, πλὴν κραυγάζων οὕτω·

Χαῖρε, βουλῆς ἀποῤῥήτου μύστις· χαῖρε, σιγῆς δεομένων πίστις.

Χαῖρε, τῶν θαυμάτων Χριστοῦ τὸ προοίμιον· χαῖρε, τῶν δογμάτων αὐτοῦ τὸ κεφάλαιον.

Χαῖρε, κλῖμαξ ἐπουράνιε, δι᾿ ἧς κατέβη ὁ Θεός· χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς πρὸς Οὐρανόν.

Χαῖρε, τὸ τῶν Ἀγγέλων πολυθρύλητον θαῦμα· χαῖρε, τὸ τῶν δαιμόνων πολυθρήνητον τραῦμα.

Χαῖρε, τὸ Φῶς ἀῤῥήτως γεννήσασα· χαῖρε, τὸ πῶς, μηδένα διδάξασα.

Χαῖρε, σοφῶν ὑπερβαίνουσα γνῶσιν· χαῖρε, πιστῶν καταυγάζουσα φρένας.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Θέλοντας ἡ Παρθένος νὰ γνωρίσει τὸ ἄγνωστο αὐτὸ μυστήριο, εἶπε δυνατὰ πρὸς τὸν λειτουργὸ Ἄγγελο· πές μου, ἀπὸ σῶμα ἁγνὸ (παρθενικὸ) πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ γεννηθεῖ γιός; Κι ἐκεῖνος τότε εἶπε πρὸς αὐτὴ μὲ φόβο, φωνάζοντας αὐτὰ τὰ λόγια·

Χαῖρε ἐσὺ ποὺ γνωρίζεις τὴν ἀπόρρητη βουλὴ τοῦ Θεοῦ· χαῖρε ἐσὺ ποὺ εἶσαι ἡ πίστη ἐκείνων ποὺ προσεγγίζονται μὲ τὴ σιγή.

Χαῖρε ἐσύ, ἡ ἀρχὴ τῶν θαυμάτων τοῦ Χριστοῦ. Χαῖρε ἐσὺ ποὺ ἀποτελεῖς τὸ κεφάλαιο στὸ ὁποῖο στηρίζονται τὰ δόγματά Του.

Χαῖρε σκάλα ἐπουράνια μὲ τὴν ὁποία κατέβηκε ὁ Θεός· χαῖρε γέφυρα ποὺ μεταφέρεις αὐτοὺς ποὺ ᾿ναι στὴ γῆ, στὸν οὐρανό.

Χαῖρε, τὸ πολυθρύλητο θαῦμα τῶν Ἀγγέλων, χαῖρε τὸ πολυθρήνητο τραῦμα τῶν δαιμόνων.

Χαῖρε ἐσὺ ποὺ γέννησες μὲ τρόπο ἀνέκφραστο τὸ φῶς· χαῖρε ἐσὺ ποὺ σὲ κανέναν δὲν δίδαξες τὸ πῶς.

Χαῖρε ἐσὺ ποὺ ξεπερνᾶς τὴ γνώση τῶν σοφῶν· χαῖρε ἐσὺ ποὺ διαφωτίζεις τὴ διάνοια τῶν πιστῶν.

Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε.

ΛΞ: γνώναι: να γνωρίσει, λαγόνων: σπλάχνων, τεχθήναι: να γεννηθεί, έφησεν: είπε, βουλής: θέλησης, απορρήτου: μυστικής, μύστης: μυημένη, μετάγουσα: που μεταφέρεις, αρρήτως: ανέκφραστα, καταυγάζουσα: φωτίζεις, φρένας: το νου.

Δύναμις τοῦ Ὑψίστου, ἐπεσκίασε τότε, πρὸς σύλληψιν τῇ Ἀπειρογάμῳ· καὶ τὴν εὔκαρπον ταύτης νηδύν, ὡς ἀγρὸν ὑπέδειξεν ἡδὺν ἅπασι, τοῖς θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν, ἐν τῷ ψάλλειν οὕτως· Ἀλληλούϊα.

Δύναμη τοῦ Ὑψίστου τότε ἐπισκίασε ἐκείνη ποὺ δὲ γνώρισε γάμο, ὥστε νὰ συλλάβει· καὶ τὴν εὔκαρπή της κοιλιὰ τὴν κατέστησε χωράφι εὐχάριστο γιὰ ὅσους θέλουν νὰ θερίσουν (νὰ βροῦν) τὴ σωτηρία τους καὶ οἱ ὁποῖοι ψάλλουν αὐτὰ τὰ λόγια, Ἀλληλούϊα.

ΛΞ: νηδύν: κοιλιά, ως αγρόν: σαν αγρός, ηδύν: γλυκύ, υπέδειξεν: έδειξε, άπασι: σε όλους γενικά.

χουσα θεοδόχον, ἡ Παρθένος τὴν μήτραν, ἀνέδραμε πρὸς τὴν Ἐλισάβετ· τὸ δὲ βρέφος ἐκείνης εὐθύς, ἐπιγνὸν τὸν ταύτης ἀσπασμόν, ἔχαιρε! καὶ ἅλμασιν ὡς ᾄσμασιν, ἐβόα πρὸς τὴν Θεοτόκον·

Χαῖρε, βλαστοῦ ἀμαράντου κλῆμα· χαῖρε, καρποῦ ἀκηράτου κτῆμα.

Χαῖρε, γεωργὸν γεωργοῦσα φιλάνθρωπον· χαῖρε, φυτουργὸν τῆς ζωῆς ἡμῶν φύουσα.

Χαῖρε, ἄρουρα βλαστάνουσα εὐφορίαν οἰκτιρμῶν· χαῖρε, τράπεζα βαστάζουσα εὐθηνίαν ἱλασμῶν.

Χαῖρε, δεκτόν πρεσβείας θυμίαμα· χαῖρε, παντὸς τοῦ κόσμου ἐξίλασμα.

Χαῖρε, Θεοῦ πρὸς θνητοὺς εὐδοκία· χαῖρε, θνητῶν πρὸς Θεὸν παῤῥησία.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ἔχουσα ἡ Παρθένος μὲς στὴ μήτρα της τὸν Θεό, ἔτρεξε πρὸς τὴν Ἐλισάβετ. Τὸ βρέφος ἐκείνης (ὁ Ἰωάννης) μόλις κατάλαβε τὸν χαιρετισμό της σκίρτησε ἀπὸ χαρά· καὶ μὲ σκιρτήματα ἀντὶ γιὰ ὕμνους, φώναζε δυνατὰ πρὸς τὴ Θεοτόκο·

Χαῖρε κλῆμα ποὺ πρόβαλες τὸν ἀμάραντο βλαστό· χαῖρε κτῆμα ποὺ πρόσφερες τὸν ἄφθαρτο καρπό.

Χαῖρε ἐσὺ ποὺ γεώργησες τὸν φιλάνθρωπο γεωργό· χαῖρε ἐσὺ ποὺ φύτρωσες τὸν φυτουργὸ τῆς ζωῆς (τὸ Χριστό).

Χαῖρε γῆ ποὺ βλαστάνεις ἄφθονη εὐσπλαγχνία· χαῖρε τραπέζι ποὺ βαστάζεις πλούσιο τὸ ἔλεος.

Χαῖρε γιατὶ κάνεις νὰ ἀνθίσει λιβάδι πνευματικῆς ἀπόλαυσης· χαῖρε γιατὶ ἑτοιμάζεις λιμάνι (σωτηρίας) γιὰ τὶς ψυχές.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ εἶσαι θυμίαμα μεσιτείας δεκτὸ ἀπὸ τὸν Θεό, χαῖρε, ἐσὺ τοῦ κόσμου ὅλου ὁ ἐξιλασμός.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ εἶσαι ἡ ἀγαθὴ εὐδοκία (εὔνοια) τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, χαῖρε ἐσὺ ἡ παρρησία τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸν Θεό.

Χαῖρε Νύμφη ἀνύμφευτε.

ΛΞ: θεοδόχον: δέχτηκε τον Θεό, ανέδραμε: έσπευσε, επιγνόν: όταν κατάλαβε, άλμασι: με σκιρτήματα, ακηράτου: αφθάρτου, άρουρα: γη, ευθηνίαν: πλούσιο, ιλασμόν: έλεος, αναθάλλεις: ανθίζεις, λειμώνα: λιβάδι, τρυφής: ευφροσύνης, εξίλασμα: εξιλέωση, ευδοκία: εύνοια.

Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων, λογισμῶν ἀμφιβόλων, ὁ σώφρων Ἰωσὴφ ἐταράχθη, πρὸς τὴν ἄγαμόν σε θεωρῶν, καὶ κλεψίγαμον ὑπονοῶν Ἄμεμπτε· μαθὼν δέ σου τὴν σύλληψιν ἐκ Πνεύματος ἁγίου, ἔφη· Ἀλληλούϊα.

Ἔχοντας μέσα του ζάλη ἀπὸ λογισμοὺς ἀμφιβολίας, ὁ δίκαιος Ἰωσὴφ ταράχτηκε, κι ἐνῶ σὲ θεωροῦσε ἄγαμη (Παρθένο), τώρα σὲ ὑποπτευόταν γιὰ παράνομες σχέσεις, Ἄμεμπτε· Σὰν πληροφορήθηκε ὅμως ὅτι ἡ σύλληψη προερχόταν ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, φώναξε Ἀλληλούϊα.

ΛΞ: κλεψίγαμον: μοιχό

 

Συνάντηση 6η – Πέμπτη 1η Μαρτίου 2018

Β΄ Στάση Χαιρετισμών. «Ήκουσαν οι ποιμένες των Αγγέλων υμνούντων». 

ΣΗΜΑΣΙΕΣ ΥΜΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΟΡΩΝ (Δ΄)

Α΄ ΩΡΑ: Είναι μια σύντομη πρωινή ακολουθία, που ευχαριστεί το Θεό για την έλευση της νέας ημέρας και του πρωινού φωτός. Σήμερα τελείται συναπτά (δηλαδή αμέσως μετά) με την ακολουθία του όρθρου. Ονομάζεται έτσι, γιατί τελείται κανονικά την πρώτη ώρα της ημέρας (κατά το ρωμαϊκό ωρολόγιο).

