Η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος, πάντα ανάγει στο πρόσωπο του Δημιουργού. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να απεξαρτηθεί από τον Δημιουργό του. Αυτό που μπορεί να επιτύχει ο άνθρωπος στη φυσική ζωή, το επιτυγχάνει στη βάση αυτής της δημιουργικής αλήθειας.
Στο πλαίσιο της σειράς «Ελεύθεροι διάλογοι», του προγράμματος «ΕΝΟΡΙΑ εν δράσει…», του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή 23 Οκτωβρίου, στο Πνευματικό Κέντρο του Ναού, μια συνάντηση ευθύνης με λόγο και ανταλλαγή ιδεών, με θέμα: «Επιστήμη και πίστη: η μαρτυρία της ορθόδοξης παράδοσής μας».
Συμμετείχαν ο Αρχιμανδρίτης π. Συμεών Βενετσιάνος, Θεολόγος, Γενικός Διευθυντής του Ιδρύματος Νεότητος και Οικογένειας της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών και ο Αρχιμανδρίτης π. Ιωσήφ Κουτσούρης, Θεολόγος, κληρικός της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών.
Η συνάντηση, πραγματοποιήθηκε χωρίς την συμμετοχή ακροατηρίου και μεταδόθηκε ζωντανά από το διαδίκτυο, μέσα από το κανάλι του «ΕΝΟΡΙΑ εν δράσει…» στο YouTube.
Ένα από τα οδυνηρά που ζήσαμε αυτήν την περίοδο, σημείωσαν και οι δύο συμμετέχοντες, ήταν η πολεμική κατά της Εκκλησίας, η πολεμική που υπήρξε, όσον αφορά την σχέση επιστήμης και πίστης.
Η Εκκλησία είναι συνώνυμο περίπου του σκοταδισμού, που δεν θέλει την επιστήμη, που θέλει ανθρώπους ολιγογράμματους. Μια κόντρα που υπήρξε πολύ έντονα και συνεχίζεται και δυναμιτίστηκε και από τις δύο πλευρές.
Η πιο αυθεντική χριστιανική σκέψη, η Πατερική, είναι σε άλλην κατεύθυνση από αυτήν που διαχέεται πολλές φορές από ανθρώπους της Εκκλησίας.
«Μεγάλοι Πατέρες, υπήρξαν επιστήμονες, άνθρωποι που δεν φοβήθηκαν ποτέ την επιστήμη, δεν ένιωσαν ότι υπήρχε διάσταση της επιστημονικής τους ιδιότητας με την επισκοπική χριστιανική τους ταυτότητα.
Υπάρχουν και στην εποχή μας άνθρωποι, που διακονώντας την επιστήμη, συναντάνε το μεγαλείο του Θεού.»
Ξεκινώντας την συζήτηση από την δημιουργία του ανθρώπου, παρατηρούμε τον ιδιαίτερο τρόπο της δημιουργίας του, που είναι τελείως διαφορετικός από όλη την υπόλοιπη κτίση.
Αν κατανοήσουμε τι σημαίνει ότι ο άνθρωπος είναι πλασμένος κατ’ εικόνα Θεού και οδηγείται προς το καθ’ ομοίωση, σημαίνει ότι ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο όλα όσα είχε. Απόρροια της αμέτρητης αγάπης του Θεού, είναι ότι δημιουργεί τον άνθρωπο οντολογικά έτσι όπως τον δημιουργεί και του δίνει τα πάντα.
Κι όπως τόνισα, για να μπορέσει ο άνθρωπος να συλλάβει στο εύρος του, το συγκλονιστικό φαινόμενο της ζωής, με όλους τους φυσικούς νόμους και τα δεδομένα, μπορεί να το κάνει μόνο μέσα από την διαδικασία της βαθιάς μετοχής στη ζωή της Εκκλησίας, να επιτρέψει να ενεργηθεί η δωρεά του Θεού, το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση. Και τότε ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται παντού τα μεγαλεία του Θεού.
«Σε αυτό το σημείο, δεν ανατρέπεται η διάθεση του ανθρώπου, να ανακαλύψει αυτά τα μεγαλεία, να εισαχθεί σε αυτά και να προσπαθήσει να τα εξιχνιάσει. Κι εκεί βρίσκεται η αρχή, η πηγή και η ρίζα της επιστημονικής μεθόδου.
Η πρώτη επιστημονική εργασία που συντελείται στην ιστορία της ανθρωπότητας, είναι μία εργασία που ο Θεός αναθέτει στον πρώτο άνθρωπο, να δώσει ονόματα σε όλη την κτίση.»
Όταν ο άνθρωπος κοινωνεί με τον Θεό, η σχέση του και με την κτίση, παίρνει άλλες προοπτικές, συνέχισαν. Πολλές φορές, ο τρόπος που προσεγγίζουμε την κτίση, αυτό το μεγαλείο του Θεού, ενέχει τα χαρακτηριστικά μιας πτωτικής φύσεως. Γι’ αυτό καταλήγουμε σε συμπεράσματα αλλοιωμένα, ως προς την σχέση Θεού και κόσμου.
