Χρειάζεται να γίνει συνείδηση σε όλους τους Έλληνες, ότι σήμερα η συγκυρία μας καλεί σε ένα νέο πατριωτικό εκσυγχρονισμό, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε την τουρκική απειλή.
Μία ακόμη εκδήλωση στο πλαίσιο της σειράς «Ελεύθεροι διάλογοι», του προγράμματος «ΕΝΟΡΙΑ εν δράσει…», του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 6 Νοεμβρίου, στο Πνευματικό Κέντρο του Ναού.
Συμμετείχαν ο κ. Γεώργιος Ρακκάς, Δρ. Κοινωνιολογίας και ο κ. Μανώλης Εγγλέζος – Δεληγιαννάκης, Δικηγόρος – Ερευνητής, σε μία συζήτηση με θέμα τις προκλήσεις της Τουρκίας και τη στάση που πρέπει να κρατήσει η Ελλάδα.
Η συνάντηση, πραγματοποιήθηκε χωρίς την συμμετοχή ακροατηρίου και μεταδόθηκε ζωντανά από το διαδίκτυο, μέσα από το κανάλι του «ΕΝΟΡΙΑ εν δράσει…» στο YouTube.
Κοινός τόπος της συζήτησης, η διαπίστωση πως είναι σαφές ότι το 2020 η Τουρκία έχει αναβαθμίσει τις προκλήσεις απέναντι στην Ελλάδα και τον Ελληνισμό γενικότερα.
Είχαμε το μόνιμο θέμα στην Κύπρο, με τα γεωτρύπανα και τα ερευνητικά πλοία και αυτό μεταφέρεται και στην Ελλάδα, όπου τα προβλήματα είχαν ξεκινήσει νωρίτερα με την μεταναστευτική κρίση.
Με την Τουρκία που συνεχώς στέλνει μετανάστες από τα παράλια της και αποπειράθηκε να κάνει το ίδιο και στον Έβρο. Εκεί ήταν και η πρώτη φορά που η Ελλάδα έδειξε να αντιδρά με επιτυχία, γεγονός που οδήγησε στην αναδίπλωση της Τουρκίας στο να διοχετεύει μεταναστευτικές ροές μέσω του Έβρου, και τη συνέχιση της προσπάθειας να στέλνει μετανάστες στα νησιά.
Το καλοκαίρι γίναμε μάρτυρες μίας πολύ σκληρής αντιπαράθεσης στην ανατολική Μεσόγειο, με τις NAVTEXτης Τουρκίας και την σθεναρή απάντηση της Ελλάδας, μια στάση η οποία λειτούργησε αποτρεπτικά και η οποία οδήγησε πάλι στην αναδίπλωση της Τουρκίας.
Στα πλαίσια αυτά, είδαμε να χτίζονται και κάποιες διεθνείς συμμαχίες υπέρ της Ελλάδας. Όμως η Τουρκία ξανά προκαλεί και αυτήν την τελευταία περίοδο η αντίδραση της Ελλάδας, είναι πολύ πιο μαλθακή.
«Απέναντι έχουμε μια πάγια πολιτική επιθετικότητας, η οποία δεν εξελίσσεται από την Τουρκία μόνο προς την Ελλάδα, αλλά προς όλα τα αζιμούθια και εμπλέκεται σε 5 πολεμικά μέτωπα.
Η επιθετικότητα είναι συστατικό στοιχείο της πολιτικής της Τουρκίας και την χρησιμοποιεί για να αυξάνει τα διαπραγματευτικά της χαρτιά απέναντι σε όλες τις μεγάλες δυνάμεις, τόσο απέναντι στη δύση, όσο και προς την Ρωσία και την Κίνα. Δηλαδή μεγιστοποιεί την γεωπολιτική της σημασία, επιλέγοντας μία στρατηγική της έντασης.»
Αυτή η επιλογή ενέχει κινδύνους, τόνισαν οι δύο συνομιλητές, και έχει το ρίσκο να δημιουργήσει αντισυσπειρώσεις. Όσο εμείς αντιδρούμε κι έχουμε μια αξιόπιστη αποτρεπτική στάση, αυτό μεγιστοποιεί την δική μας σημασία και τον ρόλο.