Γ΄ ΩΡΑ: Είναι μια σύντομη ακολουθία, που ευχαριστεί το Θεό για την έλευση του Αγίου Πνεύματος, η οποία, σύμφωνα με τη σχετική διήγηση του βιβλίου των Πράξεων των Αποστόλων, έγινε την τρίτη ώρα της ημέρας. Ονομάζεται έτσι, γιατί τελείται κανονικά την τρίτη ώρα της ημέρας (κατά το Ρωμαϊκό ωρολόγιο). Σήμερα η ακολουθία της Γ΄ ώρας τελείται συναπτά (δηλαδή αμέσως μετά) με την ακολουθία της Α΄ ώρας.

ΣΤ΄ΩΡΑ: Είναι μια σύντομη ακολουθία, που αναφέρεται στη σταύρωση του Χριστού, η οποία, σύμφωνα με τη σχετική διήγηση των Ευαγγελίων, έγινε την έκτη ώρα της ημέρας. Ονομάζεται έτσι, γιατί τελείται κανονικά την έκτη ώρα της ημέρας (κατά το ρωμαϊκό ωρολόγιο). Σήμερα η ακολουθία της ΣΤ΄ ώρας τελείται συναπτά (δηλαδή αμέσως μετά) με την ακολουθία της Γ΄ ώρας. Πάντως, κατά τη σωστή τυπική τάξη, η ακολουθία της Γ΄ και ΣΤ΄ Ώρας είναι μια ενιαία ακολουθία, που ονομάζεται ακολουθία της   Τριθέκτης.

Θ΄ ΩΡΑ: Είναι μια σύντομη ακολουθία, που αναφέρεται στο θάνατο του Χριστού, ο οποίος, σύμφωνα με τη σχετική διήγηση των Ευαγγελίων, έγινε την ενάτη ώρα της ημέρας. Ονομάζεται έτσι, γιατί τελείται κανονικά την ενάτη ώρα της ημέρας (κατά το ρωμαϊκό ωρολόγιο). Σήμερα η ακολουθία της Θ΄ ώρας τελείται συναπτά (δηλαδή, αμέσως πριν) με την ακολουθία του Εσπερινού. Η ακολουθία της Θ΄ ώρας είναι η τελευταία χρονικά ακολουθία του 24ώρου.

Μεγάλες Βασιλικές Ωρες :  Ὀνομάζονται και εἶναι οἱ Ἀκολουθίες τῶν Ὡρῶν τριῶν ἡμερῶν τοῦ λειτουργικοῦ ἔτους:    α. Τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. β. Τῆς Παραμονῆς τῶν Χριστουγέννων. γ. Τῆς Παραμονῆς τῶν Θεοφανίων.

Ωρολόγιο το Μέγα:   Στο λειτουργικό αυτό βιβλίο της Εκκλησίας βρίσκεται καταγεγραμμένος ο ημερήσιος λειτουργικός κύκλος και λειτουργικά στοιχεία του εβδομαδιαίου κύκλου (π.χ. τα αναστάσιμα Απολυτίκια με την Υπακοή και το θεοτοκίο τους, καθώς και τα Απολυτίκια των υπόλοιπων ημερών της εβδομάδας με τα θεοτοκία τους) και του ετήσιου λειτουργικού κύκλου (π.χ. τα Απολυτίκια και τα Κοντάκια των ακίνητων και των κινητών εορτών του λειτουργικού έτους), ενώ στο τέλος του βρίσκονται τοποθετημένες και ορισμένες ακολουθίες, που κρίνονται ως πρακτικά χρήσιμες για τον ψάλτη (π.χ. του Ακάθιστου Ύμνου) ή και για τον απλό ακόμη λαϊκό (π.χ. της Θείας Μεταλήψεως).

ΣΤΑΣΙΣ ΔΕΥΤΕΡΑ

      κουσαν οἱ Ποιμένες, τῶν Ἀγγέλων ὑμνούντων, τὴν ἔνσαρκον Χριστοῦ παρουσίαν· καὶ δραμόντες ὡς πρὸς ποιμένα, θεωροῦσι τοῦτον ὡς ἀμνὸν ἄμωμον, ἐν τῇ γαστρὶ Μαρίας βοσκηθέντα, ἣν ὑμνοῦντες, εἶπον·    Χαῖρε, ἀμνοῦ καὶ ποιμένος Μήτηρ· χαῖρε, αὐλὴ λογικῶν προβάτων.     Χαῖρε, ἀοράτων ἐχθρῶν ἀμυντήριον· χαῖρε, Παραδείσου θυρῶν ἀνοικτήριον.     Χαῖρε, ὅτι τὰ οὐράνια συναγάλλεται τῇ γῇ· χαῖρε, ὅτι τὰ ἐπίγεια συγχορεύει οὐρανοῖς.     Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων τὸ ἀσίγητον στόμα· χαῖρε, τῶν Ἀθλοφόρων τὸ ἀνίκητον θάρσος.     Χαῖρε, στεῤῥὸν τῆς Πίστεως ἔρεισμα· χαῖρε, λαμπρὸν τῆς χάριτος γνώρισμα.     Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐγυμνώθη ὁ ᾍδης· χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐνεδύθημεν δόξαν.     Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ἄκουσαν οἱ ποιμένες τοὺς Ἀγγέλους νὰ ὑμνοῦν τὴν ἔνσαρκη παρουσία τοῦ Χριστοῦ (στὴ γῆ) καὶ σπεύδοντας νὰ Τὸν δοῦν ὡς ποιμένα, τὸν ἀντίκρισαν ὡς πρόβατο ἄκακο ποὺ βοσκήθηκε στὴν κοιλιὰ τῆς Μαρίας, καὶ μὲ ὕμνους εἶπαν πρὸς αὐτήν· Χαῖρε μητέρα τοῦ προβάτου καὶ ποιμένα, χαῖρε μαντρὶ λογικῶν προβάτων (τῶν πιστῶν). Χαῖρε τὸ ἀμυντήριο κατὰ τῶν ἀοράτων ἐχθρῶν· χαῖρε ἐσὺ ποὺ μᾶς ἀνοίγεις τὶς (κλειστὲς) πόρτες τοῦ Παραδείσου. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γίνεσαι ἀφορμὴ τὰ οὐράνια νὰ ἀγάλλονται μὲ τὴ γῆ· χαῖρε, γιατὶ τὰ ἐπίγεια συγχορεύουν μὲ τὰ οὐράνια. Χαῖρε ἐσὺ ποὺ εἶσαι τὸ ἀσίγητο στόμα τῶν Ἀποστόλων· χαῖρε ἐσὺ ποὺ εἶσαι τὸ ἀκατάβλητο θάρρος τῶν ἀθλοφόρων μαρτύρων. Χαῖρε ἰσχυρὸ στήριγμα τῆς πίστεως· χαῖρε φωτεινὸ γνώρισμα τῆς Χάρης (τοῦ Θεοῦ). Χαῖρε ἐσὺ διὰ τῆς ὁποίας ἀπογυμνώθηκε ὁ Ἅδης, χαῖρε ἐσὺ διὰ τῆς ὁποίας ντυθήκαμε τὴ δόξα. Χαῖρε Νύμφη, ἀνύμφευτε.

ΛΞ: δραμόντες: σπεύδοντας, άμωμον: άψογο, αμυντήριον: οχύρωμα, στερρόν: σταθερόν, έρεισμα: στήριγμα.

Θεοδρόμον Ἀστέρα, θεωρήσαντες Μάγοι, τῇ τούτου ἠκολούθησαν αἴγλῃ· καὶ ὡς λύχνον κρατοῦντες αὐτόν, δι᾿ αὐτοῦ ἠρεύνων κραταιὸν Ἄνακτα· καὶ φθάσαντες τὸν ἄφθαστον, ἐχάρησαν, αὐτῷ βοῶντες· Ἀλληλούϊα.

Οἱ Μάγοι, ἀφοῦ εἶδαν τὸ ἀστέρι ποὺ ὁδηγοῦσε στὸ Θεό, ἀκολούθησαν τὴ φωτεινὴ λάμψη του· καὶ σὰν νὰ κρατοῦσαν αὐτὸ γιὰ λυχνάρι, ἔψαχναν γιὰ τὸν ἰσχυρὸ Βασιλιά· κι ὅταν ἔφθασαν σ᾿ Αὐτὸν ποὺ κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ φθάσει, χάρηκαν καὶ φώναξαν δυνατὰ σ᾿ Αὐτόν· Ἀλληλούϊα.

ΛΞ: θεοδρόμον: που οδηγεί στον Θεό, αίγλη: λάμψη

δον παῖδες Χαλδαίων, ἐν χερσὶ τῆς Παρθένου, τὸν πλάσαντα χειρὶ τοὺς ἀνθρώπους· καὶ Δεσπότην νοοῦντες αὐτόν, εἰ καὶ δούλου ἔλαβε μορφήν, ἔσπευσαν τοῖς δώροις θεραπεῦσαι, καὶ βοῆσαι τῇ Εὐλογημένῃ· Χαῖρε, ἀστέρος ἀδύτου Μήτηρ· χαῖρε, αὐγὴ μυστικῆς ἡμέρας. Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τὴν κάμινον σβέσασα· χαῖρε, τῆς Τριάδος τοὺς μύστας φωτίζουσα. Χαῖρε, τύραννον ἀπάνθρωπον ἐκβαλοῦσα τῆς ἀρχῆς· χαῖρε, Κύριον φιλάνθρωπον ἐπιδείξασα Χριστόν. Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας· χαῖρε, ἡ τοῦ βορβόρου ῥυομένη τῶν ἔργων. Χαῖρε, πυρὸς προσκύνησιν παύσασα· χαῖρε, φλογὸς παθῶν ἀπαλλάττουσα. Χαῖρε, πιστῶν ὁδηγὲ σωφροσύνης· χαῖρε, πασῶν γενεῶν εὐφροσύνη. Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Εἶδαν τὰ παιδιὰ τῶν Χαλδαίων (οἱ μάγοι) στὰ χέρια τῆς Παρθένου Ἐκεῖνον ποὺ μὲ τὰ χέρια Του ἔπλασε τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ κατανοώντας πὼς εἶναι ὁ Κύριος τοῦ κόσμου, ἂν καὶ ἔλαβε τὴν ἀνθρώπινη μορφή, ἔσπευσαν νὰ τοῦ προσφέρουν τὰ δῶρα τους καὶ νὰ φωνάξουν δυνατὰ στὴν Εὐλογημένη· Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ᾿γινες Μητέρα τοῦ ἀστεριοῦ (τοῦ Χριστοῦ) ποὺ δὲν πρόκειται νὰ δύσει ποτέ· χαῖρε ἡ αὐγὴ τῆς μυστικῆς ἡμέρας (τοῦ Κυρίου). Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἔσβησες τὸ καμίνι τῆς πλάνης· χαῖρε ἐσὺ ποὺ φωτίζεις τοὺς λάτρεις τῆς Παναγίας Τριάδος. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἔδιωξες ἀπὸ τὴν ἐξουσία του τὸν ἀπάνθρωπο τύραννο (τὸν διάβολο)· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ μᾶς ἔδειξες τὸν φιλάνθρωπο Χριστό. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ μᾶς λύτρωσες ἀπ᾿ τὴ βάρβαρη θρησκεία (τὴν εἰδωλολατρία)· χαῖρε ἐσὺ ποὺ μᾶς ἔσωσες ἀπὸ τὸ βόρβορο τῶν ἁμαρτωλῶν ἔργων. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἔπαυσες τὴν προσκύνηση τῆς φωτιᾶς (τὴν πυρολατρία)· χαῖρε ἐσὺ ποὺ λυτρώνεις ἀπ᾿ τὴ φλόγα τῶν παθῶν. Χαῖρε ἐσὺ ποὺ ὁδηγεῖς τοὺς πιστοὺς στὴ σωφροσύνη, χαῖρε ὅλων τῶν γενεῶν ἡ εὐφροσύνη. Χαῖρε Νύμφη, ἀνύμφευτε.