Η επιστημονική και τεχνολογική πρόοδος, πάντα ανάγει στο πρόσωπο του Δημιουργού. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να απεξαρτηθεί από τον Δημιουργό του. Αυτό που μπορεί να επιτύχει ο άνθρωπος στη φυσική ζωή, το επιτυγχάνει στη βάση αυτής της δημιουργικής αλήθειας.
Ακόμη και οι επιστήμονες που αγωνίζονται να αποδείξουν την μη ύπαρξη του Θεού, παρατήρησαν οι δύο Πατέρες, υπάρχουν με ένα τρόπο αναφορικό, ως προς αυτόν το Θεό. Τα έργα τους κρύβουν βαθιά αυτόν τον πόθο του Θεού, που μπορεί να μην τον αποδέχονται στο εξωτερικό επίπεδο.
«Ο Θεός διψάει να τον αναζητάει ο άνθρωπος. Κι όπως μέσα στην ιστορία, ο Θεός πάντοτε αναζητούσε τον άνθρωπο, έτσι κι ο Θεός θέλει πάντοτε, ο άνθρωπος να τον αναζητά.
Η πίστη είναι μία διαρκής αναζήτηση. Η θεία Λειτουργία, είναι μία αναζήτηση και εύρεση και κοινωνία με τον Θεό.»
Ο 20ος αιώνας μας ευλόγησε με αγίους, όπως ο άγιος Λουκάς ο Ιατρός, που υπήρξε μία κορυφαία επιστημονική προσωπικότητα και μέσα από την επιστήμη και την μελέτη, μπόρεσε να διακονήσει τον άνθρωπο και να δοξάσει τα μεγαλεία του Θεού.
Ένας ακόμη πολύ μεγάλος άγιος και επιστήμονας του 20ου αιώνα, είναι ο άγιος Νεκτάριος, που υπήρξε πολύ μεγάλος παιδαγωγός, που συνδύασε την παιδαγωγία με την αγιότητα, πολυγραφότατος, γλωσσομαθής και τα έργα του ήταν σύμφωνα με την επιστημονική πρόοδο της εποχής και συνεπή με την επιστημονικότητα του τρόπου γραφής.
Επίσης, ο άγιος Πορφύριος, ο οποίος παρ’ όλο που δεν είχε πανεπιστημιακή μόρφωση, μελετούσε πολύ τους Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά και επιστημονικά και ιατρικά θέματα. Μελετούσε και απολάμβανε την όμορφη δημιουργία του Θεού. Επειδή αγαπούσε τον Θεό, αγαπούσε και την δημιουργία Του.
Βλέπουμε και στους τρεις αγίους, τόνισαν οι δύο συνομιλητές, πως μέσα από την επιστημονικότητα, περνάνε στην ποιμαντική για τον άνθρωπο, κι όλο αυτό γίνεται ένα πολύ όμορφο σύνολο που υμνεί τα μεγαλεία του Θεού και διακονεί το άνθρωπο.
Οι Τρεις Ιεράρχες, προστάτες της παιδείας και των γραμμάτων, ήταν πραγματικά παν-επιστήμονες. Το παράδειγμα τους, μας δείχνει να αγκαλιάσουμε την επιστήμη και η επιστήμη αποτελεί όχημα για να γνωρίσουμε και να αγαπήσουμε, ακόμα περισσότερο, μέσω της δημιουργίας του Θεού, τον ίδιο τον Δημιουργό.
Η μελέτη των έργων του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, μας αφήνει επίσης πολλά περιθώρια, να δούμε τις σύγχρονες επιστημονικές ανακαλύψεις και δεδομένα, με μια μεγαλύτερη εγγύτητα.
Καταδείχθηκε στη συζήτηση η ανάγκη της μελέτης, η επιστροφή στην γνήσια παράδοση των Πατέρων της Εκκλησίας μας, που άνοιγε δρόμους και προπορευόταν από τα γεγονότα.
Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, μιλούσε για σχολειά και για πίστη. Η έννοια της ελευθερίας, την περίοδο της τουρκοκρατίας, τράφηκε από τον άγιο Κοσμά, την αγία Φιλοθέη την Αθηναία, από αγίους ανθρώπους αγωνιστές μέσα από την ζωή της Εκκλησίας.
Οι μεγάλοι διδάσκαλοι του γένους μας, οι μεγάλοι λόγιοι, ήταν και μεγάλοι κληρικοί, έγγαμοι και άγαμοι και Επίσκοποι, που μπόρεσαν να σπουδάσουν στην Ευρώπη και να ανθίσει αυτό που σήμερα ονομάζεται νεοελληνικός διαφωτισμός.
Και όπως τόνισαν, στον επίλογο της συζήτησης:
«Η απάντηση της Εκκλησίας, είναι η αγωνιζόμενη αγιότητα, ο άνθρωπος που αγωνίζεται να μετέχει στην αλήθεια του Θεού, που είναι δεκτικός της χάριτος του Θεού.»