Το πρόβλημα είναι ότι καλούμαστε να καλύψουμε μέσα σε λίγους μήνες, ένα απίστευτο κενό συστηματικής αποτρεπτικής εξωτερικής πολιτικής απέναντι στην Τουρκία, που το έχουμε δεκαετίες.
Οι γείτονες μας έχουν κάνει μία στρατηγική επιλογή η οποία λέει ότι από τη στιγμή που αλλάζει ο χάρτης των παγκόσμιων συσχετισμών και άρα δεν έχουμε την δυνατότητα της δύσης να διαμορφώνει τον τρόπο που λειτουργεί το διεθνές σύστημα, η Τουρκία λέει ότι θα επιστρέψει στην περιοχή σε μια κατάσταση που ίσχυε επί Οθωμανικής αυτοκρατορίας, που ήταν αυτή η οργανωτική δύναμη της ευρύτερης περιοχής, το σενάριο του νεοθωμανισμού.
Ένα από τα κενά αποτροπής που έχουμε απέναντι σε αυτήν την πολιτική, είναι καταρχήν η στρατιωτική ισχύς που πρέπει να την ενισχύσουμε αποτρεπτικά. Ακόμη η Ελλάδα μπορεί να παίξει πολύ ουσιαστικό ρόλο και να μεγιστοποιήσει την πολιτιστική της επιρροή, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά και σε όλο τον κόσμο.
«Απαιτείται μια πανεθνική κινητοποίηση και συσπείρωση, που μπορούν να διαμορφώσουν τις προϋποθέσεις εκείνες για να πετύχουμε την παραγωγική ανασυγκρότηση και να ολοκληρωθούμε ως κράτος, για να υπερβούμε την ανισομέρεια της ισχύος και να απαντήσουμε με έξυπνο αποτρεπτικό τρόπο στην τουρκική επέκταση.
Χρειάζεται να γίνει συνείδηση σε όλους τους Έλληνες, ότι σήμερα η συγκυρία μας καλεί σε ένα νέο πατριωτικό εκσυγχρονισμό, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε την τουρκική απειλή.»
Εμείς, θα πρέπει αταλάντευτα, αυξάνοντας την στρατιωτική μας δυνατότητα, και δείχνοντας στη Τουρκία πως ότι και να κάνει, δεν μπορεί να συνάγει κάποιο διπλωματικό γεωπολιτικό προηγούμενο, να κερδίζουμε χρόνο.
Γιατί, πρέπει να έχουμε επίγνωση ότι η Ελλάδα δεν έχει βγει ακόμη από την κρίση της προηγούμενης δεκαετίας, βρίσκεται σε κακή εσωτερική κατάσταση και ο κορονοϊός το επιδεινώνει ακόμη περισσότερο, τα δημοσιονομικά της δεν είναι τοποθετημένα σε βιώσιμη βάση και επομένως χρειαζόμαστε πολύτιμο χρόνο για να συστηματοποιήσουμε μια αποτρεπτική πολιτική.
Το μέτωπο της Ελληνικής Δημοκρατίας με την Κυπριακή Δημοκρατία, λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής της ισχύος. Και το πρώτο πράγμα που θα μεταβάλλει τη στάση της Ελλάδας συστηματικότερα, θα είναι να συμπτύξουμε ένα μόνιμο μέτωπο με την Κυπριακή Δημοκρατία. Γεωστρατηγικά, η Ελλάδα χωρίς την Κύπρο, δεν μπορεί να λειτουργήσει.
Το δεύτερο στοιχείο που θα λειτουργήσει ως πολλαπλασιαστής ισχύος, είναι να αποκτήσουμε μία αιτιολόγηση, συγκροτημένη και συμπαγή, ιστορική και πολιτιστική, για τα εθνικά μας δίκαια και συμφέροντα, γιατί αυτά είναι τα μεγάλα όπλα του ελληνισμού.