ΛΞ: τοις δώροις θεραπεύσαι: να του προσφέρουν δώρα, βοήσαι: να φωνάξουν, αδύτου: που δεν δύει ποτέ, της αρχής: της εξουσίας.

Κήρυκες θεοφόροι, γεγονότες οἱ Μάγοι, ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Βαβυλῶνα· ἐκτελέσαντές σου τὸν χρησμόν, καὶ κηρύξαντές σε τὸν Χριστὸν ἅπασιν, ἀφέντες τὸν Ἡρώδην ὡς ληρώδη, μὴ εἰδότα ψάλλειν· Ἀλληλούϊα.

Ἀφοῦ οἱ Μάγοι ἔγιναν θεοφόροι κήρυκες, γύρισαν πίσω στὴ Βαβυλώνα. Ἐκπλήρωσαν ἔτσι τὸν χρησμό σου καὶ σὲ ὅλους κήρυξαν πὼς εἶσαι ὁ Χριστός. Κι ἄφησαν τὸν Ἡρώδη στὸ παραλήρημά του, βουβὸ καὶ ἀνίκανο νὰ ψέλνει (στὸ Θεό)· Ἀλληλούϊα.

ΛΞ: ληρώδη: να παραληρεί.

Λάμψας ἐν τῇ Αἰγύπτῳ, φωτισμὸν ἀληθείας, ἐδίωξας τοῦ ψεύδους τὸ σκότος· τὰ γὰρ εἴδωλα ταύτης Σωτήρ, μὴ ἐνέγκαντά σου τὴν ἰσχύν, πέπτωκεν· οἱ τούτων δὲ ῥυσθέντες, ἐβόων πρὸς τὴν Θεοτόκον·    Χαῖρε, ἀνόρθωσις τῶν ἀνθρώπων· χαῖρε, κατάπτωσις τῶν δαιμόνων.    Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τὴν πλάνην πατήσασα· χαῖρε, τῶν εἰδώλων τὸν δόλον ἐλέγξασα. Χαῖρε, θάλασσα ποὺ καταπόντισες (στὰ νερά σου) τὸ νοητὸ Φαραὼ (τὸν διάβολο)· χαῖρε, πέτρα ποὺ ξεδίψασες ὅσους διψοῦν τὴν ἀληθινὴ ζωή.Χαῖρε, φωτεινὲ στύλε ποὺ ὁδηγεῖς ὅσους πορεύονται στὸ σκοτάδι· χαῖρε, σκέπη τοῦ κόσμου ποὺ ᾿σαι πιὸ πλατιὰ ἀπ᾿ τὴ νεφέλη. Χαῖρε, τροφὴ ποὺ διαδέχτηκε τὸ μάννα· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ μοιράζεις τὴ θεία ἀπόλαυση (στὸν ἄνθρωπο). Χαῖρε, ἡ γῆ τῆς ἐπαγγελίας· χαῖρε, ἐσὺ ἀπ᾿ τὴν ὁποία ρέει μέλι καὶ γάλα. Χαῖρε Νύμφη, ἀνύμφευτε.

Ἀφοῦ ἔλαμψες στὴν Αἴγυπτο τὸ φωτισμὸ τῆς θείας ἀλήθειας, ἀφάνισες τὸ σκοτάδι τοῦ ψεύδους· γιατὶ τὰ εἴδωλα αὐτῆς, μὴ μπορώντας νὰ ἀντέξουν τὴ δύναμὴ σου, Σωτήρα, γκρεμίστηκαν· κι ἐκεῖνοι ποὺ λυτρώθηκαν ἀπὸ αὐτὰ φώναζαν δυνατὰ στὴ Θεοτόκο· Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἔγινες ἡ ἀνόρθωση τῶν ἀνθρώπων· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἔγινες ἡ κατάπτωση τῶν δαιμόνων. Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ διέλυσες τὴν πλάνη τῆς ἀπάτης· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἤλεγξες τὸ δόλο τῶν εἰδώλων. Χαῖρε, θάλασσα ποὺ καταπόντισες (στὰ νερά σου) τὸ νοητὸ Φαραὼ (τὸν διάβολο)· χαῖρε, πέτρα ποὺ ξεδίψασες ὅσους διψοῦν τὴν ἀληθινὴ ζωή. Χαῖρε, φωτεινὲ στύλε ποὺ ὁδηγεῖς ὅσους πορεύονται στὸ σκοτάδι· χαῖρε, σκέπη τοῦ κόσμου ποὺ ᾿σαι πιὸ πλατιὰ ἀπ᾿ τὴ νεφέλη. Χαῖρε, τροφὴ ποὺ διαδέχτηκε τὸ μάννα· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ μοιράζεις τὴ θεία ἀπόλαυση (στὸν ἄνθρωπο). Χαῖρε, ἡ γῆ τῆς ἐπαγγελίας· χαῖρε, ἐσὺ ἀπ᾿ τὴν ὁποία ρέει μέλι καὶ γάλα. Χαῖρε Νύμφη, ἀνύμφευτε.

ΛΞ: μη ενεγκαντά σου: μην αντέχοντας, την ισχύν: τη δύναμη, ποντίσασα: που έπνιξε.

Μέλλοντος Συμεῶνος, τοῦ παρόντος αἰῶνος, μεθίστασθαι τοῦ ἀπατεῶνος, ἐπεδόθης ὡς βρέφος αὐτῷ, ἀλλ᾿ ἐγνώσθης τούτῳ καὶ Θεὸς τέλειος· διό περ ἐξεπλάγη, σοῦ τὴν ἄῤῥητον σοφίαν, κράζων· Ἀλληλούϊα.

Ὅταν ἐπρόκειτο ὁ Συμεὼν νὰ φύγει ἀπὸ αὐτὴν ἐδῶ τὴ ζώη, τὴν ψεύτικη κι ἀπατηλή, τοῦ δόθηκες ὡς βρέφος· ἐκεῖνος ὅμως κατάλαβε πὼς εἶσαι τέλειος Θεός. Γι᾿ αὐτὸ ἐκπλησσόμενος ἀπὸ τὴν ἀνέκφραστη σοφία σου, σοῦ φώναζε δυνατά· Ἀλληλούϊα.

ΛΞ: απατεώνος: τον μάταιο, μεθίστασθαι: να φύγει.

Από το Απόδειπνο….

    Ὁ ἐν παντὶ καιρῷ, καὶ πάσῃ ὥρᾳ, ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς προσκυνούμενος, καὶ δοξαζόμενος Χριστὸς ὁ Θεός, ὁ μακρόθυμος, ὁ πολυέλεος, ὁ πολυεύσπλαγχνος, ὁ τοὺς δικαίους ἀγαπῶν καὶ τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἐλεῶν, ὁ πάντας καλῶν πρὸς σωτηρίαν διὰ τῆς ἐπαγγελίας τῶν μελλόντων ἀγαθῶν· Αὐτός, Κύριε, πρόσδεξαι καὶ ἡμῶν ἐν τῇ ὥρᾳ ταύτῃ τὰς ἐντεύξεις, καὶ ἴθυνον τὴν ζωὴν ἡμῶν πρὸς τὰς ἐντολάς σου· τὰς ψυχὰς ἡμῶν ἁγίασον, τὰ σώματα ἅγνισον, τοὺς λογισμοὺς διόρθωσον, τὰς ἐννοίας κάθαρον, καὶ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ πάσης θλίψεως, κακῶν καὶ ὀδύνης. Τείχισον ἡμᾶς ἁγίοις σου Ἀγγέλοις, ἵνα, τῇ παρεμβολῇ αὐτῶν φρουρούμενοι, καὶ ὁδηγούμενοι, καταντήσωμεν εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ εἰς τὴν ἐπίγνωσιν τῆς ἀπροσίτου σου δόξης· ὅτι εὐλογητὸς εἶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Χριστὲ ὁ Θεός μας, Ἐσὺ ποὺ σὲ κάθε ὥρα καὶ σὲ κάθε στιγμὴ προσκυνεῖσαι καὶ δοξάζεσαι στὸν οὐρανὸ καὶ στὴ γῆ· ποὺ εἶσαι μακρόθυμος, πολυέλεος καὶ πολυεύσπλαγχνος· ποὺ ἀγαπᾶς τοὺς ἐναρέτους καὶ ἐλεεῖς τοὺς ἁμαρτωλούς· ποὺ μὲ τὴν ὑπόσχεση τῶν ἀγαθῶν τῆς μέλλουσας βασιλείας Σου προσκαλεῖς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους (στὴ μετάνοια καὶ) στὴ σωτηρία, Ἐσὺ ὁ Ἴδιος, Κύριέ μας, δέξου καὶ τὶς δικές μας προσευχὲς ποὺ αὐτὴ τὴν ὥρα Σοῦ ἀπευθύνουμε καὶ κατεύθυνε τὴ ζωή μας ὥστε νὰ εἶναι σύμφωνη πρὸς τὶς ἐντολές Σου. Ἁγίασε τὶς ψυχές μας, ἐξάγνισε τὰ σώματά μας, διόρθωσε τοὺς λογισμούς μας, καθάρισε τὶς σκέψεις μας, καὶ φύλαξέ μας ἀπὸ κάθε θλίψη, κακὸ καὶ ὀδύνη. Περιφρούρησέ μας μὲ τοὺς ἁγίους σου Ἀγγέλους, ὥστε διαφυλαγμένοι καὶ καθοδηγούμενοι μὲ τὴν προστασία τους νὰ φτάσουμε στὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ στὴν ἐπίγνωση τῆς ἀπρόσιτης δόξας Σου· γιατὶ εἶσαι Εὐλογημένος στοὺς ἀπέραντους αἰῶνες. Ἀμήν.

