«Όταν καλείσαι να μιλήσεις για τον Νικηταρά, αυτόν τον μικρόσωμο γίγαντα, τα πόδια λυγίζουν υπό το βάρος της σκέψης και μόνο του ηρωισμού, της προσφοράς στο έθνος του ηθικού του μεγέθους».
Με αυτά τα λόγια ξεκίνησε την σύντομη προσλαλιά του ο Δρ Θεολογίας Δημήτριος Παναγιωτόπουλος κατά την επιμνημόσυνη Δέηση που τελέστηκε για τα 166 χρόνια από το θάνατο του ήρωα του 1821 Στρατηγού Νικηταρά.
Ο κ. Παναγιωτόπουλος επεσήμανε πως για να μπορέσουμε να εξηγήσουμε τις σκέψεις του ήρωα θα πρέπει πρώτα να μάθουμε για τη ζωή του. «Ο Νικηταράς διδάχθηκε την πειθαρχία» σημείωσε, συμπληρώνοντας πως «γνώριζε ποια ήταν η αξία του και ποια ήταν η αξία των όσων διοικούσε μα και αναγνώριζε την αξία αυτού που έπρεπε να τον διοικήσει». Υπογράμμισε πως «στο πρόσωπο του Γέρου του Μοριά επιβεβαίωσε τον ηγέτη όχι μόνο του καπετανάτου που θα εντασσόταν αλλά και ολόκληρης της επανάστασης. Και αυτό που μας διδάσκει με τη στάση του αυτή, είναι η αξία του ηγέτη».
Αναφερόμενος στην προσωπικότητα του Νικηταρά ο κ.Παναγιωτόπουλος τόνισε πως «ηγέτης είναι αυτός που συγκεντρώνει στο πρόσωπό του την δύναμη ενός έθνους και με ικανότητα το οδηγεί ακόμη και μέσα από δύσκολα μονοπάτια σε πορεία δόξας και επίτευξης στόχων και οραμάτων».
«Δεν υπήρξε ένας άξεστος και βάρβαρος πολέμαρχος. Έμαθε γράμματα στο Μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου και διδάχθηκε τις Θείες αλήθειες της Εκκλησίας μας, διδάχθηκε την αγάπη, τη σωφροσύνη, την εντιμότητα, την πνευματική ελευθερία», είπε σε άλλο σημείο, συμπληρώνοντας πως «αυτό το μήνυμα της πίστης το μεταλαμπάδευσε στη Στρατιωτική του σκέψη».
Ανέφερε πως έγινε συνειδητοποιημένος αγωνιστής της Ελλάδας και όχι του εαυτού του, πως ήταν «μεγαλόκαρδος στην ειρήνη με ατσαλένια καρδιά στον πόλεμο, μαχητικός και ακατάβλητος».
Ολοκληρώνοντας υπογράμμισε: Τώρα ποια ο ίδιος «ρίχνει βαριά την ευθύνη στις γενιές μας να αγωνιστούμε και εμείς για τα δίκαια της πατρίδας μας… να γίνουμε ηγέτες… να είμαστε υπερήφανοι και όχι ζητιάνοι μεταξύ των κρατών… να μην ζήσουμε κι εμείς την τραγικότητα της προσωπικής του ιστορίας».
Η επιμνημόσυνη Δέηση τελέστηκε στο πλαίσιο του προγράμματος «Ενορία εν δράσει» του Ιερού Ναού Ευαγγελιστρίας Πειραιώς.