ΛΞ: τας εντεύξεις: τις προσευχές, ίθυνον: κατεύθυνε, παρεμβολή: προστασία, καταντήσωμεν: να φτάσουμε, απροσίτου: απλησίαστη.

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ

Όταν κλίνεται ένα ρήμα διαπιστώνουμε ότι σε μερικά ρήματα στον παρατατικό και στον αόριστο προστίθεται στην αρχή του ρήματος ένα επιπλέον γράμμα το έ, (ένα μόρφημα, όπως λέγεται) που το ονομάζουμε αύξηση.

α) η αύξηση μπαίνει μόνο όταν τονίζεται, π.χ. έπιανα, έπιανες, έπιανε, έπιαναν, ενώ χάνεται όταν δεν τονίζεται, π.χ. πιάναμε, πιάνατε.

β) η αύξηση μπαίνει όταν το ρήμα αρχίζει από σύμφωνο (πιάνω), ενώ δεν μπαίνει όταν το ρήμα αρχίζει από φωνήεν ή δίψηφο (αυ, ευ κ.τ.λ.), π.χ. ιδρύω > ίδρυα, εύχομαι > ευχόμουν(α), αισθάνομαι > αισθανόμουν(α).

γ) η αύξηση βρίσκεται στην αρχή του ρήματος (έπιανα, έπιασα) και λέγεται εξωτερική αύξηση. Όταν όμως το ρήμα είναι σύνθετο (καλοπιάνω) η αύξηση μπαίνει ανάμεσα στο α’ και β΄ συνθετικό (καλο-έπιανα, καλο-έπιασα). Στην περίπτωση αυτή η αύξηση ονομάζεται εσωτερική αύξηση. Πολλές φορές η εσωτερική αύξηση αυτή χάνεται, για παράδειγμα το ρ. καλοέπιανα, καλοέπιασα μπορούμε να το πούμε και καλόπιανα, καλόπιασα.

Προσοχή: Η αύξηση μπαίνει μόνο στην οριστική και χάνεται στις άλλες εγκλίσεις. Πολύ συχνά ακούμε αντί του σωστού τύπου της προστακτικής διάγραψε, τον τύπο διέγραψε.

Οι ορθοί τύποι της προστακτικής είναι χωρίς αύξηση:

 

ανάβαλε αντί ανέβαλε      ανάθεσε αντί ανέθεσε    ανάλαβε αντί ανέλαβε       ανάλυσε αντί ανέλυσε

ανάφερε αντί ανέφερε     αντίγραψε αντί αντέγραψε     αντίδρασε αντί αντέδρασε

αντικατάστησε αντί αντικατέστησε     αντίκρουσε αντί αντέκρουσε     απόδειξε αντί απέδειξε

απόρριψε αντί απέρριψε   διάλυσε αντί διέλυσε  επανάλαβε αντί επανέλαβε  

επανάφερε αντί επανέφερε      επίβαλε αντί επέβαλε        επίλεξε αντί επέλεξε

επίμεινε αντί επέμεινε      επίστρεψε αντί επέστρεψε    υπόδειξε αντί υπέδειξε

επίτρεψε αντί επέτρεψε        κατάγραψε αντί κατέγραψε        μετάτρεψε αντί μετέτρεψε

παράγγειλε αντί παρήγγειλε       παράδωσε αντί παρέδωσε      παράλαβε αντί παρέλαβε

παράτεινε αντί παρέτεινε      υπόβαλε αντί υπέβαλε     υπόγραψε αντί υπέγραψε    

 

Συνάντηση 7η – Πέμπτη 8 Μαρτίου 2018

 «Χαίρε Θεού αχωρήτου χώρα». Γ΄ Στάση Χαιρετισμών.

Τα πιο συχνά ορθογραφικά, γραμματικά και συντακτικά λάθη.

Διδάσκει ο Θεολόγος – Φιλόλογος π. Ελισσαίος Κυνούσης.

ΣΤΑΣΙΣ ΤΡΙΤΗ

Νέαν ἔδειξε κτίσιν, ἐμφανίσας ὁ Κτίστης, ἡμῖν τοῖς ὑπ᾿ αὐτοῦ γενομένοις· ἐξ ἀσπόρου βλαστήσας γαστρός, καὶ φυλάξας ταύτην, ὥσπερ ἦν, ἄφθορον· ἵνα τὸ θαῦμα βλέποντες, ὑμνήσωμεν αὐτήν, βοῶντες·

Χαῖρε, τὸ ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας· χαῖρε, τὸ στέφος τῆς ἐγκρατείας.

Χαῖρε, ἀναστάσεως τύπον ἐκλάμπουσα· χαῖρε, τῶν Ἀγγέλων τὸν βίον ἐμφαίνουσα.

Χαῖρε, δένδρον ἀγλαόκαρπον, ἐξ οὗ τρέφονται πιστοί· χαῖρε, ξύλον εὐσκιόφυλλον, ὑφ᾿ οὗ σκέπονται πολλοί.

Χαῖρε, κυοφοροῦσα ὁδηγὸν πλανωμένοις· χαῖρε, ἀπογεννῶσα λυτρωτὴν αἰχμαλώτοις.

Χαῖρε, Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις· χαῖρε, πολλῶν πταιόντων συγχώρησις.

Χαῖρε, στολὴ τῶν γυμνῶν παῤῥησίας· χαῖρε, στοργὴ πάντα πόθον νικῶσα.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Νέα (πνευματικὴ) κτίση φανέρωσε ὁ Κτίστης σ᾿ ἐμᾶς ποὺ γίναμε ἀπ᾿ Αὐτόν, ἀφοῦ βλάστησε χωρὶς σπορὰ ἀπὸ παρθενικὴ κοιλιὰ καὶ τὴν διαφύλαξε ὅπως ἦταν ἄφθορη. Ὣστε βλέποντας ἐμεῖς τὸ θαῦμα, μὲ ὕμνους νὰ φωνάζουμε πρὸς αὐτή·

Χαῖρε, ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας· χαῖρε, στεφάνι τῆς ἐγκρατείας.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ μᾶς δίνεις εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως, χαῖρε ἐσὺ ποὺ μᾶς φανερώνεις τὴ ζωὴ τῶν Ἀγγέλων.

Χαῖρε, δέντρο ποὺ παράγεις καρποὺς γευστικοὺς καὶ καλούς, ἀπ᾿ τοὺς ὁποίους τρέφονται οἱ πιστοί· χαῖρε, ξύλο (δέντρο) πυκνόφυλλο, κάτω ἀπ᾿ τὸ ὁποῖο σκεπάζονται πολλοί.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ κυοφόρησες ὁδηγὸ γιὰ τοὺς πλανωμένους, χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γέννησες Λυτρωτὴ γιὰ τοὺς αἰχμαλώτους.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ καθικετεύεις τὸν δίκαιο Κριτή, χαῖρε ἐσὺ ποὺ (μὲ τὴ μεσιτεία σου) παρέχεις συγχώρηση στοὺς ἁμαρτωλούς.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γίνεσαι στολὴ γιὰ τοὺς γυμνοὺς ἀπὸ πνευματικὴ παρρησία (πρὸς τὸ Θεό)· χαῖρε στοργὴ ποὺ νικᾶς κάθε πόθο.

Χαῖρε Νύμφη, ἀνύμφευτε.

ΛΞ: εμφαίνουσα: που εμφανίζεις, αγλαόκαρπον: με χυμώδεις καρπούς, ευσκιόφυλλον: πυκνόφυλλο, δυσώπησις: παράκληση, παρρησίας: θάρρος.

Ξένον τόκον ἰδόντες, ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου, τὸν νοῦν εἰς οὐρανὸν μεταθέντες· διὰ τοῦτο γὰρ ὁ ὑψηλὸς Θεός, ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος, βουλόμενος ἑλκύσαι πρὸς τὸ ὕψος, τοὺς αὐτῷ βοῶντας· Ἀλληλούϊα.

Ἀφοῦ γνωρίσαμε τὴν παράδοξη γέννηση (τοῦ Χριστοῦ), ἂς ἀποξενωθοῦμε ἀπὸ τὸν κόσμο, μεταφέροντας τὸ νοῦ μας στὸν οὐρανό. Γιὰ τοῦτο ὁ ὑψηλὸς Θεὸς φανερώθηκε στὴ γῆ ὡς ἕνας ταπεινὸς ἄνθρωπος· γιατὶ ἤθελε νὰ τραβήξει πρὸς τὸ δικό Του ὕψος αὐτοὺς ποὺ τοῦ φωνάζουν Ἀλληλούϊα.

ΛΞ: Ξένον: παράδοξο, ξενωθώμεν: ας αποξενωθούμε.

 

Ὅλος ἦν ἐν τοῖς κάτω, καὶ τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπῆν, ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος· συγκατάβασις γὰρ θεϊκή, οὐ μετάβασις δὲ τοπικὴ γέγονε· καὶ τόκος ἐκ Παρθένου θεολήπτου, ἀκουούσης ταῦτα·

Χαῖρε, Θεοῦ ἀχωρήτου χώρα· χαῖρε, σεπτοῦ μυστηρίου θύρα.

Χαῖρε, τῶν ἀπίστων ἀμφίβολον ἄκουσμα· χαῖρε, τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα.

Χαῖρε, ὄχημα πανάγιον τοῦ ἐπὶ τῶν Χερουβείμ· χαῖρε, οἴκημα πανάριστον τοῦ ἐπὶ τῶν Σεραφείμ.

Χαῖρε, ἡ τἀναντία εἰς ταὐτὸ ἀγαγοῦσα· χαῖρε, ἡ παρθενίαν καὶ λοχείαν ζευγνῦσα.

Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐλύθη παράβασις! χαῖρε δι᾿ ἧς ἠνοίχθη Παράδεισος.

Χαῖρε, ἡ κλεὶς τῆς Χριστοῦ Βασιλείας· χαῖρε, ἐλπὶς ἀγαθῶν αἰωνίων.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ὁλόκληρος βρισκόταν κάτω στὴ γῆ, κι ὡστόσο δὲν ἀπουσίαζε ἀπὸ τὰ ἄνω (τὸν οὐρανὸ) ὁ ἀπερίγραπτος Υἱὸς καὶ Λόγος (τοῦ Θεοῦ). Κι αὐτὸ ἔγινε μὲ θεϊκὴ συγκατάβαση κι ὄχι μὲ τοπικὴ μετακίνηση· κι ἔτσι συντελέστηκε ἡ γέννηση ἀπὸ Παρθένο ἀφιερωμένη στὸ Θεό, ἡ ὁποία ἀκούει αὐτά·

Χαῖρε, χώρα ποὺ χώρεσες τὸν ἀχώρητο Θεό· χαῖρε, θύρα τοῦ σεπτοῦ μυστηρίου τῆς σωτηρίας μας.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γιὰ τοὺς ἀπίστους εἶσαι ἀμφίβολο ἄκουσμα· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γιὰ τοὺς πιστοὺς εἶσαι ἀναμφίβολο καύχημα.

Χαῖρε, ὄχημα πανάγιο (τοῦ Χριστοῦ) ποὺ κάθεται πάνω στὰ Χερουβείμ· χαῖρε, οἴκημα ὑπερτέλειο Ἐκείνου ποὺ κάθεται στὰ Σεραφείμ.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἕνωσες μεταξύ τους τὰ ἀντίθετα· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ συνδύασες τὴν παρθενία μὲ τὴ μητρότητα.

Χαῖρε, ἐσὺ μὲ τὴν ὁποία καταλύθηκε ἡ παράβαση, χαῖρε, ἐσὺ χάρη στὴν ὁποία ἀνοίχτηκε ὁ Παράδεισος.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ᾿σαι τὸ κλειδὶ τῆς βασιλείας (τοῦ Χριστοῦ)· χαῖρε, ἐσὺ ἡ ἐλπίδα τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν.

Χαῖρε Νύμφη, ἀνύμφευτε.

ΛΞ: απήν: απουσίαζε, αμφίβολον: δύσκολο άκουσμα, ταναντία εις ταυτό αγαγούσα: ένωσες τα αντίθετα, ζευγνύσα: συνδύασες.

Πᾶσα φύσις Ἀγγέλων, κατεπλάγη τὸ μέγα, τῆς σῆς ἐνανθρωπήσεως ἔργον· τὸν ἀπρόσιτον γὰρ ὡς Θεόν, ἐθεώρει πᾶσι προσιτὸν ἄνθρωπον· ἡμῖν μὲν συνδιάγοντα, ἀκούοντα δὲ παρὰ πάντων οὕτως· Ἀλληλούϊα.

Κάθε φύση Ἀγγέλων κατεπλάγη γιὰ τὸ μεγάλο γεγονὸς τῆς ἐνανθρωπήσεὼς Σου· γιατὶ ἔβλεπε τὸν ἀπρόσιτο Θεό, νὰ γίνεται προσιτὸς σὲ ὅλους ἄνθρωπος, νὰ συναναστρέφεται μαζί μας καὶ νὰ ἀκούει ἀπὸ ὅλους τὸ Ἀλληλούϊα.

ΛΞ: συνδιάγοντα: συναναστρέφεται.

Ῥήτορας πολυφθόγγους, ὡς ἰχθύας ἀφώνους, ὁρῶμεν ἐπὶ σοὶ Θεοτόκε· ἀποροῦσι γὰρ λέγειν τό, πῶς καὶ Παρθένος μένεις, καὶ τεκεῖν ἴσχυσας· ἡμεῖς δὲ τὸ μυστήριον θαυμάζοντες, πιστῶς βοῶμεν·

Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ δοχεῖον· χαῖρε, προνοίας αὐτοῦ ταμεῖον.

Χαῖρε, φιλοσόφους ἀσόφους δεικνύουσα· χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα.

Χαῖρε, ὅτι ἐμωράνθησαν οἱ δεινοὶ συζητηταί· χαῖρε, ὅτι ἐμαράνθησαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί.

Χαῖρε, τῶν Ἀθηναίων τὰς πλοκὰς διασπῶσα· χαῖρε, τῶν ἁλιέων τὰς σαγήνας πληροῦσα.

Χαῖρε, βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα· χαῖρε, πολλοὺς ἐν γνώσει φωτίζουσα.

Χαῖρε, ὁλκὰς τῶν θελόντων σωθῆναι· χαῖρε, λιμὴν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Τοὺς ἐπιδέξιους ρήτορες, τοὺς βλέπουμε σὰν ψάρια ἄφωνα νὰ στέκονται μπροστὰ στὸ μυστήριό σου Θεοτόκε· γιατὶ δὲν μποροῦν νὰ ἐξηγήσουν πῶς καὶ Παρθένος ἔμεινες καὶ μπόρεσες νὰ γεννήσεις. Ἐμεῖς ὅμως θαυμάζοντας τὸ μυστήριο, σοῦ φωνάζουμε μὲ πίστη·

Χαῖρε, δοχεῖο τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ, χαῖρε ταμεῖο τῆς πρόνοιάς Του.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἀποδείχνεις ἄσοφους τοὺς φιλοσόφους· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἐλέγχεις ὡς ἄμυαλους τοὺς τεχνολόγους.

Χαῖρε, γιατὶ μὲ σένα ἀποδείχτηκαν ἀνόητοι οἱ διαβόητοι συζητητές· χαῖρε, γιατὶ μὲ σένα ἐξαφανίστηκαν οἱ μυθοπλάστες.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ διαλύεις τοὺς περίπλοκους συλλογισμοὺς καὶ σοφίες τῶν Ἀθηναίων· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γεμίζεις (μὲ ἀνθρώπινες ψυχὲς) τὰ δίχτυα τῶν πνευματικῶν ψαράδων.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἀνασύρεις ἀπὸ τὸ βυθὸ τῆς ἄγνοιας, χαῖρε ἐσὺ ποὺ φωτίζεις πολλοὺς μὲ θεία γνώση.

Χαῖρε, πλοῖο αὐτῶν ποὺ θέλουν νὰ σωθοῦνε, χαῖρε, λιμάνι αὐτῶν ποὺ ταξιδεύουν στὸ πέλαγος τῆς ζωῆς.

Χαῖρε Νύμφη, ἀνύμφευτε.

ΛΞ: πολυφθόγγους: ικανότατους, τεκείν ίσχυσας: μπόρεσες να γεννήσεις, τεχνολόγους: σοφούς που φάνηκαν, εμωράνθησαν: αποδείχτηκαν ανόητοι, πλοκάς: σοφιστείες, σαγήνας πληρούσα: γεμίζεις τα δίχτυα, εξέλκουσα: ανασύρεις, ολκάς: πλοίο, πλωτήρων: ταξιδιωτών.

Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον, ὁ τῶν ὅλων Κοσμήτωρ, πρὸς τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε· καὶ ποιμὴν ὑπάρχων ὡς Θεός, δι᾿ ἡμᾶς ἐφάνη καθ᾿ ἡμᾶς ἄνθρωπος· ὁμοίῳ γὰρ τὸ ὅμοιον καλέσας, ὡς Θεὸς ἀκούει· Ἀλληλούϊα.

Θέλοντας νὰ σώσει τὸν κόσμο Ἐκεῖνος ποὺ γιὰ χάρη μας τὸν κόσμησε, ἦλθε πρὸς αὐτὸν μὲ δική του πρωτοβουλία. Καὶ ὄντας Ποιμένας, ὡς Θεός, γιὰ χάρη μας φάνηκε ὅμοιος μὲ μᾶς ἄνθρωπος, καὶ κάλεσε ἔτσι (στὴ σωτηρία) τοὺς ὅμοιους μὲ Αὐτόν, ποὺ ὡς Θεὸς ἀκούει· Ἀλληλούϊα.

ΛΞ: κοσμήτωρ: διακοσμητής

Από το Απόδειπνο….

Εὐχὴ εἰς τὴν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον.
(Παύλου Μοναχοῦ, Μονῆς Εὐεργέτιδος)

Ἄσπιλε, ἀμόλυντε, ἄφθορε, ἄχραντε, ἁγνὴ Παρθένε, Θεόνυμφε Δέσποινα, ἡ Θεὸν Λόγον τοῖς ἀνθρώποις, τῇ παραδόξῳ σου κυήσει, ἑνώσασα, καὶ τὴν ἀπωσθεῖσαν φύσιν τοῦ γένους ἡμῶν τοῖς οὐρανίοις συνάψασα, ἡ τῶν ἀπηλπισμένων μόνη ἐλπίς, καὶ τῶν πολεμουμένων βοήθεια, ἡ ἑτοίμη ἀντίληψις τῶν εἰς σὲ προστρεχόντων, καὶ πάντων τῶν Χριστιανῶν τὸ καταφύγιον, μὴ βδελύξῃ με τὸν ἁμαρτωλόν, τὸν ἐναγῆ, τὸν αἰσχροῖς λογισμοῖς καὶ λόγοις καὶ πράξεσιν ὅλον ἐμαυτὸν ἀχρειώσαντα, καὶ τῇ τῶν ἡδονῶν τοῦ βίου ῥᾳθυμίᾳ γνώμης, δοῦλον γενόμενον. Ἀλλ᾿ ὡς τοῦ φιλανθρώπου Θεοῦ Μήτηρ, φιλανθρώπως σπλαγχνίσθητι ἐπ᾿ ἐμοὶ τῷ ἁμαρτωλῷ καὶ ἀσώτῳ, καὶ δέξαι μου τὴν ἐκ ῥυπαρῶν χειλέων προσφερομένην σοι δέησιν, καὶ τὸν σὸν Υἱόν, καὶ ἡμῶν Δεσπότην καὶ Κύριον, τῇ μητρικῇ σου παῤῥησίᾳ χρωμένη, δυσώπησον, ἵνα ἀνοίξῃ κἀμοὶ τὰ φιλάνθρωπα σπλάγχνα τῆς αὑτοῦ ἀγαθότητος, καί, παριδών μου τὰ ἀναρίθμητα πταίσματα, ἐπιστρέψῃ με πρὸς μετάνοιαν, καὶ τῶν αὑτοῦ ἐντολῶν ἐργάτην δόκιμον ἀναδείξῃ με. Καὶ πάρεσό μοι ἀεὶ ὡς ἐλεήμων, καὶ συμπαθής, καὶ φιλάγαθος, ἐν μὲν τῷ παρόντι βίῳ, θερμὴ προστάτις καὶ βοηθός, τὰς τῶν ἐναντίων ἐφόδους ἀποτειχίζουσα, καὶ πρὸς σωτηρίαν καθοδηγοῦσά με, καὶ ἐν τῷ καιρῷ τῆς ἐξόδου μου, τὴν ἀθλίαν μου ψυχὴν περιέπουσα, καὶ τὰς σκοτεινὰς ὄψεις τῶν πονηρῶν δαιμόνων πόῤῥω αὐτῆς ἀπελαύνουσα· ἐν δὲ τῇ φοβερᾷ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως, τῆς αἰωνίου με ῥυομένη κολάσεως, καὶ τῆς ἀποῤῥήτου δόξης τοῦ σοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ ἡμῶν κληρονόμον με ἀποδεικνύουσα. Ἧς καὶ τύχοιμι, Δέσποινά μου, ὑπεραγία Θεοτόκε, διὰ τῆς σῆς μεσιτείας καὶ ἀντιλήψεως· χάριτι καὶ φιλανθρωπίᾳ, τοῦ μονογενοῦς σου Υἱοῦ, τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. ᾯ πρέπει πᾶσα δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις, σὺν τῷ ἀνάρχῳ αὐτοῦ Πατρὶ καὶ τῷ παναγίῳ καὶ ἀγαθῷ καὶ ζωοποιῷ αὐτοῦ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Ἄμωμη, ἀμόλυντη, ἀδιάφθορη, ἄχραντη, ἁγνὴ Παρθένε, νύφη τοῦ Θεοῦ καὶ Δέσποινα. Ἐσὺ ποὺ μὲ τὴν ὑπέρλογη γέννα σου ἕνωσες τὸ Θεὸ Λόγο μὲ τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ ἐπανασύνδεσες καὶ ὕψωσες τὴν πεσμένη ἀνθρώπινη φύση μας μὲ τὸν οὐράνιο κόσμο. Ἐσύ, ἡ μοναδικὴ ἐλπίδα τῶν ἀπελπισμένων καὶ ἡ βοήθεια ἐκείνων ποὺ πολεμοῦνται (ἀπ᾿ τοὺς δαίμονες), ἡ πάντα πρόθυμη στὴν προστασία ὅσων προστρέχουν σὲ σένα, ποὺ εἶσαι τὸ καταφύγιο ὅλων τῶν χριστιανῶν· μὴ μὲ περιφρονήσεις τὸν ἁμαρτωλό, τὸν ἀκάθαρτο, ποὺ ἐξαχρείωσα τὴν ὕπαρξή μου μὲ αἰσχροὺς λογισμούς, λόγια καὶ πράξεις, καὶ ὑποδουλώθηκα ἐξαιτίας τῆς πνευματικῆς ἀμέλειας στὶς ἡδονὲς τῆς ζωῆς αὐτῆς. Ἀλλὰ ἐσύ, ὡς Μητέρα τοῦ Φιλάνθρωπου Θεοῦ μας, σπλαγχνίσου με δείχνοντας καὶ σὲ μένα τὸν ἁμαρτωλὸ καὶ ἄσωτο τὴ φιλανθρωπία σου, καὶ δέξου τὴ δέηση ποὺ σοῦ προσφέρουν τὰ ἀκάθαρτα χείλη μου· καὶ χρησιμοποιώντας τὴ μητρική σου παρρησία ἱκέτευσε θερμὰ τὸν Υἱό σου καὶ Δεσπότη μας, ν᾿ ἀνοίξει καὶ σὲ μένα τὴ φιλάνθρωπη ἀγκαλιὰ τῆς ἀγάπης Του· καὶ ἀφοῦ μοῦ συγχωρέσει τὶς ἀναρίθμητες ἁμαρτίες μου, νὰ μὲ ὁδηγήσει στὴ μετάνοια καὶ νὰ μὲ ἀναδείξει πιστὸ ἐργάτη τῶν ἐντολῶν Του. Καὶ νὰ εἶσαι, Παναγία μου, πάντοτε κοντὰ μου, ὡς ἐλεήμων καὶ συμπαθὴς καὶ σπλαγχνική, στὴν παρούσα ζωὴ ἰσχυρὴ προστασία καὶ βοήθειά μου, ἀποκρούοντας ὡς τεῖχος τὶς ἐπιθέσεις τῶν ἐχθρῶν (τῶν δαιμόνων) καὶ καθοδηγώντας με στὴ σωτηρία· καὶ ὅταν ἔλθει ἡ ὥρα τοῦ θανάτου μου, νὰ περιφρουρεῖς τὴν ἄθλια ψυχή μου καὶ νὰ ἀποδιώκεις μακριὰ ἀπ᾿ αὐτὴ τὰ σκοτεινὰ πρόσωπα τῶν πονηρῶν δαιμόνων. Καὶ κατὰ τὴ φοβερὴ ἡμέρα τῆς Κρίσεως νὰ μὲ ἀπαλλάξεις ἀπὸ τὴν καταδίκη τῆς αἰωνίας κολάσεως καὶ νὰ μὲ ἀξιώσεις νὰ κληρονομήσω καὶ συμμετάσχω στὴν ἀνέκφραστη δόξα τοῦ Υἱοῦ σου καὶ Θεοῦ μας. Αὐτῆς τῆς δόξας μακάρι κι ἐγὼ νὰ γίνω κληρονόμος μὲ τὴ μεσιτεία καὶ τὴ βοήθειά σου Δέσποινα· ἀλλὰ καὶ μὲ τὴ χάρη καὶ τὴ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτήρα μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν Ὁποῖο ἀνήκει ὅλη ἡ δόξα καὶ ἡ τιμὴ καὶ ἡ προσκύνηση, καθὼς καὶ στὸν ἄναρχο Πατέρα Του καὶ στὸ Πανάγιο καὶ ἀγαθὸ καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα Του, τώρα καὶ σὲ κάθε στιγμὴ καὶ στοὺς ἀπέραντους αἰῶνες. Ἀμήν.

ΛΞ: απωσθείσαν: διωγμένη, συνάψασα: που ένωσε, ετοίμη αντίληψις: πρόθυμη βοήθεια, βδελύξη: σιχαθείς, εναγή: ακάθαρτο, αχρειώσαντα: που εξαχρείωσε, ραθυμίας γνώμης: πνευματική οκνηρία, εκ ρυπαρών χειλέων: από βδελυρά χείλη, δυσώπησον: ικέτευσε, παριδών μου: αφού παραβλέψεις, εργάτην δόκιμον: άξιον εργάτη, πάρεσό μοι: να βρίσκεσαι κοντά μου, αποτειχίζουσα: αποκρούοντας, εξόδου μου: θανάτου μου, περιέπουσα: να φροντίσεις, πόρρω: μακριά, απελεύνουσα: διώχνοντας, ρυομένη: σώζοντας.

 

ΠΑΡΟΙΜΙΩΔΕΙΣ  ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ

  • Άνω σχώμεν τας καρδίας και όχι άνω στώμεν τας καρδίας
  • Απορώ και εξίσταμαι και όχι απορώ και εξανίσταμαι
  • Άνοιξε ο ασκός του Αιόλου και όχι άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου
  • Γλώσσα λανθάνουσα τ’ αληθή λέγει και όχι γλώσσα λανθάνουσα την αλήθεια λέγει
  • Δεν έχει πού την κεφαλήν κλίνη και όχι δεν έχει πού την κεφαλήν κλίναι
  • Διά του λόγου το ασφαλές και όχι διά του λόγου το αληθές
  • Εισέπραξε τα επίχειρα και όχι εισέπραξε τα επιχείρια
  • Εκ των ων ουκ άνευ και όχι εκ των ουκ άνευ
  • Ελαφρά τη καρδία και όχι με ελαφρά την καρδία
  • Εξ απαλών ονύχων σημαίνει από μικρή ηλικία και όχι επιφανειακά
  • Μέτρον άριστον και όχι παν μέτρον άριστον

 

Συνάντηση 8η – Πέμπτη 15 Μαρτίου 2018

 «Ω, Πανύμνητε Μήτερ». Δ΄ Στάση Χαιρετισμών.

Συνηθισμένα εκφραστικά λάθη σε συνηθισμένες εκφράσεις.

Διδάσκει ο Θεολόγος – Φιλόλογος π. Ελισσαίος Κυνούσης.

 

ΣΤΑΣΙΣ ΤΕΤΑΡΤΗ

Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε, καὶ πάντων τῶν εἰς σὲ προστρεχόντων· ὁ γὰρ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς, κατεσκεύασέ σε Ποιητὴς Ἄχραντε, οἰκήσας ἐν τῇ μήτρᾳ σου, καὶ πάντας σοι προσφωνεῖν διδάξας·

Χαῖρε, ἡ στήλη τῆς παρθενίας· χαῖρε, ἡ πύλη τῆς σωτηρίας.

Χαῖρε, ἀρχηγὲ νοητῆς ἀναπλάσεως· χαῖρε, χορηγὲ θεϊκῆς ἀγαθότητος.

Χαῖρε, σὺ γὰρ ἀνεγέννησας τοὺς συλληφθέντας αἰσχρῶς· χαῖρε, σὺ γὰρ ἐνουθέτησας τοὺς συληθέντας τὸν νοῦν.

Χαῖρε, ἡ τὸν φθορέα τῶν φρενῶν καταργοῦσα· χαῖρε, ἡ τὸν σπορέα τῆς ἁγνείας τεκοῦσα.

Χαῖρε, παστὰς ἀσπόρου νυμφεύσεως· χαῖρε, πιστοὺς Κυρίῳ ἁρμόζουσα.

Χαῖρε, καλὴ κουροτρόφε παρθένων· χαῖρε, ψυχῶν νυμφοστόλε Ἁγίων.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Τεῖχος εἶσαι προστατευτικὸ τῶν παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε, καθὼς καὶ ὅλων ὅσοι προστρέχουν στὴ χάρη σου. Γιατὶ ὁ Ποιητὴς τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ σὲ ἀνέδειξε στὸ θεομητορικό σου ἀξίωμα, ἄχραντε, σκηνώνοντας στὴ μήτρα σου καὶ διδάσκοντας ὅλους νὰ σὲ προσφωνοῦν·

Χαῖρε, ἡ στήλη τῆς παρθενίας· χαῖρε ἡ πύλη ποὺ ὁδηγεῖς στὴ σωτηρία.

Χαῖρε, ἀρχὴ τῆς νοητῆς ἀνάπλασής μας, χαῖρε χορηγὲ τῆς θεϊκῆς εὐσπλαγχνίας.

Χαῖρε, γιατὶ ἐσὺ ἀναγέννησες αὐτοὺς ποὺ συνελήφθησαν αἰσχρῶς (ποὺ ἔπεσαν στὰ δίχτυα τῆς ἁμαρτίας)· χαῖρε, γιατὶ ἐσὺ νουθέτησες αὐτοὺς τῶν ὁποίων ὁ νοῦς εἶχε πλανηθεῖ.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ καταργεῖς ἐκεῖνον (τὸν διάβολο) ποὺ ἔφθειρε τὸ μυαλό μας· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ γέννησες τὸν σπορέα τῶν ἁγνῶν λογισμῶν.

Χαῖρε, δωμάτιο νυφικὸ στὸ ὁποῖο τελέστηκε ἡ ἄσπορη νύμφευση· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἑνώνεις τοὺς πιστοὺς μὲ τὸν Κύριο.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἀνατρέφεις καλῶς τὶς παρθένες (ψυχές)· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ στολίζεις σὰν νύφες τὶς ἅγιες ψυχές.

Χαῖρε Νύμφη, ἀνύμφευτε.

ΛΞ: συληθέντας: που έχουν πλανηθεί, παστάς: νυφικός θάλαμος, αρμόζουσα: που ενώνει, κουροτρόφε: ανατροφέα, νυμφοστόλε: στολίζεις σαν νύφες.

Ὕμνος ἅπας ἡττᾶται, συνεκτείνεσθαι σπεύδων, τῷ πλήθει τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν σου· ἰσαρίθμους γὰρ τῇ ψάμμῳ ᾠδάς, ἂν προσφέρωμέν σοι, Βασιλεῦ ἅγιε, οὐδὲν τελοῦμεν ἄξιον, ὧν δέδωκας ἡμῖν, τοῖς σοὶ βοῶσιν· Ἀλληλούϊα.

Κάθε ὕμνος (ἀνθρώπινος) ἀποδεικνύεται μηδαμινός, ὅταν συγκριθεῖ μὲ τὸ πλῆθος τῆς μεγάλης Σου εὐσπλαγχνίας· γιατὶ κι ἂν ἀκόμα Σοῦ ἀναπέμπαμε τόσους ὕμνους ὅσους καὶ οἱ κόκκοι τῆς ἄμμου, Βασιλέα Ἅγιε, τίποτε δὲ θὰ κάναμε ἀντάξιο στὰ ὅσα πρόσφερες σὲ μᾶς ποὺ σοῦ φωνάζουμε δυνατά· Ἀλληλούϊα.ΛΞ: Ξένον: παράδοξο, ξενωθώμεν: ας αποξενωθούμε.

ΛΞ: ηττάται: σβήνει, συνεκτείνεσθαι: συγκρινόμενος, ισαρίθμους: όσοι ακριβώς, ψάμμω: κόκκοι της άμμου.

Φωτοδόχον λαμπάδα, τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν, ὁρῶμεν τὴν ἁγίαν Παρθένον· τὸ γὰρ ἄϋλον ἅπτουσα φῶς, ὁδηγεῖ πρὸς γνῶσιν θεϊκὴν ἅπαντας, αὐγῇ τὸν νοῦν φωτίζουσα, κραυγῇ δὲ τιμωμένη ταῦτα·

Χαῖρε, ἀκτὶς νοητοῦ Ἡλίου· χαῖρε, βολὶς τοῦ ἀδύτου φέγγους.

Χαῖρε, ἀστραπὴ τὰς ψυχὰς καταλάμπουσα· χαῖρε, ὡς βροντὴ τοὺς ἐχθροὺς καταπλήττουσα.

Χαῖρε, ὅτι τὸν πολύφωτον ἀνατέλλεις φωτισμόν· χαῖρε, ὅτι τὸν πολύῤῥητον ἀναβλύζεις ποταμόν.

Χαῖρε, τῆς κολυμβήθρας ζωγραφοῦσα τὸν τύπον· χαῖρε, τῆς ἁμαρτίας ἀναιροῦσα τὸν ῥύπον.

Χαῖρε, λουτὴρ ἐκπλύνων συνείδησιν· χαῖρε, κρατὴρ κιρνῶν ἀγαλλίασιν.

Χαῖρε, ὀσμὴ τῆς Χριστοῦ εὐωδίας· χαῖρε, ζωὴ μυστικῆς εὐωχίας.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Σὰν λαμπάδα φωτεινή, ποὺ φάνηκες σ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἦσαν στὸ σκοτάδι, σὲ βλέπουμε ἁγία Παρθένε· γιατὶ ἀνάβεις τὸ ἄυλο φῶς καὶ ὁδηγεῖς σὲ γνώση θεϊκὴ ὅλους, φωτίζοντας μὲ καθαρὸ σὰν τὴν αὐγὴ φῶς τὸ νοῦ μας καὶ τιμᾶσαι μὲ δυνατὴ φωνὴ ὡς ἑξῆς·

Χαῖρε ἀκτίνα τοῦ νοητοῦ Ἡλίου (τοῦ Χριστοῦ)· χαῖρε, οὐράνιο φῶς ποὺ ἡ λάμψη σου ποτὲ δὲ σβήνει.

Χαῖρε ἀστραπὴ ποὺ καταλάμπεις τὶς ψυχές· χαῖρε, βροντὴ ποὺ τοὺς ἐχθροὺς (τοὺς δαίμονες) φοβερίζεις.

Χαῖρε, γιατὶ ἀνατέλλεις τὸ πλουσιότερο φῶς (τοῦ Χριστοῦ), χαῖρε γιατὶ ἀναβλύζεις τὸν ἀστείρευτο ποταμό.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ εἰκονίζεις τὸν τύπο τῆς κολυμβήθρας· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἀπαλείφεις τὸ ρύπο τῆς ἁμαρτίας.

Χαῖρε λουτήρα (λουτρὸ) ποὺ ξεπλένεις τὴ συνείδηση· χαῖρε, κανάτι ποὺ κερνᾶς ἀγαλλίαση.

Χαῖρε, ὀσμὴ τῆς εὐωδίας τοῦ Χριστοῦ· χαῖρε, ζωὴ τῆς μυστικῆς τράπεζας.

Χαῖρε Νύμφη, ἀνύμφευτε.

ΛΞ: άπτουσα: ανάβοντας, βολίς: τροχιά, πολύρρητον: αστείρευτο, ζωγραφούσα τον τύπον: εικονίζεις, κιρνών: που κερνάς, ευωχίας: συμποσίου

Χάριν δοῦναι θελήσας, ὀφλημάτων ἀρχαίων, ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων, ἐπεδήμησε δι᾿ ἑαυτοῦ, πρὸς τοὺς ἀποδήμους τῆς αὐτοῦ χάριτος· καὶ σχίσας τὸ χειρόγραφον, ἀκούει παρὰ πάντων οὕτως· Ἀλληλούϊα.

Ὁ πληρωτὴς τοῦ χρέους ὅλων τῶν ἀνθρώπων, θέλοντας νὰ πληρώσει τὶς παλιὲς ὀφειλές, ἦλθε αὐτοπροσώπως πρὸς αὐτοὺς ποὺ ἔφυγαν μακριὰ ἀπ᾿ τὴ θεία Χάρη Του· καὶ ἀφοῦ ἔσχισε τὸ γραμμάτιο τῆς ὀφειλῆς, ἀκούει ἀπ᾿ ὅλους Ἀλληλούϊα.

ΛΞ: οφλημάτων: οφειλές, το χειρόγραφον: το γραμμάτιο.

Ψάλλοντές σου τὸν τόκον, ἀνυμνοῦμέν σε πάντες, ὡς ἔμψυχον ναὸν Θεοτόκε· ἐν τῇ σῇ γὰρ οἰκήσας γαστρί, ὁ συνέχων πάντα τῇ χειρὶ Κύριος, ἡγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδαξε βοᾶν σοι πάντας·

Χαῖρε, σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου· χαῖρε, Ἁγία Ἁγίων μείζων.

Χαῖρε, Κιβωτὲ χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι· χαῖρε, θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀδαπάνητε.

Χαῖρε, τίμιον διάδημα βασιλέων εὐσεβῶν· χαῖρε, καύχημα σεβάσμιον ἱερέων εὐλαβῶν.

Χαῖρε, τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἀσάλευτος πύργος· χαῖρε, τῆς βασιλείας τὸ ἀπόρθητον τεῖχος.

Χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐγείρονται τρόπαια· χαῖρε, δι᾿ ἧς ἐχθροὶ καταπίπτουσι.

Χαῖρε, χρωτὸς τοῦ ἐμοῦ θεραπεία· χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς σωτηρία.

Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Καθὼς ψέλνουμε ὕμνους στὸν τόκο σου (στὸ Χριστό), Θεοτόκε, ἐσένα ἀνυμνοῦμε ὡς ἔμψυχο ναὸ τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ μὲ τὸ νὰ κατοικήσει στὴ κοιλιά σου ὁ Κύριος, ποὺ κρατεῖ στὸ χέρι Του τὰ πάντα, σὲ ἁγίασε, σὲ δόξασε καὶ δίδαξε ὅλους νὰ σοῦ φωνάζουν·

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἔγινες σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ ἀναδείχτηκες Ἁγία πάνω ἀπ᾿ ὅλους τοὺς Ἁγίους.

Χαῖρε, κιβωτὲ ποὺ χρυσώθηκες μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος· χαῖρε, θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀνεξάντλητε.

Χαῖρε, στέμμα πολύτιμο βασιλέων εὐσεβῶν· χαῖρε, σεβάσμιο καύχημα ἱερέων εὐλαβῶν.

Χαῖρε, ὁ ἀκλόνητος πύργος τῆς Ἐκκλησίας· χαῖρε, τὸ ἀπόρθητο τεῖχος τῆς βασιλείας.

Χαῖρε, ἐσὺ ποὺ μὲ τὴ χάρη σου στήνονται τρόπαια (νίκες πνευματικές)· χαῖρε, ἐσὺ ποὺ μὲ τὴ δύναμή σου οἱ ἐχθροὶ συντρίβονται.

Χαῖρε, τοῦ σώματός μου ἡ θεραπεία· χαῖρε, τῆς ψυχῆς μου ἡ σωτηρία.

Χαῖρε Νύμφη, ἀνύμφευτε.

ΛΞ: μείζων: ανώτερη, αδαπάνητε: ανεξάντλητε, χρωτός: σώματος.

Ὦ πανύμνητε Μῆτερ, ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων Ἁγίων ἁγιώτατον Λόγον (ἐκ γ´)· δεξαμένη τὴν νῦν προσφοράν, ἀπὸ πάσης ῥῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας· καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως, τοὺς σοὶ βοῶντας· Ἀλληλούϊα.

Ὦ πανύμνητη Μητέρα, ποὺ γέννησες τῶν Ἁγίων ὅλων τὸν Ἁγιώτατο Λόγο (3 φορές)· ἀφοῦ δέχτηκες αὐτὴ τὴν προσφορὰ τῆς δοξολογίας μας, φύλαξέ μας ὅλους ἀπὸ κάθε συμφορὰ καὶ λύτρωσε ἀπὸ τὴ μέλλουσα κόλαση ἐμᾶς ποὺ σοῦ φωνάζουμε δυνατὰ Ἀλληλούϊα.

ΛΞ: ρύσαι: σώσε

 

Από το Απόδειπνο….

Εὐχὴ εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν.
(Ἀντιόχου Μοναχοῦ, τοῦ Πανδέκτου)

Καὶ δὸς ἡμῖν, Δέσποτα, πρὸς ὕπνον ἀπιοῦσιν, ἀνάπαυσιν σώματος καὶ ψυχῆς· καὶ διαφύλαξον ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ ζοφεροῦ ὕπνου τῆς ἁμαρτίας, καὶ ἀπὸ πάσης σκοτεινῆς καὶ νυκτερινῆς ἡδυπαθείας. Παῦσον τὰς ὁρμὰς τῶν παθῶν, σβέσον τὰ πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ, τὰ καθ᾿ ἡμῶν δολίως κινούμενα· τὰς τῆς σαρκὸς ἡμῶν ἐπαναστάσεις κατάστειλον, καὶ πᾶν γεῶδες καὶ ὑλικὸν ἡμῶν φρόνημα κοίμησον. Καὶ δώρησαι ἡμῖν, ὁ Θεός, γρήγορον νοῦν, σώφρονα λογισμόν, καρδίαν νήφουσαν, ὕπνον ἐλαφρόν, καὶ πάσης σατανικῆς φαντασίας ἀπηλλαγμένον. Διανάστησον δὲ ἡμᾶς ἐν τῷ καιρῷ τῆς προσευχῆς, ἐστηριγμένους ἐν ταῖς ἐντολαῖς σου, καὶ τὴν μνήμην τῶν σῶν κριμάτων ἐν ἑαυτοῖς ἀπαράθραυστον ἔχοντας. Παννύχιον ἡμῖν τὴν σὴν δοξολογίαν χάρισαι εἰς τὸ ὑμνεῖν, καὶ εὐλογεῖν, καὶ δοξάζειν τὸ πάντιμον καὶ μεγαλοπρεπὲς ὄνομά σου, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Καὶ δῶσε μας, Κύριε, τώρα ποὺ πρόκειται νὰ κοιμηθοῦμε, ἀνάπαυση στὸ σῶμα καὶ στὴν ψυχή μας· καὶ διαφύλαξέ μας ἀπὸ τὸν σκοτεινὸ ὕπνο τῆς ἁμαρτίας κι ἀπὸ κάθε σκοτεινὴ καὶ νυκτερινὴ ἡδονὴ ποὺ διεγείρει τὰ πάθη μας. Παῦσε τὶς ὁρμὲς τῶν παθῶν, σβῆσε τὰ πύρινα βέλη (τοὺς πειρασμοὺς) ποὺ τοξεύει μὲ δολιότητα ἐναντίον μας ὁ πονηρός. Κατάστειλε τὶς σαρκικὲς ὁρμές μας καὶ ἀποκοίμησε κάθε γήινη καὶ ὑλικὴ (μάταιη) ἐπιθυμία μας. Δώρισέ μας, Θεέ μας, ἄγρυπνο νοῦ, καθαρὸ λογισμό, καρδιὰ προσεκτική, ὕπνο ἐλαφρό, ἀπαλλαγμένο ἀπὸ κάθε δαιμονικὴ φαντασία. Μὲ προθυμία νὰ σηκωθοῦμε ὅταν ἔλθει ἡ ὥρα τῆς προσευχῆς, στηριγμένοι στὶς ἐντολές Σου καὶ ἔχοντας σταθερὴ μέσα μας τὴν ἐνθύμηση τῶν προσταγμάτων Σου. Χάρισέ μας τὴν ὁλοπρόθυμη διάθεση τῆς ὁλονύχτιας δοξολογίας Σου, γιὰ νὰ ὑμνοῦμε καὶ εὐλογοῦμε καὶ δοξάζουμε τὸ ἀξιότιμο καὶ μεγαλόπρεπο ὄνομά Σου, τοῦ Πατέρα καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τώρα καὶ σὲ κάθε στιγμὴ καὶ στοὺς ἀπέραντους αἰῶνες. Ἀμήν.

ΛΞ: απιούσι: καθώς πηγαίνουμε, πεπυρωμένα: πύρινα, δολίως: με δόλο, κινούμενα: που κινούνται, καθ’ ημών: εναντίον μας, γρήγορον: σε εγρήγορση, νήφουσα: άγρυπνη, διανάστησον: σήκωσέ μας από τον ύπνο, κριμάτων: εντολών σου, απαράθραυστον: σταθερή, παννύχιον: ολονύχτια,

 Ὑπερένδοξε, ἀειπάρθενε, εὐλογημένη Θεοτόκε, προσάγαγε τὴν ἡμετέραν προσευχὴν τῷ Υἱῷ σου καὶ Θεῷ ἡμῶν, καὶ αἴτησαι, ἵνα σώσῃ διὰ σοῦ τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ὑπερένδοξη, Ἀειπάρθενη, εὐλογημένη Θεοτόκε μετάφερε τὴν προσευχὴ μας στὸν Υἱό σου καὶ Θεό μας καὶ ζήτησέ Του νὰ σώσει μὲ τὶς δικές σου πρεσβεῖες τὶς ψυχές μας.

ΛΞ: προσάγαγε: μετάφερε

Ἡ ἐλπίς μου ὁ Πατήρ, καταφυγή μου ὁ Υἱός, σκέπη μου τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, Τριὰς ἁγία, δόξα σοι.

Ἡ ἐλπίδα μου εἶναι ὁ Πατέρας, καταφυγή μου ὁ Υἱός, σκέπη (προστασία) μου τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Δόξα σ᾿ Ἐσένα Πανάγιε Τριαδικὲ Θεέ μας.

Τὴν πᾶσαν ἐλπίδα μου εἰς σὲ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ· φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην σου.

Ὅλη τὴν ἐλπίδα μου σ᾿ ἐσένα ἐμπιστεύομαι, Μητέρα τοῦ Θεοῦ, φύλαξέ με κάτω ἀπὸ τὴ σκέπη (προστασία) σου.

 

ΠΑΡΟΙΜΙΩΔΕΙΣ  ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ

  • Περί πολλά τυρβάζη σημαίνει   καταπιάνεσαι με πολλά     και όχι    καταπιάνεται με πολλά
  • Πνέει τα λοίσθια και όχι    πνέει τα ολίσθια
  • Ου γαρ γινώσκεις τι τέξεται (<τίκτω) η επιούσα (= τι θα φέρει η άλλη μέρα)

και όχι        τι τεύξεται (<τυγχάνω) η επιούσα

  • Υπέρ το δέον και όχι       υπέρ του δέοντος
  • Ανέκαθεν            και όχι         απ(ό)  ανέκαθεν ή  εξ  ανέκαθεν
  • Από θέσεως ισχύος ή από θέση ισχύος και όχι         από θέσης ισχύος
  • Αυτός καθαυτόν ή αυτός καθ’ εαυτόν και όχι            αυτός καθαυτός ή αυτός καθ’ εαυτός
  • αυτού καθαυτόν ή αυτού καθ’ εαυτόν και όχι            αυτού καθαυτού ή αυτού καθ’ εαυτού
  • αυτή καθαυτήν ή αυτή καθ’ εαυτήν και όχι     αυτή καθαυτή ή αυτή καθ’ εαυτή
  • αυτής καθαυτήν ή αυτής καθ’ εαυτήν και όχι    αυτής καθαυτής ή αυτής καθ’ εαυτής
  • αυτοί καθαυτούς ή αυτοί καθ’ εαυτούς και όχι     αυτοί καθαυτοί ή αυτοί καθ’ εαυτοί
  • αυτών καθαυτούς (-ές, -ά) ή αυτών καθ’ εαυτούς (ές, -ά) και όχι    αυτών καθαυτών ή αυτών καθ’ εαυτών
  • δυνάμει και όχι     εν δυνάμει
  • επί τούτου σημαίνει επάνω σ’ αυτό, επ’ αυτού και όχι    ειδικά για αυτό 

(π.χ. Εξέθεσε το όλο πρόβλημα και ζήτησε τις  παρατηρήσεις μας επί τούτου.)

  • επί τούτω σημαίνει ειδικά για αυτό και όχι    επάνω σε αυτό

(π.χ. Το πρόβλημα που ανέκυψε λύθηκε με μια επί τούτω διορθωτική πράξη.)

  • (ένα, δύο, τρία…) τοις εκατό και όχι        (δύο, τρία…) τα εκατό

Related posts